Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2013

Αθανάσιος Β. Στογιαννίδης,

Αθανάσιος Β. Στογιαννίδης, Η Διδασκαλία των λατρευτικών συμβόλων της Ορθόδοξης Καθολικής Εκκλησίας στο Μάθημα των Θρησκευτικών. Διδακτική-θεωρητική προσέγγιση με βάση την αναλυτική ψυχολογία, την ερμηνευτική και τη σημειωτική, εκδόσεις αδελφών Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2013 (δεύτερη έκδοση)

Από την εισαγωγή του βιβλίου
Η εποχή των συμβόλων είναι κυρίως μία μεγάλη πρόκληση για την Παιδαγωγική και μάλιστα την συνδεδεμένη με την ορθόδοξη πίστη και ζωή. Θα αποτολμήσουμε να πούμε ότι ίσως δεν θα υπήρχε καταλληλότερη εποχή να μιλήσουμε στα παιδιά για τα σύμβολα της Ορθόδοξης Καθολικής Εκκλησίας. Και τούτο, διότι σε αυτά αντανακλάται, όπως θα δούμε διεξοδικά στη συνέχεια, το όραμα της Καθολικότητας της Εκκλησίας: το πνεύμα και το σώμα συμμετέχουν από κοινού στο γεγονός της εν Χριστώ μεταμόρφωσης του ανθρώπου. Ο άνθρωπος ως ενιαία ψυχοσωματική οντότητα βαδίζει μέσα στην Εκκλησία το δρόμο της αγιοπνευματικής εμπειρίας. Δυστυχώς η αλήθεια αυτή πολλές φορές αγνοήθηκε και τη θέση της κατέλαβαν άλλες ευσεβιστικές ή ηθικιστικές αντιλήψεις δημιουργώντας την εικόνα ενός απάνθρωπου – αν όχι αναίσθητου – Χριστιανισμού. «Δεν μπορείς να πετάξεις τις «αισθήσεις» (δηλαδή τις πέντε αισθήσεις) έξω από τον Χριστιανισμό» θα τονίσει με έμφαση ο π. Αλέξανδρος Σμέμαν. Η σημασία της μετοχής των αισθήσεων στο θρησκευτικό γεγονός είναι κάτι που προσφάτως έχουν επισημάνει και ετερόδοξοι θεολόγοι αναφορικά με το περιεχόμενο της θείας Λατρείας. Το σύμβολο γενικότερα χρησιμοποιείται για να απεικονίσει την ορατή έκφραση μίας αόρατης αλλά υπαρκτής διάστασης. Και αυτό είναι που το καθιστά αναγκαίο μέσο της θείας Λατρείας.
Λαμβάνοντας όλα αυτά τα κοινωνικά και θεολογικά ερεθίσματα καθώς και τις απαιτήσεις των καιρών, εστιάσαμε την προσοχή μας στη διδακτική προσέγγιση των συμβόλων της Ορθόδοξης Καθολικής Εκκλησίας. Αν τα σύμβολα είναι τόσο σημαντικά εκφραστικά μέσα της χαρισματικής εμπειρίας του Σώματος του Χριστού, και αν το Μάθημα των Θρησκευτικών επικεντρώνεται στη μελέτη και στην παρουσίαση της εμπειρίας αυτής ως πρότασης ζωής, τότε τα σύμβολα θα ήταν εύλογο να αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του Μαθήματος των Θρησκευτικών.
Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να σκιαγραφήσουμε τους βασικούς άξονες, πάνω στους οποίους μπορεί να διεξάγεται η διδασκαλία των συμβόλων της Ορθόδοξης Καθολικής Εκκλησίας στο πλαίσιο του Μαθήματος των Θρησκευτικών, το οποίο διδάσκεται σήμερα στην Πρωτοβάθμια και στη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Βέβαια, όταν αναφερόμαστε στη διδασκαλία του συμβόλου ή των συμβόλων, θα εννοούμε εφ” εξής τη διδασκαλία εκείνη που χρησιμοποιεί τα σύμβολα ως μέσο παρουσίασης της αγιοπνευματικής εμπειρίας της Εκκλησίας. Η γενική «του συμβόλου» είναι, εν προκειμένω, προσδιοριστική και ταυτόχρονα αντικειμενική.

Πολύδωρος Γκοράνης

Πολύδωρος Γκοράνης, Παλαιοσλαβικές μεταφράσεις του έργου του Ιωάννη Χρυσοστόμου: Σερβικά χειρόγραφα. Φιλολογικές και θεολογικές προσεγγίσεις, Ελληνισμός και κόσμος των Σλάβων 11, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2013

Το βιβλίο με τίτλο Παλαιοσλαβικές μεταφράσεις του έργου του Ιωάννη Χρυσοστόμου: Σερβικά χειρόγραφα. Φιλολογικές και θεολογικές προσεγγίσεις αποτελεί το ενδέκατο της σειράς «Ελληνισμός και κόσμος των Σλάβων» που επιμελείται και διευθύνει ο Ομότιμος Καθηγητής Θεολογίας κ. Αντώνιος-Αιμίλιος Ταχιάος. Πραγματεύεται πρωτίστως τη μεταφραστική παραγωγή των έργων του Ιωάννη του Χρυσοστόμου που σώθηκαν στην παλαιοσλαβική γλώσσα σερβικής ορθογραφίας στην περιοχή της Δυτικής Βαλκανικής και του Αγίου Όρους. Εξετάζονται ζητήματα, όπως, το θέμα της γένεσης και εξέλιξης της λογοτεχνικής παραγωγής και γενικότερα του χαρακτήρα που διαμορφώνει στους Σλαβικούς λαούς με έμφαση στην περίπτωση της Σερβίας, αναλύοντας παράλληλα τον καθοριστικό και πρωταρχικό ρόλο των αντιγραφέων και των αντιγραφικών κέντρων. Η συστηματική καταλογογράφηση των παλαιοσλαβικών χειρογράφων σερβικής ορθογραφίας με χρονολογική ταξινόμηση και η ειδολογική κατηγοριοποίηση και περιγραφή του έργου του αποσκοπούν, επίσης, στη διερεύνηση της παρουσίας του Χρυσοστόμου στον συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο και ιστορικό χρόνο. Το βιβλίο απευθύνεται κυρίως σε ερευνητές των Σλαβικών Σπουδών και φιλολόγους που ασχολούνται συστηματικά με τις διακειμενικές σχέσεις και τη μεταφρασεολογία ειδικότερα, ιστορικούς και θεολόγους, καθώς και ένα ευρύτερο κοινό που ενδιαφέρεται για την πορεία και εξέλιξη της γλώσσας και της λογοτεχνίας.
Ο Πολύδωρος Γκοράνης είναι λέκτορας στο Τμήμα Νεοελληνικών Σπουδών της Φιλολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Βελιγραδίου.

