Δευτέρα 22 Απριλίου 2013

Απόγνωση, αποθάρρυνση και θάρρος (Μνήμη Αγίου Νήφωνος)

Απόγνωση, αποθάρρυνση και θάρρος (Μνήμη Αγίου Νήφωνος) γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστή

Απόγνωση, αποθάρρυνση και θάρρος (Μνήμη Αγίου Νήφωνος)


Απόγνωση, αποθάρρυνση και θάρρος
(Μνήμη Αγίου Νήφωνος)
γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστή


  Στην πνευματική μας πορεία, υπάρχει κάτι που είναι ο μεγαλύτερος σκόπελος. Και είναι τόσο πολύ σημαντικό, γιατί αυτό, εάν το προσέξη ο άνθρωπος, πολλά κερδίζει. Εάν όμως δεν το προσέξη, πολύ ζημιώνεται. Ο σκόπελος αυτός λέγεταιαποθάρρυνσι, απογοήτευσικαι ευρίσκεται μέσα στην πρακτική υφή της ζωής μας. Όπως και άλλες φορές είπαμε, οι αρχές και οι γραμμές βάσει των οποίων γίνεται το ξεκίνημά μας, είναι ηορθήπίστικαι ηαγαθήπροαίρεσι. Η πρακτική όμως, η κατ’ ενέργεια, ηενεργοποιός μερίςτου ανθρώπου, είναι εκείνη η οποία τον αποδεικνύει πιστό, δηλαδή επισφραγίζει την ομολογία του.Μέσα σε αυτήτην πρακτική, οάνθρωπος είτε προβιβάζεται και επιτυγχάνει, είτε υποβιβάζεται και χάνει. Το σημείο εκείνο το οποίο είναι τόσο επωφελές για μας, έγκειται σε τούτο, στονα μην χάνωμε το θάρρος μας, αλλάνα συνεχίζωμε, παρόλες τις δυσχέρειες και τις επιπλοκές που υπάρχουν μέσα στην ενεργητικότητα της πρακτικής. 
Η αμαρτία επιδιώκει να απατήση τον άνθρωπο, διότι η φύσι της, αν την ερευνήσωμε, είναιαπάτη. Στην ουσία δεν υπάρχει κακό, αλλά το νόημα είναι που το μεταβάλλει. Επειδή ακριβώς μεταβαλλόμενη δια του νοήματος μία πράξι γίνεται ένοχη, εάν δεν καλυφθή από την πρόφασι της απάτης, δεν πλανάται ο νους του ανθρώπου. Όπως δεν είναι δυνατό να βαδίση κανείς στην καταστροφή του και στην απώλειά του, βλέποντας τον προκείμενο κίνδυνο.Για να αψηφάτον κίνδυνο, πρέπει αυτός να συγκαλυφθήμε κάποιο τρόπο, ούτωςώστε να απατήση τονάνθρωπο και να πέση στην παγίδα.Αυτός είναι ο απατηλός τρόπος της προβολής της αμαρτίας, του κακού και με αυτό τον τρόπο συλλαμβάνεται ο άνθρωπος, ελέγχεται ως άπιστος και ότι οι υποσχέσεις του προς τον Θεό, πως θα τον αγαπά εξ όλης της ψυχής, είναι ψευδείς.
Ένας μεγάλος ισχυρός παράγων, ο οποίος είναι ο συντελεστής της επιτυχίας μας, είναι ακριβώς τονα κρατήση οάνθρωπος το θάρρος του. Μου εδόθη αφορμή από την βιογραφία του μεγάλου Πατρός μαςΝήφωνος, Επισκόπου Κωνσταντιανής, που σήμερα εορτάζομε, ο οποίος πολλά έχει να μας διδάξη στο θέμα του θάρρους. Σε αυτό έχει ιδιαίτερη επίδοσι.
Καθένας από τους μεγάλους και κορυφαίους Πατέρας, έχει μία επίδοσι ιδιαίτερη, παρ’ όλο που όλοι έχουν φθάσει στο τέρμα της κατά άνθρωπο τελειότητας. Εν τούτοις κατά ένα ιδιαίτερο φυσικά τρόπο επέτυχαν περισσότερο σε ένα τομέα, τον οποίο και εκφράζουν. Ειδικά στο πρόσωπο αυτού του μεγάλου φωστήρος, ευρίσκεται ακριβώς αυτός ο παράγων του θάρρους.
Στην πραγματικότητα αποθάρρυνσι δεν υπάρχει, για τον εξής λόγο. Το εάν είμεθα πιστοί και ιδίως αν ακολουθούμε αυτό τον ιδιαίτερο δρόμο που οδηγεί -ανθρωπίνως - στην τελειότητα, δεν είναι αυτό τυχαίο, ούτε εξ ιδιαιτέρας μόνο προθέσεως. Οι περισσότεροι από μας ευρεθήκαμε στην ζωή αυτή καθαρώς από ένα θαυματουργικό τρόπο της επεμβάσεως της Χάριτος του Θεού. Αυτός μας οδήγησε, γιατί ακριβώς μας είχε προορίσει. Έχοντας επίγνωσι ότι είμεθα προσκεκλημένοι, προορισμένοι και δεδικαιωμένοι ήδη, δεν τίθεται πλέον θέμα αποθαρρύνσεως, δεν τίθεται θέμα ερεύνης και αμφιβολίας. Τώρα γεννάται το δεύτερο θέμα, το πρακτικότατο. Στην ώρα της ενεργείας της μάχης, ενδέχεται ο άνθρωπος να πέση.
Αλάνθαστοςάνθρωπος δεν υπάρχει, και ιδίως όταν είναι ακόμα ατελής και εμπαθής. Πολλά πράγματα δεν τα γνωρίζει, πολλά πράγματα δεν δύναται. Αλλά και απειρία έχει και άνισο πόλεμο διεξάγει, διότι οι εχθροί μας είναι πνεύματα, δεν είναι όπως εμείς, σώματα, τα οποία υφίστανται, τρόπο τινά, διάφορες τροπές και αλλοιώσεις. Όλα αυτά και τα τόσα αλλά τα οποία άλλες φορές ερμηνεύσαμε, είναι εκείνα που μας προκαλούν ολισθήματα, αποτυχίες και γενικά λάθη.
Ο διάβολος, ο οποίος είναι πονηρός και γνωρίζει την σημασία της αποθαρρύνσεως πόσο είναι ισχυρά, δίδει το μεγαλύτερο βάρος εδώ, κατά την γνώμη των Πατέρων, στονα προκαλέση αποθάρρυνσι, μετά το λάθος του αγωνιστή. Να του κόψη το θάρρος, γιατί το θάρρος είναι όπως στο σώμα το κεφάλι, που είναι το κεντρικώτερο μέρος από το οποίο και εξαρτάται ολόκληρο το σώμα. ‘Ετσι και στην ενεργητικότητα του ανθρώπου- το μεγαλύτερο μέρος είναι ακριβώς το θάρρος, ο ζήλος, η ορμή, από όπου πηγάζει η ενέργεια.
Το θέμα της μετανοίας και της πρακτικής πίστεως δεν είναι αφηρημένο, είναι συγκεκριμένο. Πιστεύει κανείς και βαδίζει και όχι μόνο βαδίζει, αλλά εντατικά αγωνίζεται, επιμένει και κρούει, περιμένοντας ότι θα του ανοίξουν.Ότανόμως χάση τοθάρρος; Τότε σταματά, δεν βαδίζει πλέον, ούτε κρούει, ούτε ζητεί, ούτε αιτείκαι τρόπον τινάπαραδίδεταιάνευόρων. Είναι πάρα πολύ μεγάλης σημασίας το θέμα του θάρρους, στο να το κρατή κανείς και να το ανακτά, όταν το βλέπη να κινδυνεύη και ποτέ να μην το προδίδη.
Η αμαρτία ποτέ δεν εμφανίζεται όπως είναι, γυμνή, αφηρημένη, γιατί εάν εμφανισθή έτσι, δεν απατά εύκολα τον νου του ανθρώπου, ώστε να αμαρτήση. Έρχεται κεκαλυμμένη από μια πρόφασι και με τον δόλο αυτό απατά τον άνθρωπο. Ξέροντάς το λοιπόν αυτό, ποτέ δεν προδίδομε το θάρρος μας υπό οποιανδήποτε μορφή και αν γλιστρήσωμε. Ακόμη, να πη κανείς, και στην πιο πρόδηλη αφορμή, που νομίζει ότι είναι απόλυτα υπαίτιος -αν ήθελα, δεν το πάθαινα-, και στην πιο προφανή ακόμα πρόφασι που εξ υπαιτιότητάς του ο άνθρωπος αμαρτάνει, δεν πρέπει να χάνη το θάρρος του, δηλαδή και εκεί που αμαρτάνει από ιδική του απροσεξία.
Στη βιογραφία αυτού του μεγάλου φωστήρας, είναι τόσο καταφανές αυτό το οποίο ακούσαμε στην ανάγνωσι, ώστε πράγματι προκαλεί σε όλους κατάπληξι. Στο πως, όχι απλώς σε παρεμπίπτουσες και λανθάνουσες καταστάσεις που του προκαλούσαν, τρόπο τινά, ήττα, αλλά και στις προφανέστερες, να μην υποχωρή και χάνη το θάρρος του. Ευρίσκαμε αυτό τον φωστήρα να μεγαλουργή και βλέπομε την ανταπόκρισι της Χάριτος του Θεού,στο πόσο εναγκαλίζεται και θεωρείαθλητήαυτόν, ο οποίος, αν και ημαγμένος, δεν παραδίδεται. 