Jοhn Fotopoulos, Τα Θυσιαστήρια Δείπνα στη Ρωμαϊκή Κόρινθο, (Mετάφραση Μ. Γκουτζιούδη), ΒΒ 37, Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2006

Jοhn Fotopoulos, Τα Θυσιαστήρια Δείπνα στη Ρωμαϊκή Κόρινθο, (Mετάφραση Μ. Γκουτζιούδη), ΒΒ 37, Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2006

Μετάφραση του Food Offered to Idols in Roman Corinth, WUNT 2/151, Mohr Siebeck, Tübingen 2003. Η μελέτη αυτή είναι το πρώτο μεταφρασμένο βιβλίο που φιλοξενείται στη μοναδική στη χώρα μας επιστημονική βιβλική σειρά: Βιβλική Βιβλιοθήκη. Η εργασία αποτελεί μια εκτεταμένη έρευνα γύρω από το ζήτημα των ειδωλοθύτων στην Α΄ Κορινθίους. Πέρα από τα πλέον πρόσφατα πορίσματα της αρχαιολογικής καταγραφής της αρχαίας Κορίνθου, τα οποία ο συγγραφέας έχει λάβει υπόψη του, υιοθετείται η κοινωνικο-ρητορική μέθοδος προσέγγισης στην ενότητα 8:1-11:1.
Από τον πρόλογο της ελληνικής μετάφρασης
Ως μέρος της WUNT II, το βιβλίο Food Offered to Idols in Roman Corinth κυκλοφόρησε στις μεγάλες πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες όλου του κόσμου και θεωρήθηκε επίσης κριτικά από τους μελετητές της Καινής Διαθήκης σε πολλά επιστημονικά περιοδικά. Δεδομένου ότι το βιβλίο έχει ευρύτατα κυκλοφορήσει στα αγγλικά και έχει λάβει μια τέτοια θετική αποδοχή, σκεφτήκαμε ότι ήταν αρμόζον για τους ελληνόφωνους μελετητές να έχουν επίσης την ευκαιρία να το διαβάσουν, ειδικά εφόσον εξετάζονται αρχαία ελληνικά, ρωμαϊκά και χριστιανικά ζητήματα.
Η συμμετοχή σε κάποιο δείπνο στον ελληνορωμαϊκό κόσμο ήταν ένας αρχικός τρόπος κοινωνικής αλληλεπίδρασης, θρησκευτικής έκφρασης και χαρούμενης ψυχαγωγίας. Σύμφωνα με ένα ρωμαϊκό ρητό που αναφέρεται από τον Πλούταρχο, το να δειπνεί κανείς μόνος δεν θεωρούνταν μάλιστα δείπνο, αλλά απλώς βρώση. Η πόλη της ρωμαϊκής Κορίνθου παρουσίαζε πολλές ευκαιρίες για επίσημη παράθεση δείπνων με φίλους, συγγενείς, και συναδέλφους, σε τέτοιο βαθμό που με τον ίδιο τρόπο σήμερα κάθε ελληνική πόλη προσφέρει στη σύγχρονη Ελλάδα. Ως μία δραστήρια ρωμαϊκή αποικία, η παράθεση δείπνων στην αρχαία Κόρινθο αποτελούσε σημαντική ευκαιρία για τους κατοίκους της πόλης να ανελιχθούν κοινωνικά, να γιορτάσουν κάποιες σημαντικές περιστάσεις και να εκφράσουν την υποταγή τους στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Η παράθεση δείπνων στη ρωμαϊκή Κόρινθο είχε επίσης θρησκευτική διάσταση δεδομένου ότι ένα μεγάλο μέρος των τροφίμων που καταναλώνονταν κατά τη διάρκεια των επίσημων γευμάτων είχαν προηγουμένως θυσιαστεί στις παγανιστικές θεότητες στους πολλούς ναούς που υπήρχαν σε όλη την πόλη. Όταν οι κάτοικοι της Κορίνθου άρχισαν να μεταστρέφονται από τον παγανισμό στο χριστιανισμό μετά το κήρυγμα του αποστόλου Παύλου περίπου το 51 μ.Χ., η επίσημη παράθεση δείπνου έγινε ένα περισσότερο περίπλοκο ζήτημα. Προέκυψαν ζητήματα ως προς την αποδοχή της κατανάλωσης τροφίμων που ήταν θυσιασμένα στις παγανιστικές θεότητες, την αγορά τροφίμων που πωλούνταν στην αγορά και τη συμμετοχή σε γεύματα που διοργανώνονταν από τους παγανιστές στα σπίτια τους. Αυτό το βιβλίο εξετάζει τέτοιου είδους ζητήματα, όπως αυτά μαρτυρούνται στην πρώτη επιστολή του Παύλου προς τους Κορινθίους μέσα στο κοινωνικο-ιστορικό πλαίσιο του πρώτου αιώνα μ.Χ. Η κοινωνική ιστορία και αρχαιολογία της ρωμαϊκής Κορίνθου και ο ελληνορωμαϊκός κόσμος έχουν προσεκτικά ερευνηθεί, όπως διαφαίνονται από τις οδηγίες του Παύλου σχετικά με την επίσημη παράθεση δείπνων και την κατανάλωση ειδωλοθύτων. Κατά συνέπεια, το παρόν βιβλίο επιχειρεί να εμπλουτίσει τη γνώση μας για την αρχαία Ελλάδα, τη ρωμαϊκή Κόρινθο, την καθημερινή ζωή κατά τον πρώτο αιώνα, τα επίσημα δείπνα και τις ελληνορωμαϊκές λατρείες προκειμένου να γίνει καλύτερα κατανοητή η σημασία των οδηγιών του Παύλου για τα θυσιαστήρια τρόφιμα εντός του Α΄ Κορ. 8:1-11:1.

ΟΣΙΟΣ ΙΩΑΣΑΦ - ΜΕΤΕΩΡΙΤΗΣ

Όσιος Ιωάσαφ ο Μετεωρίτης
20 Απριλίου 2013
Μοναχικός Βίος / Βατοπαιδινοί Άγιοι  
Ο άγιος Ιωάσαφ ήταν υιός τού ευσεβή ηγεμόνα της Ηπείρου και Θεσσαλίας Συμεών Ούρεση Παλαιολόγου (1359-1370), που καταγόταν από τον βασιλικό οίκο των Νεμάνια και ανακηρύχθηκε «τσάρος των Ελλήνων, των Σέρβων και των Αλβανών». Η μητέρα του Θωμαΐδα ήταν κόρη του δεσπότη της Ηπείρου Ιωάννη Β΄ Ορσίνη (1323-1335) και αδελφή του τελευταίου δεσπότη της Ηπείρου Νικηφόρου Β΄ Ορσίνη (1338-1340, 1356-1359).
Ο κατά κόσμον Ιωάννης γεννήθηκε κατά το 1349-50. Η καταγωγή της μητέρας του ήταν άπό τή βυζαντινή αυτοκρατορική οικογένεια των Παλαιολόγων…. Η μητέρα της μητέρας του, η γιαγιά του Μαρία Παλαιολογίνα, ήταν δισέγγονη τού βυζαντινού αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου (1259-1282) άπό τον πατέρα της Ιωάννη Παλαιολόγο και εγγονή από τή μητέρα της Ειρήνη τού Θεόδωρου Μετοχίτη, πού ήταν κτίτορας της περίφημης μονής της Χώρας στην Κωνσταντινούπολη, και είχε παντρευτεί τον Σέρβο βασιληά Στέφανο Γ΄ Ούρεση (1321-1331), πού ήταν παππούς τού Ιωάννη. Ο Ιωάννης είχε ένα νεώτερο ετεροθαλή αδελφό, τον Στέφανο, τη Μαρία Αγγελίνα Κομνηνή Δούκαινα Παλαιολογίνα, πού ήταν παντρεμένη με τον δεσπότη των Ιωαννίνων Θωμά (+1384).
Το 1359-60 ο Ιωάννης αναγορεύθηκε στην Καστοριά συναυτοκράτορας με τον πατέρα του σε ηλικία μόλις δέκα ετών. Μετά δέκα έτη περίπου, πέθανε ο πατέρας του και τον διαδέχθηκε στην εξουσία. Η ευσεβής οικογένειά του τον βοήθησε από μικρό να έχει ένα ιδιαίτερο ζήλο για την πνευματική ζωή και όχι για τα κοσμικά πράγματα. Επισκεπτόταν συχνά τις εκκλησίες και τα μοναστήρια και συμμετείχε στις ιερές ακολουθίες και τις θείες λειτουργίες, ιδιαίτερα στις μονές τού Αγίου Όρους και των Μετεώρων. Κατά τον θάνατο τού πατέρα του βρισκόταν στο Άγιον Όρος. Επέστρεψε στα Τρίκαλα και παραχώρησε την εξουσία και τη διοίκηση της Θεσσαλίας στον συγγενή του Καίσαρα Αλέξιο Άγγελο Φιλανθρωπινό το 1372. Το έτος αυτό, στην ηλικία των 22 ετών, ο Ιωάννης Ούρεσης Παλαιολόγος, ο τελευταίος γόνος της ένδοξης δυναστείας των Νεμανιδών, κατέφυγε στην ιερά μονή τού Πλατυλίθου, της Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος τού Μεγάλου Μετεώρου. Εκεί μετονομάσθηκε Ιωάσαφ από τον όσιο Αθανάσιο τον Μετεωρίτη (+1380), του οποίου υπήρξε πνευματικός πατέρας και καθοδηγός. Αυτός, προ της μακαρίας κοιμήσεώς του, του παραχώρησε «πάσαν την εξουσίαν και αρχήν» της μονής. Μετήλλαξε τή βασιλική πορφύρα με το μοναχικό τρίχινο ράσο.
Ο Ιωάσαφ, όταν εκοιμήθη ο Γέροντάς του όσιος Αθανάσιος ο Μετεωρίτης, απουσίαζε στη Θεσσαλονίκη και στο Άγιον Όρος. Μετά την εκδημία του, επέστρεψε στο Μεγάλο Μετέωρο και ανέλαβε τα καθήκοντά του ως διάδοχος, κατά τη διαθήκη τού οσίου πνευματικού του πατρός. Το 1381 υπογράφει «Ιωάννης Ούρεσης ο Παλαιολόγος ο δια του Θείου και αγγελικού σχήματος μετονομασθείς Ιωάσαφ μοναχός». Το 1384-85 ο Ιωάσαφ μεταβαίνει στα Ιωάννινα για να παρηγορήσει και ενισχύσει την πρόωρα χήρα αδελφή του Μαρία Αγγελίνα, πού ο σύζυγός της Θωμάς Πρελιούμποβιτς είχε