Και έτσι πρέπει. Διότι στην πραγματικότητα το γεγονός είναι ένα. Κάνει κάποιος μια έρευνα στον εαυτό του την ώρα που εγλίστρησε και έπεσε και συνετρίβη σταματά μια στιγμή και λέει· -Καλά, τώρα εγώαρνήθηκα τον Θεό;Μέσα μου αλλοιώθηκε κάτι και απεφάσισα ότι θα παύσω να είμαι χριστιανός; Τώρα μέσα μου εγεννήθη κάτι, που με έπεισε ότι δεν πρέπει να πιστεύω στο Θεό, ούτε πρέπει να τον ακολουθώ; Μη γένοιτο κάτι τέτοιο. Ούτε ως σκέψι δεν είναι δυνατό να ευρέθη μέσα μου αυτό. Μάλλον καραδοκώ και αναμένω να με αξίωση η Χάρις Του, ακόμα και να αποθάνω. Όχι μόνο να αγωνίζομαι, αλλά, εάν δοθή αφορμή, να αποθάνω μόνο για την ιδική Του ομολογία. Αυτό δεν αλλοιώθηκε μέσα μου ποτέ, δεν άλλαξε πως λοιπόν τώρα, επειδή εγλίστρησα, αποθαρρύνομαι και προδίδω την αγάπη του Θεού; Απάτη είναι. Ήταν μεγάλο το τραύμα, ήταν μεγάλο το γλίστρημα. Μέσα στα μυστήρια του τρόπου της ενεργείας της Χάριτος έγινε, τρόπον τινά, αυτός ο πρακτικός τρόπος, που αυτή την ώρα δεν ερευνώ. Φυσικά λαμβάνοντας τη μομφή επάνω μου και ξέροντας ότι εξ υπαιτιότητός μουαπεσύρθη η Χάριςπαιδαγωγούσα με στο να με κάνη συνετότερο, ευλαβέστερο, θερμότερο και προσεκτικότερο. Με παρέδωσε η Θεία Χάρις σε αυτή την πτώσι - δεν αποθαρρύνομαι γι’ αυτό το πράγμα - δεν τρομάζω, διότι αν και ξέρω την ευτέλειά μου και ελεεινολογώ τον εαυτό μου ότι δεν είμαι τίποτε, πιστεύω ότι εκείνο που με κρατεί είναι η Χάρις του Θεού.Έτσι δεν χάνω το θάρρος μου. Όχι ότι αισθάνομαι στον εαυτό μου καμμιά ικανότητα - ποτέ αυτό δεν το εσκέφθηκα ούτε και θα το σκεφθώ - αλλά έχοντας αποδείξεις της ελεημοσύνης του Θεού απέναντί μου μέχρι σήμερα, στέκομαι ακίνητος και λέω ότι ο χθες Θεός και σήμερα και αύριο είναι ο ίδιος. Δεν έκανε λάθος ο Θεός, όταν με εκάλεσε όχι βέβαια για την ικανότητά μου, αλλά για την υπερβολή της αγάπης Του προς εμέ τον αμαρτωλό και ωρκίσθη στον εαυτό Του ότι «ζω εγώ, ου μη θελήσει θέλω τον θάνατον του αμαρτωλού ως το επιστρέψαι και ζην αυτόν» (Ιεζεκ. 18,23). Αυτός ο Πανάγαθος Θεός και Πατήρ, εσύναξε και μένα, το μη ον, το ασθενές, το μωρό, το εξουθενημένο και με βαστάζει από τότε που με εκάλεσε μέχρι σήμερα, χωρίς να έχει βαρεθή, και αύριο ο ίδιος είναι, και μεθαύριο ο ίδιος είναι, αφού μένω και εγώ ο ίδιος.Μένω πιστός στην ομολογία μου. Δεν πρόκειται να υποχωρήσω.Δεν με απασχολεί το πως εγλίστρησα, άλλωστε έχω και πείρα της ευτέλειάς μου ποίος είμαι. Βλέπετε λογικά πως τοποθετείται το πράγμα;
Άρα λοιπόν ο γιος αυτός, ο οποίος και κατά αυτό τον τρόπο αγωνίστηκε, δεν είναι γιατί ήταν εξαίρεσι. Ακριβώς την θέσι των πραγμάτων ετόνισε . Ότι ποτέ κανείς δεν πρέπει να αποθαρρύνεται, γιατίη αποθάρρυνσι,όπως είπα, είναι η μεγαλυτέρα χαράτου σατανά,διότι βλέποντας αυτός την αποθάρρυνσι λαμβάνει προσωπικότητα, ενώδενέχει ούτε θέσι, ούτε τόπο, ούτε προσωπικότητα. Ως οντότης υπάρχει, δεν εννοώ αύτη την προσωπικότητα. Προσωπικότητα εννοώ, ότι δεν έχει θέσι, δεν έχει μέτρο να σταθή αντίκρυ από μας. Ναι, διότι «νυν ο άρχων του κόσμου τούτου έρχεται και εν ημίν ευρήσει ουδέν» (Ιωάν. 14,30) και «νυν ο άρχων του κόσμου τούτου εκβληθήσεται έξω» (Ιωάν. 12,31).Ότανόμως βλέπει τονάνθρωποότι αποθαρρύνεται και υποχωρεί, τότε αυτός παίρνει θέσι. Τότε αρχίζει να πιστεύηότιόντως τον υπελόγισε οάνθρωπος, τον εφοβήθη και παρέδωσε ταόπλα του.Αυτόείναι ψεύδος. Βλέπετε πόση μεγάλη σημασίαέχει;
Πάντως όμως το γεγονός είναι ένα. Ότι το θέμα της αποθαρρύνσεως έχει πάρα πολύ μεγάλη βαρύτητα, ιδίως για μας τους μοναχούς. Επειδή εμείς οι μοναχοί έχοντες περισσοτέρα ευχέρεια και πολεμούντες λεπτομερέστερα, ακριβώς ευρισκόμεθα σε αυτά τα περιθώρια, στο να ελέγχωμε ακόμα και τις σκέψεις και τα νοήματα από τα οποία προέρχονται οι διάφορες ενέργειες· και ευρισκόμενοι συνεχώς στην γραμμή του πυρός, είμεθα υποχρεωμένοι να κάνωμε αυτές τις ανασκοπήσεις και έρευνες για να ξέρωμε πόθεν ερχόμεθα και που υπάγαμε. Επομένως χρειάζεται μεγάλη προσοχή, γιατίοι τρόποι της αποθαρρύνσεως είναι πάρα πολλοίκαι οάνθρωπος χάνει το θάρρος του, χάνει τον ζήλο του και μειώνει την μαχητικότητάτου. Το ότι σκυθρωπάζει και αλλοιώνεται, όλα αυτά είναι είδος αποθαρρύνσεως, είναι είδοςηττοπαθείας.Όλα αυτάο σατανάς τα εκμεταλλεύεται. Κανένα από όλα αυτά δεν πρέπει να έχη θέσι. Δεν συμβαίνει απολύτως τίποτε.Στη γραμμήτου πυρός, εκείπου υπάρχει συνεχής μάχη, δεν είναι παράδοξονα υπάρχουν πληγές.
Όπως μας παρέδωσαν οι Πατέρες, πολλές φορές και η δια ακόμη η Χάρις αφήνει τον άνθρωπο -θέλοντας να τον διδάξη και να τον ανεβάση σε υψηλότερα επίπεδα πρακτικής εμπειρίας - τον αφήνει επίτηδες να κινδυνεύση από την αμαρτία, -για να ερεθίση έτσι περισσότερο τον θυμό του εναντίον της. Και λαμβάνοντας πληγές ο άνθρωπος, μανθάνει τους τρόπους από που συνέβησαν αυτά και τότε τον μεν Θεό  αγαπά γνησίως, διότι βλέπει την στοργή Του, τον δε διάβολο βδελύσσεται αξίως, βλέποντας την κακότητά του και την πονηριά του και το αδίστακτό του στο να μας καταστρέψη.
Εκείνο το οποίο κατέχομε και είναι για μας άγκυρα πάσης ελπίδος, αναμφισβήτητης και χειροπιαστής, είναι ότι παραμένει μαζί μας η Θεία Χάρις. Ο καθένας μας από την ημέρα της ευσέβειάς μας, από τότε δηλαδή που εισήλθαμε εκουσίως μέσα στους όρους της μετανοίας μέχρι σήμερα, ποτέ δεν ημπορέσαμε, καμία ημέρα, να φυλάξωμε το θέλημα του Κυρίου. Και όμως δεν απέστη! Παραμένει μαζί μας, μας δικαιώνει εκ της αγαθότητάς Του και μόνο. Τα αμεταμέλητα χαρίσματα του Θεού σε μας είναι χειροπιαστά, δεν υπάρχει αμφιβολία. Δεν δικαιώνω τηναμαρτωλότητα, ούτε συνιστώ τηνραθυμία.Αυτάείναι προδοσία. Τέτοιο πράγμα δεν υφίσταται μέσα στην προαίρεση των χριστιανών και ο,τιδήποτε και αν συμβαίνη είναι εξ αιτίας της ατέλειάς τους.
Ο άνθρωπος ευρισκόμενος στο γίγνεσθαι, είναι ατελής. Βαδίζει προς την τελειότητα ζητώντας περισσοτέραν επίδρασι της Χάριτος και μόνιμη ενοίκησι μέσα του. Την αποκτά σιγά-σιγά δια της ελεημοσύνης του Θεού, αγωνιζόμενος κατά των παθών του, ούτως ώστε να τα αποβάλη, για να εύρη περισσότερη θέσι μέσα του η Θεία Χάρις. Μέχρι που να γίνη αυτό, υφίσταται όλες τις αλλοιώσεις και τις τροπές.
Επιμένω στο θέμα της αποθαρρύνσεως, δια να προσεχθή πάρα πολύ. Εκείνος ο οποίος επεσήμανε αυτό τον τομέα και τον αξιολόγησε, επιτυγχάνει πάρα πολλά. Εκείνος ο οποίος δεν προσέχει και αφήνει ακάλυπτη την πλευρά αυτή και με το παραμικρό αποθαρρύνεται, οπισθοχωρεί και αφήνει τον ζήλο του, αδικείται κατάφωρα, χάνει χωρίς να υπάρχει λόγος και μπορώ να πω φεύγει «χωρίς διώκοντος».
Γι’ αυτό με παράδειγμα την βιογραφία και την παιδεία του μεγάλου αυτού Πατρός, όλοι μαςνα γίνωμε περισσότερο ζηλωταί, περισσότερο μαχηταί. Δεν υπάρχει μέσα στην μερίδα μας απογοήτευσι και αποθάρρυνσι. Και δεν υπάρχει, γιατί απλούστατα εμείς οι ίδιοι και τον χαρακτήρα και την προσωπικότητά μας γνωρίζομε. Γνωρίζομε ότι ομολογούμε την πίστι και την αγάπη μας προς τον Θεό και ότι ουδέποτε την αρνούμεθα και ακόμα ξέρουμε την σύμπραξι και συμπαράστασι του Θεού προς ημάς, η οποία είναι αμετάβλητη, αμεταμέλητη και αναλλοίωτη.
Δι’ ευχών του Αγίου Πατρός ημώνΝήφωνοςκαι της Κυρίας μαςΘεοτόκουείθε να επιτύχωμε αισίως το σκοπό της ζωής μας.
Αμήν


Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον    www.egolpion.com

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ:


Read more:http://www.egolpion.net/apognosi_apo8arinsi_8arros.el.aspx#ixzz2RCI62gma

Έλεγχος λογισμών και φυλακή αισθήσεων



Έλεγχος λογισμών και φυλακή αισθήσεων


Έλεγχος λογισμών και φυλακή αισθήσεων
(Μνήμη Αγίου Σάββα του Ηγιασμένου)
γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστή


   Σήμερα πανηγυρίζει ένας εκ των γιγάντων της μοναστικής μας πολιτείας, ο Μέγας Σάββας, που εδώ στο Άγιο Όρος δεν είναι και τόσο πολύ γνωστός. Αυτός ο μεγάλος φωστήρας, είναι για μας η μεγαλύτερη παρηγοριά. Στο πρόσωπό του ευρίσκαμε τους κεντρικότερους παράγοντες της μοναχικής μας ιδιότητας. Μερικούς από αυτούς θα αναφέρωμε.
Εξεκίνησε μικρό παιδί αγαπήσας εξ ολοκλήρου τον Θεό. Εφήρμοσε το προφητικό,Μακάριος ος αίρει ζυγόν εκ νεότητας αυτού. Οι γονείς του παρόλο που ήταν ευκατάστατοι, δεν τον εμπόδισαν να ακολουθήση τον μοναχισμό. Ήλθε στα μέρη της ανατολής ως μοναχός. Εκράτησε την παιδαγωγία της νεαράς δοκιμαστικής ζωής άριστα, έως ότου κατέληξε στην Παλαιστίνη και προσελήφθη στην Λαύρα του Αγίου Ευθυμίου και υπό την πρόνοια των μεγάλων Πατέρων που ήκμαζαν τότε στην ανατολή, ανεδείχθη όχι μόνο τέλειος μοναχός, αλλά και ένας μεγάλος αναμορφωτής του μοναχισμού.
Μέχρι των ημερών του, το οργανωμένο σύστημα του μοναχισμού ήταν άγνωστο στην Παλαιστίνη. Ήτο γνωστό στα μέρη της Αιγύπτου, στους Ταβεννησιώτας, όπως ελέγοντο οι μοναχοί του Αγίου Παχωμίου. Σε αυτόν παρεδόθη, εξ αποκαλύψεως δια παρουσίας Αγγέλου, ο οργανωμένος μοναχισμός. Στα κοινόβια αυτά που ωνομάζοντο Λαύραι, είχαν κοινό ταμείο, κοινή ακολουθία και εξάρτησι από τους πνευματικούς πατέρες υπήρχε μόνο ελευθερία και ιδιαιτερότητα στην ασκητικότητα. Είχαν ευλογία οι μοναχοί από τους πνευματικούς ηγέτες να αγωνίζονται κάθε ένας όσο ημπορούσε.
Επειδή ήτο νεαρός ο Όσιος Σάββας, τον έβαλε ο Μ. Ευθύμιος μεταξύ των νέων. Είχε δε ως παιδαγωγό των νέων, ένα σεβάσμιο γέροντα, τον Αββά Θεόκτιστο. Στο πρόσωπο του νεαρού Σάββα απεδείχθη το γνήσιο της φιλοθείας. Πόσο θαυμάσιο είναι το να ξεκινά κάποιος από τα σπάργανά του, από την νεαρωτάτη ηλικία, αγαπώντας τον Θεό και αφιερώνοντας τον εαυτό του εις Αυτόν. Βλέπομε στον άγιο Σάββα το απόλυτο της υποταγής και εξαρτήσεως και ιδιαίτερα την αγάπη και την φιλαλληλία του.
Μέσα στην βιογραφία του αναφέρεται, ότι εκινδύνευσε ο ίδιος από την αγάπη προς τον πλησίον. Κάποτε ο αρτοποιός του μοναστηριού σε καιρό χειμώνας, άπλωσε τα βρεγμένα ενδύματά του στο βάθος του ζεστού φούρνου για να στεγνώσουν, διότι δεν φαινόταν καθόλου ήλιος. Εκεί τα εξέχασε. Μετά από μία ημέρα που έλειψε το ψωμί, μερικοί Πατέρες επήραν ευλογία και άρχισαν να εργάζονται στο φούρνο. Μαζί με αυτούς ήταν και ο άγιος Σάββας. Ο αρτοποιός πήρε είδησι από τον καπνό και ενεθυμήθη τα ρούχα του. Εταράχθη τότε και ανησύχησε και εθλίβετο, διότι η φλόγα ήταν μεγάλη και είχε αρκετά ζεσταθή ο φούρνος, και κανείς από τους μεγάλους δεν ετόλμησε να μπη μέσα διότι θα εκαίετο. Βλέποντας ο νεαρώτατος Σάββας την θλίψι του αδελφού, ώρμησε μέσα στην φλόγα, για την φιλαδελφεία που είχε, και άρπαξε τα φορέματα χωρίς να καή ούτε αυτός, ούτε εκείνα. Ενίκησε η πυρά της πραγματικής αγάπης, την αισθητή πυρά.
Πριν όμως από αυτό το κατόρθωμα, έκανε ένα άλλο μεγαλύτερο άθλο. Παρά το νεαρό της ηλικίας του, είχε μπει στο νόημα του πνευματικού νόμου. Εγνώριζε ότι προτού γίνει μια πράξι, προηγείται η διανοητική της συγκατάθεσι. Εάν αυτή δεν προηγηθή, είναι αδύνατο να γίνη η πράξι. Κάποτε ευρίσκετο στον κήπο του μοναστηρίου και ηργάζετο. Του ήλθε η επιθυμία να φάγη ένα ωραίο μήλο. Η επιθυμία τον ωδήγησε να το κόψη. Είπε αμέσως η εύλογη πρόφασι "Δεν είναι κακό να το φάγω αφού εργάζομαι εδώ". Το εσκούπισε και το έφερε στο στόμα του. Τότε εξύπνησε ο αθλητής, ενεθυμήθη - όπως είχε συνήθεια να ελέγχη τις πράξεις του - και εσταμάτησε και είπε· Πως θα το φάγω τώρα αυτό; Εάν το φάγω δεν είναι λαθροφαγία; Πως μου ξέφυγε και έφθασα σε τέτοια συγκατάθεσι; Πως δεν το εκατάλαβα από την πρώτη προσβολή του λογισμού της επιθυμίας, που μου είπε κόψε το και φάγε; Γιατί δεν αντέδρασα από τότε; Αυτό είναι ήττα για μένα. Δεν πρέπει να επαναληφθή, διότι αν γίνη και δεύτερη και τρίτη φορά να νικώμαι από τις ευλογοφανείς προφάσεις, εγώ δεν θα γίνω μοναχός. Και για κανόνα μήπως και εξαπατηθώ, δεν θα φάω μήλο στον αιώνα. Το έρριψε κάτω, και το επάτησε και μαζί με αυτό, επάτησε και τον δράκοντα της επιθυμίας και δεν ηττήθη από την φιλαυτία και την φιληδονία. Και όπως η παράδοσι αναφέρει, δεν έφαγε ξανά μήλο, ενθυμούμενος την μικρή αυτή υποχώρησι έναντι της επιθυμίας.
Παρ' όλο το νεαρό της ηλικίας του, εμπήκε στο σωστό νόημα του τι σημαίνει μοναχός, τι σημαίνει πνευματικός άνθρωπος, και πως ημπορή να γίνη πνευματικός εάν ελέγχη τις προφάσεις μέσω των οποίων προσβάλλει ο λογισμός και απατά τον άνθρωπο. Διότι ποτέ η αμαρτία δεν παρουσιάζεται γυμνή, να πη στον άνθρωπο, "αμάρτησε". Τέτοιο πράγμα δεν γίνεται.
Ο διάβολος είναι πονηρός. Ενεργεί σαν τον ψαρά, ο οποίος κρύβει το αγκίστρι κάτω από το δόλωμα. Το ψάρι αγνοώντας ότι είναι αγκίστρι, βλέποντας μόνο την τροφή, απατάται, το καταπίνει και έρχεται ο θάνατος. Μας εδίδαξε με αυτό ο Μέγας φωστήρ, ότι δεν πρέπει ο μοναχός να κινήται σε πράξι, εάν προηγουμένως δεν την ελέγξη. Κάθε πρόφασι, η οποία μας παρακινεί σε κάτι, πρέπει να ελέγχεται. Στην Παλαιά Διαθήκη, ο Ιησούς του Ναυή, όταν συνήντησε κάποιο άγνωστο τον ερώτησε Ημέτερος ει η των υπεναντίων; Ακριβώς έτσι θα κάνωμε και εμείς. Όταν ο μοναχός δέχεται λογισμό, να συμπεριφερθή κατά τον ίδιο τρόπο ,ημέτερος ει η των υπεναντίων; και τότε αποκαλύπτεται.  θα δραπετεύση αμέσως να κρυβή, ή θα εξαναγκασθή να πη ότι ξεκινά εν ονόματι αυτού του πάθους, ή εκείνης της επιθυμίας.
Ευρίσκομε και δεύτερο παράδειγμα ακριβείας του ελέγχου των λογισμών. Κάποτε περιπατούσε με ένα μαθητή του στον δρόμο από την Ιεριχώ προς τον Ιορδάνη. Ο άγιος τον παρακολουθούσε για να ιδή σε ποιο επίπεδο ευρίσκεται της φυλακής των αισθήσεων.
Στον δρόμο συνήντησαν μια ομάδα κοσμικών, μεταξύ των οποίων ήτο και μια νέα γυναίκα. Ο νέος μοναχός κοίταζε με περιέργεια. Τότε για να τον ελέγξη και να τον αναγκάση να πη την αλήθεια - διότι πολλές φορές από εντροπή κρύβει κανείς την αλήθεια και λέγει ψέμματα - έκανε το εξής μεθόδευμα. Του είπε· Ποια είναι αυτή η νέα κόρη, που πέρασε και είναι μονόφθαλμη; Και ο αδελφός του είπε· Όχι, Γέροντα, έχει και τα δυο της μάτια. Ο Γέροντας απάντησε· Απατήθηκες, παιδί μου, μονόφθαλμη είναι. Εκείνος τον διαβεβαίωνε ότι γνωρίζει πολύ καλά, ότι όχι μόνο δεν είναι μονόφθαλμη αλλά αντίθετα ότι έχει και τα δύο της μάτια. Και είπε ο Γέροντας· Από που το γνωρίζεις τόσο καλά; Και αυτός απεκρίθη· Εγώ Γέροντα, την πρόσεξα καλά και το είδα. Τότε ο Γέροντας του είπε· Και που έβαλες μέσα σου το παράγγελμα που λέγει να μην αφήσης το βλέμμα σου να την περιεργασθή, και να μην συναρπασθούν τα μάτια σου; Ώστε λοιπόν, η έγνοια σου είναι να κοιτάς καινα περιγράφης τα πρόσωπα και ιδίως των γυναικών; Άλλη φορά μαζί μου δεν θα έλθης, μέχρι να μάθης να συστέλλης τις αισθήσεις σου. Και τον έστειλε στο Καστέλλιο. Αυτό ήταν ένα άλλο μοναστήρι που το είχαν για σωφρονιστήριο των μοναχών, μέχρις ότου μάθουν να μαζεύουν την γλώσσα τους, να μαζεύουν τα μάτια τους και ότι άλλο, είναι και λέγεται περιέργεια και απροσεξία.
Βλέπετε πόση προσοχή είχαν οι Πατέρες σε αυτά; Από αυτά εξαρτάται η προκοπή ή η πτώσι. πως δεν γίνεται κάποια πράξι αν δεν προηγηθή νόημα, δεν υπάρχει και μεγάλη πτώσι αν δεν προηγηθή μικρή. Αν αρχίση ο άνθρωπος να μην κρατάη το στόμα του και συνεχώς ομιλή, ύστερα ξεκινά να λέγη αστεία και μετά αρχίζει να αντιλέγη, δήθεν από μια καλή πρόφασι. Τότε σκληρύνεται και επικρατείο θυμός, οπότε αρχίζουν τα πείσματα, οι έριδες και οι συγκρούσεις.
Απομένει σε μας να στρέψωμε την προσοχήμας σε αυτά τα οποία οι Πατέρες μας, με τόση ακρίβεια μας παρέδωσαν. Στην μονή του Αγίου Σάββα, ετέθησαν τα θεμέλια όχι μόνο της μοναστικής ζωής και ιδέας, αλλά ολοκλήρου της εκκλησιαστικής παραδόσεως. Το τυπικό και τελετουργικό της Εκκλησίας, ξεκινά από αυτή την μονή. Σε αυτή ασκήθηκε και ετελειοποιήθη ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ο οποίος εδημιούργησε την Οκτώηχο, τα μέλη και τους ύμνους της Εκκλησίας μας. Σε αυτή ήκμασε ο Άγιος Κοσμάς, Επίσκοπος Μαϊουμά, αυτός ο μεγάλος μελωδός. Σε αυτή έζησαν οι κατά σάρκα αδελφοί άγιοι, Θεοφάνης και Θεόδωρος οι Γραπτοί. Από αυτή την μονή μετεφέρθη η παράδοσι και το τυπικό στην Κωνσταντινούπολι και το ετελειοποίησαν οι Στουδίται μοναχοί. Αυτό κατέχει σήμερα το Άγιο Όρος, όπως το μετέφερε ο άγιος Αθανάσιος, ο ιδρυτής της Μεγίστης Λαύρας.
Αυτά ήθελα να σας υπενθυμίσω και έτσι όλοι μας με προθυμία, να παρακαλέσωμε τον όσιο Πατέρα μας Σάββα, με τις πρεσβείες και την παρρησία που έχει, να μας ενίσχυση και να μεταφέρη μέσα μας το Πατερικό πνεύμα. Πνεύμα αυταπαρνήσεως, πνεύμα ακριβείας, πνεύμα εσωστρεφείας και φόβου Θεού. Ας επικαλεσθούμε τις ευχές του Μεγάλου αυτού φωστήρας, για να επιτύχωμε και εμείς ανάλογα με το προορισμό μας.
Αμήν


Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον    www.egolpion.com


Read more:http://www.egolpion.net/elegxos_logismwn.el.aspx#ixzz2RCHlK9Ha

Οσίου Εφραίμ του Σύρου: Περί Ορθού Βίου



Οσίου Εφραίμ του Σύρου: Περί Ορθού Βίου


Α Σ Κ Η Τ Ι Κ Α
Οσίου Εφραίμ του Σύρου
ΠΕΡΙ  ΟΡΘΟΥ  ΒΙΟΥ
ΚΕΦΑΛΑΙΑ   ΕΝΝΕΝΗΝΤΑ

Ευλόγησον Πάτερ.
α. Ορέγεσαι ορθόν βίον; Επιμελού την ταπεινοφροσύνην, διότι χωρίς αυτής ορθός βίος δεν δύναται να υπάρξη.
β. Οδοιπόρος ανήρ όστις απώλεσε την αρχήν της οδού, εν τη αλλοδοπή χώρα ο τοιούτος πλανάται˙ και ο απομακρύνας εαυτόν εκ της οδού των τα­πεινών, δεν θέλει στήσει την σκηνήν αυτού εις τας κατοικίας των οσίων.
γ. Εργάζου εν ταπεινοφροσύνη πάν­τα τα έργα σου, εν ονόματι του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού˙ και τοιουτο­τρόπως θέλει υψωθή ο καρπός σου εις τον ουρανόν˙ διότι η υπερηφάνεια ομοιά­ζει με υψηλόν δένδρον σεσηπός, το οποίον πανταχόθεν έχει τους κλάδους εύθραυστους˙ και όστις αναβή ταχέως κατακρημνίζεται εκ του ύψους.
δ. Αρχή της εγκαταλείψεως του αν­θρώπου είναι το ν' απομακρύνηται από της ταπεινοφροσύνης· και ο εγκαταλει­φθείς υπό του Θεού θέλει πνίγη ως ο Σαούλ, υπό πονηρού πνεύματος.
ε. Πνιγμόν φοβερόν νόμιζε την συμπλοκήν των αμαρτιών, και το να αναβαίνη εκ της πλημμύρας αυτών έως της ώρας του θανάτου.
ς. Εάν κατανοήσης ακριβώς, θέλεις εύρει τας παγίδας του εχθρού κεχρισμένας δια μέλιτος και γλυκύτητος, και εάν τις θέλη να γευθή το μέλι, υπό παγίδος θέλει συλληφθή.
ζ. Μη επιθυμής το τοιούτον μέλι, και δεν θέλεις συλληφθή υπό παγίδος˙ διότι η γλυκύτης αυτού επί τέλους γεμί­ζει από χολήν και πικρίαν τους επιθυμούντας αυτό.
η. Αγάπα ταπεινοφροσύνην, και υπό παγίδος διαβολικής δεν θέλεις συλλη­φθή ποτέ˙ διότι θέλεις γίνει ανώτερος των παγίδων του Έχθρου˙ διότι ανα­κουφίζεσαι πάντοτε από το οξύτατον πτερόν της ταπεινοφροσύνης.
θ. Εάν ίδης τινά νεανιευόμενον, ωραίον την όψιν, και λαμπρόν κατά το φόρεμα, παρακολουθούμενον υπό πλή­θους ανθρώπων, μη ζηλότυπης, μηδέ θορύβου άλλ' έχε εις τον νουν σου, ότι μετ' ολίγον θέλεις ιδή αυτόν σβεννύμενον διότι εξήνθησαν και διέλαμψαν οι πολιτευθέντες κατά το θέλημα του Θεού.
ι. Οι φρόνιμοι και ευαρεστήσαντες εις τον Κύριον, δεν προσείχον εις τας λαμπρότητας του βίου˙ γινώσκοντες κα­λώς, ότι ως άνθος χόρτου ταχέως θέλουσι ξηρανθή˙ ημείς δε οι αμελείς, εάν ίδωμεν πολυσαρκίαν ανθρώπου, ερυ­θρού˙ κατά τας παρειάς, τον άνθρωπον τούτον μακαρίζομεν, αν και ήναι ασε­βέστατος˙ μακράν ημών ρίψαντες τον επίπονον βίον, δεν γινώσκομεν οποίον αξίωμα έχει ο βίος των ασκητών τού­του χάριν η σωφροσύνη εμισήθη παρ' ημών, και η αγιοσύνη εβδελύχθη.
ια. Ας μη προσέχωμεν αδελφοί εις παιδικά παιγνίδια, άλλ' ας αναλάβωμεν πάντοτε τέλειον βίον, ίνα μη στερηθώμεν της χαράς των ασκητών, και παραδοθώμεν εις αιωνίαν κόλασιν.
ιβ. Μακάριος ο λιπανθείς δια των α­γαθών ελπίδων, και λαμπρυνθείς εις αγα­θούς συλλογισμούς˙ διότι η δόξα τούτου είναι μεγάλη και αθάνατος.
ιγ. Ας επιδιώξωμεν την ησυχίαν ώστε θεωρούντες τα αμαρτήματα ημών, να ταπεινωθώμεν πάντοτε, και ουχί να θρέψωμεν τον λογισμόν δι' οιήσεως ή πονηρίας, καθώς τα ιοβόλα ζώα.
ιδ. Ας αγαπήσωμεν την ησυχίαν, δια ν' αποκτήσωμεν καθαράν καρδίαν, και φυλαχθή άσπιλος ο ναός, τον οποίον ενεπιστεύθησαν εις ημάς, από της φθο­ράς των αμαρτιών.
ιε. Καλή είναι η προσευχή μετά στε­ναγμών και δακρύων, ταύτα όμως να χύνωνται ησύχως˙ το δε να κράζωμεν δια ν' ακουώμεθα είναι σημείον ανθρωπαρεσκείας· ο δε εν γνώσει και πίστει προσευχόμενος, τον Κύριον ενώπιον αυ­τού βλέπει, καθότι εν αυτώ ζώμεν, και κινούμεθα και εσμέν.
ιστ. Εάν επωρώθη η καρδία σου, κλαίε ενώπιον του Θεού, δια να επιστάζη εις σε φωτισμόν γνώσεως, και μη σκόπτε τους μετά θερμότητος καρδίας βοώντας προς τον ουρανόν.
ιζ. Όστις σκώπτει τους φιλόπονους, κατέστησεν εαυτόν δούλον εις τον Δό­λιον, εκτελών τα μυσαρά θελήματα εκεί­νου˙ ο τοιούτος δεν θέλει εύρει χαράν την ητοιμασμένην εις τους δούλους του Κυρίου.
ιη. Συ δε ασκητά εν γνώσει εκτελεί τα έργα σου πάντοτε, και ας μη δώσωμεν αφορμήν εις τους ζητούντας αφορμήν.
ιθ. Ουαί εις τον ανελεήμονα, και ουαί εις τον δόλιον, και ουαί εις τον τρυφηλόν διότι θέλει συναντήσει αυτόν ο πικρός άδης˙ διότι υπόδουλον καθι­στά εαυτόν χάριν γαστριμαργίας, και τον Θεόν καταφρονεί, ίνα αρχήν και εξουσίαν ευρη εν τω ματαίω τούτω βίω. Ήλθεν εξαίφνης ο θάνατος, εξήρανε τον λαιμόν, όστις τα λαμπρά φαγητά εδέχετο συχνά˙ κατήργησε την εξουσίαν, δια της οποίας περιεφρόνει τον ποιήσαντα αυτόν ερρίφθη λοιπόν εις την γην, ως κοπρία, του αθλίου το σώμα, και η ψυχή πορεύεται εις τον ίδιον αυ­τής τόπον.
κ. Τα τερπνά του βίου θεωρών, πρό­σεχε μη ελκυσθής˙ διότι εις αυτά είναι κεκρυμμένη η παγίς του θανάτου. Διότι ο αλιεύς δεν ρίπτει γυμνόν το άγκιστρον.
κα. Την επιθυμίαν ο Εχθρός, ως δό­λωμα εν αγκίστρω μεταχειρίζεται, ίνα ολόκληρον την ψυχήν επισύρη εις σεαυτόν υπόδουλον ο Μιαρός.
κβ. Η πρώτη συλληφθείσα ψυχή, είναι παγίς εις άλλας προς το θέλημα εκείνου, εγγκλυκαίνουσα τας αδοκιμάστους ψυχάς εις την πικρίαν του Δρά­κοντος. Διότι και η πέρδιξ συλληφθείσα θέλει γίνει ως δόλωμα εις τας μη συλληφθείσας υπό των βρόχων διότι ο κυ­νηγός στήνει τους βρόχους ολόγυρα αυ­τής, και θηρεύει τας καλώς πετώσας.
κγ. Κοπίαζε εις την αρετήν, και μη βαρύνεσαι εις τους κόπους διότι χωρίς κόπων η αρετή δεν γνωρίζεται.
κδ. Εις τους κόπους έχε άνω το όμ­μα της ψυχής, και θεωρών την χαράν εκείνην δεν θέλεις παραιτήσει τους κό­πους.
κε. Κοπιάζων κοπίαζε μετά κόπου, δια ν' αποφυγής των ματαίων κόπων τους κόπους· διότι οι κόποι των δικαίων καρπούς ζωής βλαστάνουσιν οι δε των αμαρτωλών είσι πλήρεις αγχόνης.
κς. Κατά το θέλημα του Θεού υπόμεινον τας θλίψεις του παρόντος βίου, και δεν θέλει ματαιωθή η ελπίς σου προς τους αγίους διότι ο ζυγός του Εχθρού, έχει εν εαυτώ την λύπην, ήτις γεννά τον θάνατον.
κζ. Οι ζώντες μάτοιον βίον, τους εν γνώσει κοπιάζοντας θέλουσι να υποσκελίσωσιν, ίνα μη έχωσι πλησίον τον έλεγχον η δε κατάπτωσις εκείνων αναδει­κνύει εστεφανωμένους τους αθλητάς της ευσεβείας.