δολοφονηθεί, και η δια είχε ανακηρυχθεί κυβερνήτρια τού δεσποτάτου της Ηπείρου. Ο κίνδυνος της απειλής των Αλβανών ανάγκασε τή Μαρία να έλθει σε δεύτερο γάμο με τον κόμη Ιζαού Μπουντελμόντι από την Κεφαλλονιά, κατόπιν συνδρομής του Ιωάσαφ και να ειρηνεύσει το δεσποτάτο και να επιστρέψει ήσυχος στα Μετέωρα με δώρα άπό την αδελφή του, πού τα χρησιμοποίησε για τη μονή του, μαζί με μεταγενέστερες πλούσιες δωρεές, οι όποιες μεγάλυναν το Μεγάλο Μετέωρο και τον κατέστησαν δεύτερο κτίτορα.
Το 1393-1394 οι Τούρκοι κατέλαβαν τή Θεσσαλία και ο άγιος αναγκάσθηκε να αναχωρήσει για το Άγιον Όρος.
Μαζί του είχε τον ιερομόναχο Σεραπίωνα και τους μοναχούς Φιλόθεο και Γεράσιμο. Εγκαταστάθηκαν στη μονή Βατοπαιδίου, στην οποία προσέφεραν δώρα, χρήματα και ένα χρυσό σταυρό. Σε αυτούς παραχωρήθηκαν δύο κελλιά, όπως φαίνεται σε έγγραφο πού υπογράφουν και οι Βατοπαιδινοί πατέρες Θεοδώρητος Καθηγούμενος και Ιγνάτιος Προηγούμενος. Το 1394 ο Πρώτος τού Αγίου Όρους ιερομόναχος Ιερεμίας Διονυσιάτης έδωσε Κελλί στις Καρυές, για να κατοικεί ο Ιωάσαφ με τη συνοδεία του. Ο Πρώτος τού Αγίου Όρους Νεόφυτος Διονυσιάτης σε έγγραφό του αναφέρει ότι «ο κατά κόσμον ευγενέστατος και εν μοναχοίς οσιώτατος κυρ Ιωάσαφ» το 1396 αναχώρησε για τα Μετέωρα.
Ο μητροπολίτης Λαρίσης Ιωάσαφ τον ονομάζει «αειθαλές δένδρον και υψίκομον, τον κυρ Ιωάσαφ, όπερ θάλπει πάντας· τον άγιον, τον γλυκύν, τον πράον, τον ήσυχον, τον αγχίνουν…» σε επιστολή του, όπου αναφέρει ότι έχει και μεγάλη συνοδεία μοναχών.
Ο όσιος Ιωάσαφ εκοιμήθη το 1422-23 ως απλός μοναχός σε ένα μικρό κελλί τού Μεγάλου Μετεώρου, το όποιο αγάπησε και λάμπρυνε με πολλά έργα, μεγαλώνοντας το μικρό Καθολικό, πού το αγιογράφησε, συμπλήρωσε με απαραίτητες οικοδομές και αφιέρωσε κτήματα και χειρόγραφα. Ήταν ολόψυχα αφιερωμένος στό ιδεώδες τού μοναχικού βίου, ταπεινόφρων, υπάκουος, κοινοβιάτης μοναχός, ακούραστος ασκητής και γι΄ αυτό σεβαστός και αγαπητός απ΄ όλους.
Στην ωραία και αιθέρια ιερά μονή τού Μεγάλου Μετεώρου φυλάγεται η τίμια κάρα τού οσίου Ιωάσαφ σε αργυρά λειψανοθήκη και αποτελεί μαζί με τού αγίου Γέροντά του Αθανασίου πολύτιμο και ανεκτίμητο θησαυρό και σεβάσμιο προσκύνημα. Στό σκευοφυλάκιο της μονής φυλάγονται προσωπικά σκεύη τού οσίου, καθώς και φορητές εικόνες. Στη μονή τοιχογραφείται μαζί με τον όσιο Αθανάσιο.
Η ιερά ακολουθία του υπάρχει στους κώδικες της μονής του: 209 τού 1551 και 128 τού 17ου αιώνος και είναι ποίημα τού Ιουστίνου Δεκαδύο. Συνυμνείται με τον όσιο Αθανάσιο. Η ακολουθία δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά το 1788 στη Βενετία. Παρακλητικό Κανόνα και Χαιρετιστήριους Οίκους συνέθεσε πρόσφατα η μοναχή Θεοτέκνη.
Η μνήμη του τιμάται στις 20 Απριλίου.
πηγή: Μοναχού Μωϋσέως Αγιορείτου, Άγιοι Αγίου Όρους, Εκδόσεις Μυγδονία, Θεσσαλονίκη, 2007
- See more at: http://www.vatopedi.gr/2013/04/%cf%8c%cf%83%ce%b9%ce%bf%cf%82-%ce%b9%cf%89%ce%ac%cf%83%ce%b1%cf%86-%ce%bf-%ce%bc%ce%b5%cf%84%ce%b5%cf%89%cf%81%ce%af%cf%84%ce%b7%cf%82/#sthash.T4jjsVxb.dpuf

Βίος Αγίου Μαξίμου του Γραικού (9 – Θαύματα Αγίου Μαξίμου)

Βίος Αγίου Μαξίμου του Γραικού (9 – Θαύματα Αγίου Μαξίμου)
17 Ιουλίου 2012
Μοναχικός Βίος / Βατοπαιδινοί Άγιοι  
Θαύματα του Αγίου Μαξίμου
Ο άγιος Μάξιμος, όταν κοιμήθηκε, ενταφιάσθηκε στην βορειοδυτική γωνία του ιερού ναού του Αγίου Πνεύματος, τον οποίο «ανήγειρε ο τσάρος Ιβάν Δ΄ Βασίλιεβιτς εις ανάμνησιν της καταλήψεως του Καζάν»[1] μέσα στην Λαύρα του Αγίου Σεργίου.
Μετά τον θάνατο του αγίου Μαξίμου πολλοί έδειξαν τον σεβασμό τους στο ιερό λείψανό του. Όπως αφηγείται παλαιός χρονογράφος τον ονόμαζαν μεγάλο δάσκαλο και προφήτη. Ο λαός της Ρωσίας τον θεώρησε «νέο ομολογητή και μάρτυρα της αληθείας» και τον τίμησε ως άγιο, περιφρονώντας τις καταδίκες των Συνόδων 1525 και 1531. Ο μητροπολίτης Μόσχας Πλάτων τιμώντας τον άγιο Μάξιμο γράφει ότι «στά βαθιά γεράματα πέθανε και ενταφιάστηκε με πολλή ευσέβεια και θεωρείται μεγάλη εκκλησιαστική προσωπικότητα, η οποία δοξάστηκε με αγιότητα»[2]. Κατασκεύασε λάρνακα και κουβούκλιο, ενώ το 1833 ο τοποτηρητής της Λαύρας του Αγίου Σεργίου αρχιμανδρίτης Αντώνιος ίδρυσε πάνω στον τάφο του παρεκκλήσιο[3].
Από τα μέσα του 16ου αιώνα άρχισαν να γράφονται σύντομοι Βίοι του οσίου Μαξίμου του Γραικού. Με την συγκέντρωση πληροφοριών για την ζωή του διαμορφώθηκαν δύο κατηγορίες Διηγήσεων, σύντομες και λεπτομερείς. Την ίδια εποχή εμφανίζονται οι διάφορες διηγήσεις των θαυμάτων του, αρχίζει η κατασκευή εικόνων και η σύνταξη τροπαρίων και ύμνων, οι οποίοι εξυμνούν τις αρετές του τονίζοντας την άφιξή του στην Ρωσία από την Ελλάδα, «εξ ανατολών εις τον βορράν»[4], για να καταυγάσει την ομίχλη και να φωτίσει το πυκνό σκοτάδι.
Στις πρώτες εικόνες (16ος-17ος αιώνας) αγιογραφείται ως σοφός, αργότερα (17ος-18ος αιώνας) με φωτοστέφανο ως «άγιος Πατέρας» των Ρώσων. Παριστάνεται με μεγάλα γένια, ασπρομάλλης, κρατώντας ή βιβλίο ή ειλητάριο με γραμμένη την φράση, «Πίστις χωρίς των έργων νεκρά εστιν»[5], η οποία «ερμηνεύτηκε ως αιχμή κατά της τυπολατρίας του κλήρου και της συγκέντρωσης μεγάλης περιουσίας των μοναστηριών, αλλά και κατά της κακοδιοικήσεως του ηγεμόνα της Ρωσίας»[6].
Το 1564, λίγα χρόνια μετά τον θάνατό του, ο άγιος απεικονίζεται στους τοίχους του πρόναου του Ναού του Μπλαγοβένσκι του Κρεμλίνου της Μόσχας ανάμεσα σε φιλοσόφους της αρχαίας Ελλάδας. Αυτή η τιμή δεν έγινε ποτέ στην ιστορία των Ρώσων, ούτε πριν ούτε μετά από τον Μάξιμο μέχρι σήμερα[7].
Ο άγιος, μετά την κοίμησή του, εμφανίζεται στον ύπνο αγαπητών του προσώπων, τα οποία δεν πρόλαβαν να πάρουν την ευλογία του πριν κοιμηθεί, ή τους αναγγέλλει ότι βρίσκεται στην βασιλεία του Θεού. Σε άλλους προαναγγέλλει την αποδημία τους από τον κόσμο, όπως στον μοναχό Νικόδημο.
Μερικοί προσκυνητές του τάφου του αφηγήθηκαν την θαυματουργική διάσωσή τους από εχθρούς, οι οποίοι τους επιτέθηκαν. «Στον δρόμο μας επιτέθηκαν οι Τούρκοι στρατιώτες και ήθελαν να μας κτυπήσουν. Καλέσαμε σε βοήθεια τον Θεό και τους οσίους πατέρες Σέργιο, Νίκωνα και αυτόν τον νεώτερο όσιο πατέρα μας Μάξιμο Γραικό. Και ξαφνικά διώχθηκαν οι εχθροί μας». Περιγράφουν τον άγιο Μάξιμο ότι «ήταν μεγάλης ηλικίας, με μεγάλη στρογγυλή γενειάδα».
Αναφέρονται πολλές θαυματουργικές ιάσεις προσώπων, τα οποία έπασχαν από διάφορες ασθένειες. Ο άρχοντας Αλέξιος Ιβάνοφ Βοροντίσκι, που ήταν πολύ άρρωστος, δεκαέξι χρόνια μετά την κοίμηση του αγίου Μαξίμου θεραπεύτηκε με τις ευχές του, τρώγοντας τα κόλλυβα μετά την τέλεση της μνήμης του αγίου.