κη. Γένου ταπεινόφρων, δια να μη ζημιωθής κανέν εκ των όσων καλώς ειργάσθης εάν δε αποβάλης την ταπεινοφροσύνην, μετά των ματαιοπόνων θέ­λεις καταταχθή.
κθ. Θέλεις να χειραγωγής ψυχήν, α­σφάλιζε σεαυτόν πάντοτε ως συνετός, ίνα μη καταποντισθής υπό ηδονικών λογισμών, και το ναυάγιον γίνη εντός του λιμένος.
λ. Εάν θέλης να ήσαι λιμήν ασφα­λής, στερέωσον τα σίδηρα και τας άγκυ­ρας, δια να μη σαλευθώσιν ευκόλως υπό του λαίλαπος των ηδονών, και γίνης ναυάγιον αντί λιμένος.
λα. Μη έμπλεκε άγκυραν μετά αγκύ­ρας, εάν απέμεινεν ελαφρόν τι εν σοι δια να μη παρασυρθής υπό των παθών ευ­κόλως˙ διότι όστις θέλει να ανασύρη τον πεσόντα εις τον λάκκον, οφείλει να έχη ανδρείον λογισμόν, δια να μη παρασυρθή υπό της αγκύρας εκείνου εις τον αυ­τόν βόθρον διότι οι εμπαθείς λόγοι ό­ταν εύρωσι τόπον, ως άγκιστρον έλκουσι την ψυχήν.
λβ. Φεύγε πάντοτε τας επιβλαβείς συνομιλίας, και θέλει είσθαι πάντοτε η ψυχή σου εν ησυχία μεγάλη.
λγ. Βλαβερός γίνεται ο μοναχός, όταν δεν πράττη εν συνέσει πνευματική πάν­τα τα έργα αυτού διότι ο Υιός και Λό­γος θέλει να ώμεν πάντες ακέραιοι και σοφοί.
λδ. Εάν δεν εθερμάνθης πολύ υπό του Αγίου Πνεύματος, μη θέλης ν' α­κούσης ξένους λογισμούς διότι θέλεις εύρει εν αυτοίς διττόν πόλεμον πρώτον μεν δια της ενθυμήσεως των ακουσθέντων μολύνεις την ψυχήν σου δεύτερον δε θέλεις γίνει εχθρός εις τον εξομολογούμενον, όταν γενναίως δεν αποδιώξη μετά πάθη δια της σταυροφόρου δυνά­μεως, αλλά περιπέση και πάλιν εις αυτά εξ αμελείας. Εκείνος δε ο πνευματικός, εάν ήναι συνετός, προσποιείται ότι ελησμόνησε τα αμαρτήματα του εξομολογηθέντος.
λε. Καθώς όταν τις έχη περιστεράν εις τον οίκον, και εύρου σα εκείνη θηρίδα ανεωγμένην ήθελεν εκπετάξει εκτός της οικίας, ουχί μετά ράβδου ή λίθου κράζει αυτήν να επανέλθη, αλλά ρίπτων σίτον, μετά φρονήσεως ζητεί να συλλα­βή αυτήν. Ούτω λοιπόν και όστις θέλει να καθαρίση τον ρύπον των λογισμών, έχει ανάγκην πολλής συνέσεως και εμ­πειρίας.
λς. Εάν αναγινώσκης, μη επιδίωκε μόνον το ρητορικόν και γοργόν, μηδέ περί τούτου μόνον να φροντίζης δια να μη πληγώση την καρδίαν σου ο δαίμων της αυταρέσκειας· αλλά κιχρείζου εκ των όσων ανέγνωσας τά ιάματα της ψυ­χής, καθώς η φρόνιμη μέλισσα επισυνάγει εκ των ανθέων το μέλι.
λζ. Καθώς κενόδοξος ανήρ, ενώ εί­ναι πένης, ονομάζει εαυτόν βασιλέα· ού­τω και μοναχός τρώγων κρυφίως, και εις την τράπεζαν των αδελφών υποκρινόμενος ολιγοφαγίαν και εγκράτειαν, δεν είναι ασκητής· ο τοιούτος υφαίνει ιστόν αράχνης˙ διότι δεν βαδίζει την οδόν των αγίων, αλλά την των ανθρωπαρέσκων.
λη. Εάν απηρνήθης τον κόσμον, επιμελού το έργον σου, δια να επιτυχής τον ζητούμενοι μαργαρίτην διότι τινές απαρνηθέντες τον κόσμον, ανεχώρησαν εκ του βίου, άλλοι μεν και εκστρατείαν αφήσαντες, άλλοι δε και πλούτον διαμοιράσαντες· τελευταίον όμως υπό του ιδίου θελήματος παρασυρθέντες, κατέπεσον διότι ουδέν πράγμα είναι ταλαιπωρότερον, από το να κυριεύηται τις υπό του ιδίου θελήματος, και να μη πολιτεύηται κατά το θέλημα του Θεού˙ διότι ούτοι μεν υπεκρίθησαν, Οτι απεμακρύνθησαν εκ της καθολικής πύλης των πραγμάτων του βίου, δια του πα­ραθύρου όμως ευρίσκονται εις τα ενδό­τερα.
λθ. Τα αυτά πάσχουσιν οι τοιούτοι με τους υιούς Ισραήλ, οίτινες αφού εξήλθον της σιδηράς καμίνου, και διε­σώθησαν της Ερυθράς θαλάσσης, και έλαβον τόσας χάριτας, έπειτα παρασυρ­θέντες υπό του ιδίου θελήματος εναυάγησαν εις την ξηράν και εκ τοσούτου πλήθους των ηριθμησμένων, δύο εσώθησαν, οι φυλάξαντες οσίως τον λόγον του Κυρίου, και τον Ύψιστον μη πικράναντες.
μ. Οι απαρνηθέντες τον κόσμον, ου­δέν κοινόν έχουσι μετά του κόσμου˙ ού­τοι και εις εξουσίαν αν τεθώσιν, ως μη άρχοντες είσιν˙ εάν δε εκβληθώσι της α­ξίας, οι αυτοί είσι κατά τον λογισμόν. Οι δε απομακρυθέντες του ευσεβούς λογισμού προς μεν τας γλυκύτητας του κόσμου ευ­ρίσκονται έτοιμοι, και ο αγών αυτόν δεν είναι πλέον περί αρετής˙ αλλά τον ζυγόν απόρριψαντες επιμελεστέρως οικοδόμουσιν όσα προ πολλού καλώς κατέστρεψαν καθώς παρθένος σεμνότατη και πεφυλαγμένη εις θάλαμον, η οποία διέφθει­ρε τας αισθήσεις αυτής, και αποβάλουσα την αιδώ αναισχύντως, πράττει τα ασυγ­χώρητα, και μήτε Θεόν φοβείται, μήτε ανθρώπους εντρέπεται˙ αλλά δεν θέλει διαφύγει τας χείρας του Θεού διότι η ημέρα θέλει φανερώσει το έργον εκά­στου, διότι θέλει δοκιμασθή εις το πυρ.
μα. Μακάριος ο δι έργου κηρύσσων την αρετήν διότι το να λέγη τις τα της αρετής, και να πράττη τα εναντία, δεν σώζεται˙ καθώς και ο διαλεγόμενος περί σωφροσύνης, και πράττων τα αισχρά, δεν θέλει επιτύχει το βραβείον.
μβ. Μη ταράττησαι όταν βλέπης τους φιλήδονους πράττοντας αφόβως τας α­σωτίας· διότι το άνθος αυτών είναι γεμάτον από δυσωδίαν το δε άνθος των φιλαρέτων διαλάμπον εις το φως, είναι πεπληρωμένον ευωδίας. Επίμενε λοιπόν εις την αρετήν, ίνα θαυμασθής και παρ αυτών των σαρκικών, και φιλήδονων ανθρώπων διότι αν και προφανώς δεν θέλουσι να ποιώσι τούτο, άλλ' εντός ε­αυτών μακαρίζουσι τους εργάτας των αρετών.
μγ. Όταν ίδης σώματα, τα οποία λάμπουσι δια της επιμελείας προς αισχρόν έρωτα, μη θαυμάζης δια ταύτα, μηδέ ας σε εξαπατά του δέρματος το χρώμα, όπερ μετ' ολίγον εις κόνιν θέλει μεταβληθή, αλλά ψάλλε μετά στεναγ­μού έν σεαυτώ, λέγων «Μνήσθητι, Κύ­ριε, ότι χους εσμέν άνθρωπος, ωσεί χόρτος αι ημέραι αυτού, ωσεί άνθος του αγρού, ούτως εξανθήσεί ότι πνεύμα διήλθεν εν αυτώ και ούχ υπάρξει, και ουκ επιγνώσεται έτι τον τόπον αυτού το δε έλεος του Κυρίου από του αιώνος και έως του αιώνος επί τους φοβούμε­νους αυτόν»· και τοιουτοτρόπως δια της χάριτος του Θεού, δεν θέλεις αιχμαλωτισθή υπό του Πονηρού.
μδ. Παρακαλεί τον Κύριον μετά πό­νου, όπως σοι χαρίση πνεύμα τελείας σωφροσύνης, ίνα και εις τας νυκτερινός φαντασίας διαφυγής τας επιβουλάς του Πονηρού, ως όταν τις διώκηται υπό θηρίου ή υπό πυρός, και πηδά από δώ­ματος εις δώμα, δια να φλογισθή υπό του πυρός.
με. Καθώς δεν είναι δυνατόν άνευ κόπου ν' αγοράση τις γράμματα ή τεχνην δια χρημάτων, ούτω δεν είναι δυ­νατόν να γίνη τις μοναχός άνευ επιμε­λείας και μεγάλης υπομονής.