Το 1561 επί πατριάρχου Νίκωνος κάποιος ήλθε να εκπληρώσει ένα τάμα στην Λαύρα του Αγίου Σεργίου. Μετά την παράκληση που έψαλε στο παρεκκλήσι κουρασμένος κάθησε πάνω στην πλάκα ενός τάφου. Ξαφνικά κάποια δύναμη τον έρριξε κάτω και κτύπησε πάρα πολύ. Αφού με δυσκολία πλησίασε, ρωτούσε τους ανθρώπους σε ποιόν ανήκε ο τάφος. Του απάντησαν: «Του μοναχού Μαξίμου του Γραικού». Τότε ζήτησε συγχώρηση από τον άγιο, έκανε παννυχίδα προς αυτόν και έγινε τελείως καλά.
Ο διακονητής Ιωάννης δεν πίστεψε στο θαύμα και με υπερηφάνεια κάθησε πάνω στον τάφο. Τρεις φορές έπεσε κάτω και τραυματίστηκε πολύ σοβαρά στο πρόσωπο. Συναισθάνθηκε το σφάλμα του και παρακάλεσε τον Κύριο στρεφόμενος στην εικόνα του να τον συγχωρήσει. Κοιμήθηκε και είδε κάποιον άγνωστο μοναχό να προσεύχεται προς τον Χριστό. Τον ρώτησε ποιός είναι, και του απάντησε: «Εγώ είμαι ο Μάξιμος ο Γραικός». Τότε ο Ιωάννης του ζήτησε συγχώρηση. Ο άγιος Μάξιμος του είπε με οργή: «Γιατί με ατιμάζεις; Ακουσες ότι την ίδια ημέρα κτύπησε ο άνθρωπος που κάθησε πάνω στον τάφο μου. Ιδού, για την απιστία σου τιμωρήθηκες όπως έπρεπε».
Το 1574 ο άγιος Μάξιμος εμφανίστηκε σε όραμα στον ιερέα Θεόδωρο και τον θεράπευσε από θανάσιμη ασθένεια ευλογώντας με τον Τίμιο Σταυρό. Την ίδια χρονολογία θεράπευσε τον Ιβάν Μιχαήλοφ Καλίτιν, ο οποίος πονούσε στο αριστερό του μάτι επί 7 χρόνια και 2 μήνες. Συγχρόνως θεράπευσε και την απιστία του προς το πρόσωπό του.
Ο χωρικός Βασίλειος Μιχαήλοφ από το χωριό Σέρτσιν τραυματίστηκε σοβαρά από το αφηνιασμένο άλογό του, ενώ έκανε εργασίες. Μεταφέρθηκε μισοπεθαμένος στο σπίτι του. Ακουσε για τον θαυματουργό άγιο Μάξιμο και παρακάλεσε να τον μεταφέρουν στον τάφο του. Εκεί έγινε καλά και επέστρεψε στο σπίτι του χαρούμενος δοξάζοντας τον Θεό.
Το 1581 ο ευγενής Μιχαήλ Ιβάνοφ Σούστοφ, από το χωριό Νταμασκόφ της πόλης Γιαροσλάβ, θεραπεύθηκε από φοβερό πονόδοντο, όταν πήγε να προσκυνήσει τον τάφο του αγίου Μαξίμου.
Το 1584 ο άγιος Μάξιμος θεράπευσε από δαιμόνιο τον Βασίλειο Ιβάνοφ Ζαμόσιν από το χωριό Γκολοβίν που υπέφερε επί δύο χρόνια. Ο ίδιος διηγήθηκε την εμφάνιση του οσίου. «Ήρθε ένας άνδρας με ωραίο πρόσωπο, μεγάλης ηλικίας, με στρογγύλα μεγάλα γένια και έβγαλε τον δαίμονα από μένα και άρχισε να τον κτυπά πολύ με σιδερένια βέργα και του είπε: “Γιατί παιδεύεις τον δούλο του Θεού; Από δώ και πέρα να μην τον αγγίξεις”«.
Ανάμεσα στα θαύματα του αγίου αναφέρονται θεραπείες ανθρώπων από δάγκωμα φιδιού ή από φοβερούς πονοκεφάλους, θεραπείες παραλύτων, τυφλών, κωφών, λεπρών, κωφαλάλων εκ γενετής, γυναικών που έπασχαν από ατεκνία, δαιμονισμένων, αλκοολικών, και πολλών που έπασχαν σε διάφορα μέρη του σώματος.
Το 1593 εμφανίσθηκε στον ύπνο του τσάρου Θεόδωρου Ιβάνοβιτς, που ξεκουραζόταν στην σκηνή του κατά τον πόλεμο με τους Γερμανούς, και τον προειδοποίησε να την εγκαταλείψει, γιατί κινδύνευε η ζωή του. Πράγματι ένα βλήμα πέτυχε το κρεβάτι του, όταν έφυγε μακριά από αυτό. Ο τσάρος από ευγνωμοσύνη φιλοτέχνησε την εικόνα του αγίου, την διακόσμησε με χρυσάφι, ασήμι και πολύτιμες πέτρες και την μετεφέρε στον καθεδρικό ναό της Κοιμήσεως της Παναγίας. Όταν έγινε η Θεία Λειτουργία και ο Αγιασμός, πέντε άτομα, τυφλοί, κουτσοί και λεπροί, που προσκύνησαν την εικόνα, έγιναν καλά[8].
 
Κατάταξη του Αγίου Μαξίμου στο Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως κατέταξε στο Αγιολόγιό της τον άγιο Μάξιμο το 1988. Το ίδιο έτος το Πατριαρχείο της Ρωσίας, κατά τον εορτασμό της Χιλιετίας του εκχριστιανισμού της Ρωσίας, τον αναγνώρισε επίσημα και τον κατέταξε στην χορεία των αγίων της. Η Εκκλησία της Ρωσίας με απόφαση της Συνόδου του 1988 κατέταξε εννέα αγίους στο Αγιολόγιό της μεταξύ των οποίων και τον άγιο Μάξιμο[9].
Στην Ελλάδα αναγνωρίστηκε από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας ο άγιος Μάξιμος το 1988, πριν γίνει η επίσημη αναγνώρισή του από την Εκκλησία της Ρωσίας. Πρέπει να αναφερθεί ότι αυτή έγινε χάρις στις «ευλαβείς και αξιεπαίνους πρωτοβουλίας» του Κωνσταν­τίνου Τσιλιγιάννη, δικηγόρου και ιστορικού συγγραφέα[10].
Η πρώτη προσπάθεια ανακομιδής των λειψάνων του αγίου Μαξίμου έγινε το 1591 επί πατριαρχείας Ιώβ. Ο άγιος Ιώβ αναγ­κάστηκε να προβεί σε αυτήν την ενέργεια μετά από τα πολλά θαύματα που συνέβαιναν στον τάφο του αγίου. Παρόλο όμως που ανοίχτηκε ο τάφος και ευωδίασε ο τόπος από το λείψανο του αγίου και αφού ο άγιος Μάξιμος θεράπευσε έναν παραλυτικό και έναν τυφλό, σε αποκάλυψη που έκανε στον παρόντα μητροπολίτη Ιωσήφ δεν επέτρεψε να γίνει η ανακομιδή, και τα λείψανα παρέμειναν στον τάφο[11]. Τελικά η ανακομιδή των λειψάνων του έγινε ύστερα από 405 χρόνια, στις 21 Ιουνίου του 1996 (π.ημ.). Ο αρχαιολόγος Σέργιος Μπελιάεφ, υπεύθυνος της ομάδας για την ανακομιδή των λειψάνων του αγίου Μαξίμου, αναφέρει ότι μόλις εμφανίστηκε η κάρα του οσίου γέμιζε ο τόπος με άρρητη ευωδία που έγινε αισθητή απ’ όλους τους παρόντες και διήρκεσε για αρκετές ημέρες[12].
Η παράδοση μέρους των λειψάνων του για την Μονή της μετανοίας του, την Μονή Βατοπαιδίου, έγινε στις 8 Ιουλίου του 1997 (π.ημ.) στον ιερό ναό της Παναγίας του Καζάν από τον πατριάρχη Μόσχας και πασών των Ρωσιών κ.κ. Αλέξιο στον καθηγούμενο της Μονής αρχιμανδρίτη Εφραίμ. Οι εορτασμοί μετακομιδής του λειψάνου του αγίου Μαξίμου στην Μονή Βατοπαιδίου έγιναν στις 14 Ιουλίου του 1997 (π.ημ.). Τον Μάιο του 2006 άρχισαν οι εργασίες για την ανέγερση μεγαλοπρεπούς ιερού ναού προς τιμήν του στην γενέτειρα του αγίου, στην Αρτα.
Η πνευματική τροφός του αγίου Μαξίμου, η Μονή του Βατοπαιδίου, θεωρεί τον Μάξιμο ως ένα από τα πιο περιφανή και αγαπητά τέκνα της, γι’ αυτό και καθιέρωσε παρεκκλήσιο εντός της Μονής στο όνομά του[13]. Επίσης τον μνημονεύει και ζητά την πρεσβεία του στην Απόλυση κάθε Ακολουθίας[14].
Πανηγυρικές Ακολουθίες στον άγιο Μάξιμο συνέταξαν ο αρχιμανδρίτης Φιλάρετος Βιτάλης και οι μακαριστοί γέροντες Ιωσήφ ο Βατοπαιδινός και ο Γεράσιμος ο Μικραγιαννανίτης.
Ο άγιος Μάξιμος υπήρξε τέλειος μιμητής του Χριστού, φίλος και αδελφός Του[15], ακολούθησε τα ίχνη του Χριστού[16], έζησε την εσταυρωμένη ζωή, βάσταζε τα στίγματα του Χριστού στο σώμα του[17]. Η θεία Πρόνοια ευδόκησε να δεχθεί ο Μάξιμος υπερφυσικούς πειρασμούς, και ίσως πολλοί να διερωτώνται, γιατί ο Θεός επέτρεψε τέτοιου είδους θλίψεις. Ο μακαριστός Γέρον­τας Ιωσήφ ο Βατοπαιδινός ομιλεί με πολλή διάκριση για τα είδη των πειρασμών: «Αλλοι είναι οι πειρασμοί των αγωνιστών, για να προσθέσουν κέρδος και πρόοδο στον αγώνα τους· άλλοι είναι οι πειρασμοί των ραθύμων και απροθύμων, για να προφυλάσσον­ται από τα βλαβερά και επικίνδυνα· άλλοι είναι οι πειρασμοί αυτών που νυστάζουν και κοιμούνται, για να τους ξυπνήσουν. Διαφορετικοί είναι οι πειρασμοί αυτών που απομακρύνονται και πλανώνται, για να πλησιάσουν κοντά στον Θεό· διαφορετικοί τέλος είναι οι πειρασμοί των δικαίων και φίλων του Θεού, για να κληρονομήσουν την επαγγελία. Υπάρχουν και πειρασμοί των τελείων, που επιτρέπει ο Θεός, για να τους προβάλλει στην Εκκλησία ως στήριγμα των πιστών και ως παράδειγμα προς μίμηση. Υπάρχει και άλλο είδος πειρασμών των τελείων, όπως του Κυρίου και των αποστόλων, που πλήρωσαν τον νόμο της (επι)κοινωνίας με τον κόσμο σηκώνοντας τους δικούς μας πειρασμούς»[18]. Αυτό το τελευταίο είδος των πειρασμών των τελείων ήταν ετοιμασμένο από την θεία Πρόνοια για να υπομείνει και ο άγιος Μάξιμος και με την Χάρη του Χριστού αναδείχθηκε νικητής.
Ταπείνωσε, κένωσε τον εαυτό του, και γι’ αυτό και δοξάσθηκε μετά θάνατον με την άκτιστη άφθαρτη δόξα του Θεού. Αφησε ένα υπόδειγμα βίου, πολύ υψηλό και ανέφικτο προς μίμηση, που μαρτυρεί ότι «Ιησούς Χριστός, χθές και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας»[19]. Ήταν ο σοφός, ο λόγιος, ο επιστήμονας της εποχής του, αλλά και ο φίλος του Νυμφίου Χριστού, ο αληθινός μοναχός, ο χαρισματικός ποιμένας, που αγάπησε τον άνθρωπο και έδωσε όλο το είναι του στην ανιδιοτελή και υψηλή αυτή διακονία του.