μστ. Καθώς έχεις την κεφαλήν προτιμοτέραν παρά πάντα τα λοιπά μέλη του σώματος σου, και είτε λίθος κατέλθη επάνω σου, είτε ρόπαλον, είτε ξίφος, τα λοιπά μέλη του σώματος προτείνεις, θέλων να προφύλαξης την κεφαλήν από την πληγήν, διότι γινώσκεις, ότι εκτός αυτής δεν είναι δυνατόν να ζήση τις· τοιουτοτρόπως ας ήναι προτιμότερα πάντων η πίστις της αγίας και ομοου­σίου Τριάδος, διότι χωρίς αυτής να ζη τις την πραγματικήν ζωήν, είναι των αδυνάτων.
μζ. Εν όλη καρδία σου έλπιζε εις τον Κύριον, και θέλεις διαφύγει επιβουλάς κακούργων διότι δεν θέλει παρα­βλέψει ο Κύριος τους δουλεύοντας αυτόν.
μη. Επεθύμει η Αιγύπτια ν' απατήση τον φιλόθεον Ιωσήφ, και δια της βίας έσυρεν αυτόν προς τον διεστραμμένον σκοπόν ο δε νέος εδρόσιζε την ιδίαν ψυχήν δια της μνήμης του Παντοκράτορος, διό να μη καταφλεχθή υπό πυρός άνεμου· προεφύλαττε δε τας αι­σθήσεις, δια να μη δώση χώραν εις αλ­λότριους συλλογισμούς, και γίνη αιχμά­λωτος υπό ασέμνου γυναικός· διότι εθεώρει πάντοτε αυτήν, ως παγίδα θανά­του˙ και υπομείνας τον πειρασμόν, έλαβε τον στέφανον, και έγεινε βασιλεύς της Αιγύπτου.
μθ. Εφαντάσθησαν οι παράνομοι της Βαβυλώνος να εξεγερθώσι κατά ψυ­χής οσίας, δια να μιάνωσιν αυτήν αισχρώς αυτή δε έχουσα βοηθόν τον Θεόν τον Ύψιστον, τούτους κατέβαλεν ευ­κόλως˙ συστήσαντες δε συνέδριον οι πα­ράνομοι κατά της μακάριας, δια να την βλάψωσι, καθώς αυτοί ενόμιζον, δεν εγνώρισαν οι ανόητοι, ότι εν αυτώ έμελλον να δεχθώσιν απόφασιν θανάτου˙ διότι δεν θέλει εμπαιχθή ο ακοίμητος Οφθαλμός.
ν. Εν τη στενή και τεθλιμμένη οδώ ας βαδίσωμεν αδελφοί, ίνα γενόμενοι τίμιοι, φρουρόν εχομεν τον Θεόν.
να. Οι μαργαρίται πάντοτε φυλάττονται εις τα ενδότερα δωμάτια˙ τα δε άχρηστα σκεύη ρίπτονται εις τας πλα­τείας, ως κοπρία.
νβ. Εάν τις σε υβρίζη, και σοι είπη όσα κακά έπραξας, σεαυτόν μάλλον μέμφου, και ούχι εκείνον˙ διότι συ κατήσχυνας σεαυτόν δια των έργων, τα οποία δεν ηνέχθης ν' ακούσης δια του λόγου μόνον μη ζητής να σιωπήση ο άλλος δια της απειλής του θυμού˙ αλλά σεαυτόν διόρθωσον ίνα μη πράττης τα κακά˙ διότι η δυσωδία του έργου σε εφανέρωσε, διότι υπάρχεις επίβουλος της ψυχής σου.
νγ. Διάζευξον σεαυτόν από των αθεμίτων πράξεων δια της μετανοίας, και υβριστού κατηγορία ας μη σε φοβίση.
νδ. Ανθίστασε κατά της αμαρτίας, ω της ζωής εργάτα, και μη φοβού την παρουσίαν του πειρασμού˙ διότι δεν θέ­λει βλάψει η δοκιμή τον γενναίον αθλητήν.
νε. Πρέπει λοιπόν ημείς δια του θείου πυρός, ν' αντιστεκόμεθα εις το πυρ της αμαρτίας˙ καθώς η πλίνθος ενώ είναι ωμή, είναι αδύνατος και εύθρυπτος, όταν δε τεθή εις το πυρ και ψηθή, γίνεται πρόσκομμα του πυρός, και φραγμός του ύδατος˙ και καθώς εις πήλινον αγγείον είναι το ύδωρ, ούτω και η κάμινος κρατεί έσωθέν της την εξαφθείσαν φλόγα˙ αυτή δε η κάμινος εκ πλίν­θων είναι κτισμένη.
νστ. Γενού και συ στιβαρός εις τους πειρασμούς, και εις τας θλίψεις, και ενάντιου εις εκκαιούσας ηδονάς, ίνα μη διαλυθής ως η ωμή πλίνθος υπό στα­γόνων βροχής.
νζ. Μη νόμιζε αγαθόν, ό,τι συ ποιείς ως καλόν, αλλά το μαρτυρούμενον υπό ανδρών ευσεβών.
νη. Άκουε την φωνήν του Κυρίου, ίνα σε βοηθήση και τας χείρας του επιβάλη εις τους θλίβοντας σε, και τους εχθρούς σου ταπείνωση˙ δια να μη ακού­σης ως παρήκοος. «Εξαπέστειλεν αυ­τούς κατά τας επιθυμίας των καρδιών αυτών, και θέλοισι πορευθή εις τας ιδίας αυτών βουλάς.
νθ. Αγωνίζου να μη δουλεύης εις το ίδιόν σου θέλημα˙ άλλ υπήκοος γε­νού εις τους φοβούμενους τον Κύριον˙ και δια του ελέους του Θεού, θέλουσι συντρίψει την κεφαλήν του Δράκοντος. Ενόσω δε υποτάσσεσαι ευκόλως εις τα ίδια σου θελήματα, γίνωσκε, ότι μακράν απέχεις της τελειότητος, και όσον απέ­χεις της τελειότητος, τοσούτον ανάγκην έχεις παιδείας και διδασκαλίας.
ξ. Υπόμεινον την θλίψιν εν Κυρίω, δια να σε περιλάβη χαρά˙ υπόμεινον τον κόπον δια να εύρης τον πλούσιον μισθόν.
ξα. Όστις φεύγει τον πόλεμον, ουδέ λάφυρα θέλει κρατήσει˙ και όστις φεύ­γει παιδείαν, δεν θέλει λάβει κληρονομίαν μετά των φρονίμων.
ξβ. Ανάβα εις ύψος και θέλεις Ιδεί τα γήινα πάντα ταπεινά και ευτελή˙ αφού δε καταβής εκ του ύψους, οικίσκον ασβεστωμένον θέλεις θαυμάσει.
ξγ. Ανάβα εις την γνώσιν, ω εργάτα της ευσέβειας, και ως όχημα θέλει σε βαστάξει, και εκ πολλών προσκομμάτων θέλει σε διαφυλάξει˙ διότι δεν θέλει αφήσει τον αγαπητόν αυτής να λέγη ή να πράττη προς καταστροφήν των ακουόντων.
ξδ. Οσμή γνώσεως εις άνδρα είναι το να αιτιάται εαυτόν πάντοτε˙ και ενώ αιτιάται εαυτόν, να μη κατακρίνη τον έτερον δια τα αυτά εγκλήματα.
ξε. Δια τούτο λοιπόν είναι αγνώμων ο ονειδίζων τον σύνδουλόν του˙ τον περιπεσόντα εις πειρασμόν μη κατακρίνης γελών, αλλά προσεύχου συνεχώς, να μη εισέλθης εις πειρασμόν διότι ο σκοτισθείς την καρδίαν υπό λαίλαπος λογι­σμών, και κατανικηθείς υπό παθών, άνθρωπον δεν εντρέπεται και Θεόν δεν φοβείται˙ και αν μεν ήναι δυνάστης, ευκόλως πράττει τα κακά˙ εάν δε ήναι α­σθενής και πτωχός, θαρρών εις την δυστροπίαν του, αναισχύντως και αυτός πράττει τα κακά.
ξζ. Μη γίνου φιλήδονος και καταφρονητής˙ άκουε δε του Ιεροψάλτου βοώντος˙ « Αναστήτω ο Θεός, και διασκορπισθήτωσαν οι εχθροί αυτού, και φυγέτωσαν από προσώπου αυτού οι μισούντες αυτόν, ως εκλείπει καπνός, εκλιπέτωσαν, ως τήκεται κηρός από προσώ­που πυρός, ούτως απολούνται οι αμαρ­τωλοί από προσώπου Θεού˙ και οι δί­καιοι ευφρανθήτωσαν.»
ξη. Έλαβες κελλίον, ω μοναχέ, προ­σεύχου συνεχώς εν ταπεινή καρδία, κα­θώς οι τρεις παίδες εν τη καμίνω του πυρός, και μη ποίησης σεαυτόν σπήλαιον ληστών, πράττων τα ασυγχώρη­τα, δια να μη αισχυνθής κατά την ημέραν της κρίσεως, ότε αποκαλύπτωνται τα κρυπτά των ανθρώπων.
ξθ. Οαμελής κατά την ώραν του θερισμού, δεν θέλει έχει εις τον οίκον αυτού αφθονίαν σίτου˙ και ο καταφρονών εν τη παρούση ζωή, ευρίσκεται εκ­τός της παρηγοριάς των δικαίων εν και­ρώ των αμοιβών.
ο. Έρχεται εις ημάς καιρός, αδελφοί, πλήρης φόβου και τρόμου οπότε αποκαλύπτονται όσα επράξαμεν εν κρύπτω και σκοτία˙ και ουαί εις την ψυχήν την μη έχουσαν τον Κύριον βοηθόν.
οα. Έλθετε, ας σκεφθώμεν φιλόχριστοι, αδελφοί, δια το τέλος εκάστου εξ ημών, πως διακείμενα εν τω ματαίω τούτω βίω˙ διότι είναι μάταιος ο διάγων μετά των ματαίως ζώντων, μακάριοι δε είσιν όσοι εμπορεύθησαν καλώς εις τού­τον τον βίον.