Πηγή: Άπαντα Αγίου Μαξίμου Γραικού, Αγίου Μαξίμου Γραικού Λόγοι, Τόμος Α΄, Μετάφραση: Μάξιμος Τσυμπένκο – Τιμόθεος Γκίμον, Έκδοσις Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 2011.
——————————————————————————–
[1]. Γρηγορίου Παπαμιχαήλ, ό.π., σ. 508.
[2]. Κωνσταντίνου Τσιλιγιάννη, Περί τού τάφου τού αγίου Μαξίμου τού Γραικού, Άγιον Όρος 1994, σσ. 11-12.
[3]. Λεπτομέρειες γιά τίς ανασκαφές μέ σκοπό τήν ανεύρεση τού τάφου τού αγίου Μαξίμου βλ. στό Κωνσταντίνου Τσιλιγιάννη, Περί τού τάφου τού αγίου Μαξίμου τού Γραικού, Άγιον Όρος 1994.
[4]. Γρηγορίου Παπαμιχαήλ, ό.π., σ. 508.
[5]. Ιακ. 2,20.
[6]. Κωνσταντίνου Τσιλιγιάννη, ό.π., σ. 13.
[7]. Κωνσταντίνου Τσιλιγιάννη, ό.π., σ. 13.
[8]. Τά παραπάνω θαύματα έχουν ληφθεί από τήν Συλλογή τού Β. Μ. Ουντόλσκι, Rossijskaja Gosudarstvennaja Biblioteka (Κρατική Ρωσική Βιβλιοθήκη), τμ. 310, κώδ. 338 (18ος αι.), φ. 83 κ.ε.
[9]. Βλ. Ειρήνης Κασάπη, Οι ανακηρύξεις αγίων στήν Ρωσική Εκκλησία, Αθήνα 2009, σσ. 59-66. Πρβλ. Παντελή Πάσχου, Άγιοι, οι φίλοι τού Θεού, εκδ. Αρμός, Αθήνα χ.χρ., σ. 137.
[10]. Βλ. Αρχιμ. Γεωργίου Χρυσοστόμου, «Η αναγνώριση τού Μαξίμου τού Γραικού ως Αγίου καί ο καθορισμός κοινής εκκλησιαστικής πράξης αναγνώρισης Αγίων από τήν Ορθόδοξη Εκκλησία», Σκουφάς, τόμ. 8, τχ. 72-73, Αρτα 1989, σσ. 8-9. Ο οικουμενικός πατριάρχης εξέφρασε μέ γράμμα του «τήν ευαρέσκειαν τής Μητρός Εκκλησίας» αναγνωρίζοντας τίς ανωτέρω πρωτοβουλίες τού κ. Τσιλιγιάννη. Βλ. Κωνσταντίνου Τσιλιγιάννη, ό.π., σ. 17.
[11]. Βλ. Sergej Belokurov, O biblioteke moskovskikh gosudarej v XVI stoletii (Η βιβλιοθήκη τών ηγεμόνων τής Μόσχας κατά τόν 16ον αιώνα), Παράρτημα, σσ. LΧΧΧ-LXXXII, Μόσχα 1898.
[12]. Ο Μπελιάεφ ήταν υπεύθυνος γιά ανακομιδές λειψάνων τριάντα αγίων, πού έγιναν στήν Ρωσία τά τελευταία χρόνια. Η μαρτυρία του γιά τήν ευωδία τού λειψάνου τού αγίου Μαξίμου είναι πολύ σημαντική. Βλ. Sergej Beljaev, Otchet o obretenii svjatyh moschej prepodobnogo Maxima Greka (Έκθεση γιά τήν ανακομιδή τών ιερών λειψάνων τού οσίου Μαξίμου Γραικού), εκδ. Axion Estin, Αγία Πετρούπολη 2007, σ. 29 (ψηφιακή έκδοση).
[13]. Τό παρεκκλήσιο τού Αγίου Μαξίμου έγινε τό 1998 στήν βορειοανατολική πλευρά τής Μονής, στό λεγόμενο Νοσοκομείο, ακριβώς κάτω από τό παρεκκλήσιο τού Αγίου Παντελεήμονος. Βλ. Πρακτικό ΙΗ΄ 18-9/1-10-1998 τής Ιεράς Συνάξεως τής Μονής.
[14]. Αυτό έγινε μέ απόφαση τής Γεροντίας τής Μονής τό 1997.
[15]. Βλ. Ιω. 15,14 καί Ματθ. 28,10.
[16]. Βλ. Α΄ Πέτρ. 2,21.
[17]. Βλ. Γαλ. 6,17.
[18]. Γέροντος Ιωσηφ Βατοπαιδινού, Ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής, έκδ. Ι.Μ.Μ. Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 82008, σσ. 194-195.
[19]. Εβρ. 13,8.
- See more at: http://www.vatopedi.gr/2012/07/%ce%b2%ce%af%ce%bf%cf%82-%ce%b1%ce%b3%ce%af%ce%bf%cf%85-%ce%bc%ce%b1%ce%be%ce%af%ce%bc%ce%bf%cf%85-%cf%84%ce%bf%cf%85-%ce%b3%cf%81%ce%b1%ce%b9%ce%ba%ce%bf%cf%8d-9-%ce%b8%ce%b1%cf%8d%ce%bc%ce%b1/#sthash.r6Hb8B7b.dpuf