οβ. Καθώς πλούσιος ανήρ όστις πλέει με ούριον άνεμον, και κείτεται εις στρώ­μα, και έχει τα όμματα προς τα άνω, και ελπίζει χαράν, και ίστανται μάγειροι ετοιμάζοντες τα φαγητά, και παρακολου­θεί στίφος στρατιωτών, και επήλθεν ε­ξαίφνης λαίλαψ, και συνετάραξε την θά­λασσαν˙ και συνέτριψε το πλοίον, και αυτός μονώτατος απορριφθείς από κυ­μάτων εις νήσους ακατοίκητους γεμούσας θηρίων, κράζει και οδύρεται, και ουδείς ακούει αυτόν τύπτει το πρόσω­πον, όλον το σώμα του ταράττεται, και καθ' εκάστην ώραν προσμένει τον θά­νατον ο προ ολίγου σοβαρός τήκεται υπό του λιμού και του φόβου, και ξη­ραίνεται υπό της δίψης, και ουδείς τον παρηγορεί˙ ούτω και ημείς οι αμελείς πάσχομεν επί της ξηράς διότι ενώ τρυφώμεν εις τον μάταιον τούτον βίον, έρ­χεται αίφνης ο θάνατος, αρπάζει τον α­μελή, τον ρίπτει εις φοβερούς τόπους, όπου θέλουσι κολασθή πάντες οι αμαρ­τωλοί, οι καταθρυνήσαντες πάντοτε τον ίδιον Δεσπότην.
ογ. Ας συλλογισθώμεν καλώς εις ποιον φόβον ευρίσκεται ο ύπό κυμάτων τιναχθείς εις τόπους ακατοίκητους, και μη έχων εντελώς παρηγορίαν τινός˙ λοι­πόν ας συλλογισθώμεν εις ποίον φόβον ευρίσκεται ο ρηθείς αμαρτωλός εις τον τόπον της κολάσεως.
οδ. Η καρδία μου στενάζει, και οι οφθαλμοί μου επιθυμούσι δάκρυα, και η αμαρτία μου αιχμαλωτίζει τον νουν μου, δια να μη έλθω εις κατάνυξιν, και δεηθώ εις τον Κύριον μετά πικρών δα­κρύων, ίνα μη ριφθώ εις το σκότος το εξώτερον.
οε. Ο ελευθερώσας τον λαόν σου εκ χειρός του Φαραώ, και εκ καμίνου σιδη­ράς, και διασώσας αυτούς δια της Ερυ­θράς θαλάσσης, ελευθέρωσον και ημάς εκ των ανομιών ημών, όπως εύρωμεν χάριν ενώπιον σου, όταν μέλλης να κρίνης ζώντας και νεκρούς.
οστ. Ενόσω εις ημάς υπάρχει δύναμις ας δουλεύσωμεν τον Κύριον εν ευθύτητι καρδίας, ίνα εν καιρώ θλίψεως εύρω­μεν αυτόν βοηθόν, ώστε να μας λύτρω­ση εκ μεγάλων κινδύνων.
οζ. Τους δουλεύοντας αυτόν εν καθαρώ καρδία θέλει δοξάσει δια δόξης απεριγράπτου˙ διότι η δόξα των αγίων δεν έχει τέλος.
οη. Κατέπιε το κήτος τον προφήτην Ιωννάν, δια προσταγής Θεού, και ως εις οίκον τινά εφυλάττετο εν τη κοιλία του κήτους˙ εβυθίσθη η κεφαλή του εις σχισμάς ορέων, και περιεκύκλωσεν αυτόν άβυσος βαθύτατη κατέβη εις γην, της οποίας οι μόχλοι είναι δυνατώτατοι˙ και εκεί προσευχόμενος εβόα, λέγων ούτω. «Ας αναβή εκ φθοράς η ζωή μου, Κύ­ριε ο Θεός μου» ανέσχισεν η προσευχή τον βυθόν, έκοψε τον αέρα, ανέβη εις τους ουρανούς, και εισήλθεν εις τα ώτα του Κυρίου˙ μάλλον δε αυτός ο Κύριος ο πληρών τα σύμπαντα, δεν απείχε μα­κράν του γνησίου δούλου.
οθ. Προσέταξεν ο Θεός το κήτος, και εξέμεσε τον προφήτην Ιωνάν, και ως αν απέβη από πλοίον ήρχισε το κή­ρυγμα.
π. Τρίζουσιν οι αμαρτωλοί τους ο­δόντας των κατά των δικαίων πειρα­σμοί εφορμώσι˙ στεφανούνται οι όσιοι˙ αισχύνονται οι ασεβείς, οίτινες εβουλεύθησαν κακά κατά των αγίων του Θεού.
πα. Εδιώκετο ποτε από πονηράν γυ­ναίκα Ηλιού ο Θεσβίτης, ο δε Κύριος δι ορνέου έτρεφε τον προφήτην. Εις δε τους αμαρτωλούς ήλθε πείνα μεγάλη.
πβ. Με άρμα πύρινον ανελήφθη ο προφήτης Ηλιού ˙ η δε άνομος Ιεζάβελ πεσούσα εκ του ύψους της οικίας της κατά γης κατεσυντρίφθη, και κατεβρώθη εις τας πλατείας της πόλεως.
πγ. Έβαλον οι παράνομοι τον προ­φήτην Ιερεμίαν εις τον λάκκον του βορβόρου, διότι δεν ανείχοντο να ακούσωσι λόγον θεοσέβειας. Ήκουσε την τόλμην αυτών ο Αβδεμέλεχ ο αιθίοψ, και επει­δή ήτο καθαρός κατά την ψυχήν, και λαμπρός κατά την πίστιν, ήλεγξε τον βα­σιλέα Σεδεκίαν επί παρανομία˙ έλαβεν εξουσίαν, ανέσυρε τον προφήτην εκ του βορβόρου και έτυχεν ευλογίας.
πδ. Επήλθον οι Εχθροί εναντίον του λαού των Εβραίων, όστις εβασάνιζε πάντοτε τους προφήτας του Θεού, και παρεδόθη υπό του Θεού εις χείρας των εχθρών. Είδον οι εχθροί τον προφήτην του Θεού, τον έλυσαν εκ των δεσμών, και προσέφερον εις αυτόν δώρα˙ διότι εθεώρουν αυτόν ευσεβέστατον. Διό α καθώς ο βαστάζων τον λύχνον φωτίζει τους παρόντας, τοιουτοτρόπως και η α­ρετή λάμπει, βαστάζουσα πάντοτε την δόξαν.
πε. Έβαλον τον προφήτην Δανιήλ οι ασεβείς, διότι ήτο θεοσεβής, εις τον λάκκον των λεόντων, δια να καταφαγωθή παρ αυτών˙ και δεν εγνώρισαν οι ά­νομοι, ότι τούτο ήθελε τους καταισχύ­νει˙ ο δε Κύριος δια χειρός Αββακούμ, και δι αγίου αγγέλου εις τον πιστόν δούλον του απέστειλε φαγητόν. Τα δε άγρια θηρία αφού είδον τον προφήτην εις το μέσον των, έσκυψαν και προσεκύνησαν αυτόν διότι δύναμις ουράνιος έ­φραξε τα στόματα των λεόντων, δια να μη βλάψωσι τον δίκαιον.
πς. Ανέσυραν τον προφήτην από του μέσου των θηρίων, και εξηλέγχετο εκ τούτου η ασέβεια αυτών, διότι είδον αυ­τόν ως νυμφίον εξελθόντα του νυμφι­κού θαλάμου, ακτινοβολούν τα κατά το πρόσωπον, και λάμποντα εκ δόξης.
πζ. Δικαίως εδίσταζον οι Βαβυλώ­νιοι μήπως τάχα ησθένησαν τα άγρια θηρία, ώστε δεν ηδύναντο να τρώγωσι σώματα ανθρώπων διότι ενώ έμεινεν ε­πτά ημέρας ο εκλεκτός του Θεού μεταξύ των επτά λεόντων, ουδεμία βλάβη ευρέ­θη εις αυτόν. Την δε εβδόμην ημέραν ήλθεν ο βασιλεύς να πενθήση τον δίκαι­ον κύψας δε εις τον λάκκον, βλέπει αυ­τόν καθήμενον ως ποιμένα μεταξύ των προβάτων του. Δια τούτο δικαίως αμφέβαλλον οι άπιστοι δια την σωτηρίαν του. Ότε όμως ερρίφθησαν εις τον λάκκον οι εχθροί του δικαίου, και είδον αυτούς, ότι εσπαράχθησαν μεληδόν, και τα ο­στά των ελεπτύνθησαν, εθαύμασαν καθ'υπερβολήν και εβόησαν. «Ισχυρός και μέγας είσαι, Κύριε, ο Θεός του Δανιήλ!»
πη. Οι τρεις παίδες Ανανίας, Αζαρίας και Μισαήλ, επειδή δεν επροσκύνησαν την χρυσήν εικόνα του Ναβουχοδονόσορος, αφού εδέθησαν δυνατά, ερρί­φθησαν εις την ανημμένην κάμινον˙ το δε πυρ δεν ετόλμησε να εγγίση τας τρί­χας των˙ άλλ' εξελθούσα η φλόξ κατέκαυσεν εκείνους, οίτινες ήναψαν και επύρωσαν την κάμινον.
πθ. Ταύτα λοιπόν συλλογιζόμενοι, ω γνήσιοι αδελφοί, ας μη ευρεθώμεν αδό­κιμοι εις τον καιρόν των πειρασμών δι­ότι μεγαλύνονται οι θεοφιλείς.
Υ. Ενόσω εχομεν δύναμιν ας δουλεύωμεν τον Κύριον μετά φόβου, και ευ­θείας καρδίας, και καλής προαιρέσεως˙ ίνα βοηθήση την ασθένειαν ημών, και αναδείξη ημάς στεφανηφόρους εις την βασιλείαν αυτού.
Αμήν



Read more:http://www.egolpion.net/efraim-or8os-bios.el.aspx#ixzz2RCGiDxxw

η ολοκλήρωση στον μοναχισμό (Μνήμη Αγίου Νεκταρίου)

Μνήμη Αγίου Νεκταρίου

η ολοκλήρωση στον μοναχισμό (Μνήμη Αγίου Νεκταρίου)


Η Ολοκλήρωση στον Μοναχισμό
 
 
(Μνήμη Αγίου Νεκταρίου) 
γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστή
  
        Ο σήμερον εορταζόμενος Άγιος με το μέγεθος της αγιαστικής του καταστάσεως, που απεκόμισε δια της ορθής του πολιτείας, συνεκλόνισε τον κόσμο ολόκληρο. Είναι δε πραγματικά ένα παρήγορο όνομα εις όλα τα στόματα των πιστών. Για την Εκκλησία μας αυτό δεν είναι παράδοξο, διότι οδηγεί τα τέκνα της εις αυτό το ύψος και σ' αυτές τις διαστάσεις. Σε μας όμως, που πραγματικά μας περισφίγγουν οι τόσες μας αδυναμίες, είναι ένα παρήγορο σημείο, το ότι και στις δύσκολες αυτές ημέρες βρίσκονται ομοιοπαθείς με μας άνθρωποι, οι όποιοι όχι μόνο απλώς κατενίκησαν τα πάθη τους, επέρασαν από την παρά - φύσι στην κατά φύσι ζωή, αλλά επέρασαν και τις φυσικές διαστάσεις και έφθασαν στην υπέρ - φύσι, μέσα στον αγιασμό, στο τέρμα της τελειότατης επαγγελίας που είναι αύτη ηυιοθεσία. Ο σημερινός λοιπόν Άγιος είναι ακριβώς αυτού του ύψους.
 Εκείνο το οποίο εχαρακτήριζε πάντοτε αυτό τον ουρανομήκη φωστήρα της Εκκλησίας μας, ήτο ότι από την μικρή του ηλικίαεπερίσσευσε μέσα του η αγάπη προς τον πλησίονκαι η πίστι προς τον Θεό.
Κάποτε, όταν εταξίδευε με το καράβι, συνέβη μεγάλη τρικυμία. Αυτός ήτο πολύ νέος. Οι άλλοι εφοβήθησαν, αυτός όμως με την παιδική του απλότητα και την ακεραία του πίστι προς τον Θεό, είπε σαν προσευχή, αλλά και σαν απορία προς τους συμπλέοντας: «Καλά, πώς είναι δυνατό ο Θεός τον οποίο πιστεύομε και επικαλούμεθα, να μας αφήση να χαθούμε και να μην μας σώση;» Και πράγματι δεν διεψεύσθη, διότι όντως εκινδύνευσαν αλλά εσώθησαν.

Εκείνο το οποίο, όπως είπα, τον εχαρακτήριζε ήταν ηαγάπηπρος τον πλησίον. Αυτή τον παρακινούσε, ούτος ώστε εάν κάτι εμάνθανε από την Γραφή, ή από κάποιο πατερικό κείμενο το οποίο συντελούσε προς μετάνοια και σωτηρία, ήθελε να το μεταδώση και στον πλησίον του.Και έγραφε την πρότασι σε χαρτάκια και την έβαζε, κάπου, ή την εσκόρπιζε σε σημεία που επίστευε ότι θα ημπορούσε κάποιος να την διαβάση.Με αυτό τον τρόπο τότε, της παιδικότητός του, εφήρμοζε την προς τον πλησίον αγάπη. Ήτο ένα δείγμα, του τι περιείχε μέσα στην αγία του ψυχή, διότι βλέπετε, αγκάλιασε όλο το πλήρωμα των πιστών, στα τετραπέρατα της οικουμένης.
  Όπου επικαλούνται το γλυκύ του όνομα, εκεί παρίσταται με την θαυματουργική του ενέργεια. Σαν ποταμός ρέουν τα θαύματα, τα οποία ακριβώς πηγάζουν από την πλήρη αγάπης καρδία του, που συνεχώς θέλει να συμπαρίσταται στον πανανθρώπινο πόνο.

Αυτός, διαπιστώνοντας την παχυλή αγνοία που ευρίσκετο η φυλή μας, επίστευσε ότι εάν κατορθώση να μάθη γράμματα, θα ημπορούσε να οφελήση τον πλησίον του. Έτσι λοιπόν μέσα στην φροντίδα του αυτή, ευρέθησαν τα κατάλληλα εκείνα όργανα που εβοήθησαν σιγά-σιγά στις κλιμακώσεις της παιδείας, να μεταφερθή από την στοιχειώδη παιδεία στην μέση. Και όταν ετελείωσε τις γυμνασιακές του σπουδές, που ήταν περισσότερο ανώτερες από τις σημερινές, εξασκούσε το επάγγελμα του δημοδιδασκάλου στην νήσο Χίο. Περισσότερο επεδίδετο, όχι τόσο στο να μάθη γράμματα τους μικρούς μαθητές, όσο στο να μεταδώση στους χριστιανούς το νόημα της πίστεως, της χριστιανικής μας αγωγής. Εκεί ήτο ο πόθος του.

Αφού διεπίστωσαν οι χριστιανοί της περιφέρειας εκείνης τον πόθο του νέου αυτού μέσα στην παιδεία, εφρόντισαν και τον έστειλαν να προχωρήση σε πανεπιστημιακές σπουδές. Και αφού ετελείωσε, εξεδηλώνετο με τον τρόπο αυτό η πεποίθησί του, ότι ήθελε οπωσδήποτε να πληρώση την γεμάτη χριστιανική αγάπη καρδία του και να ημπορέση να μεταδώση με όλες του τις δυνάμεις στον συνάνθρωπο του τα μέσα της σωτηρίας, της σωστής πίστεως και του βιωματισμού. Αυτό ενόμιζε, ότι θα ημπορούσε να το πετύχη δια της μαθήσεως και του λόγου. Έτσι η νεανική του τότε και αγνή ψυχή επίστευσε, ότι αυτό το εργαλείο της χρειαζόταν. Γι' αυτό και επεδόθη μέσα στην έκτασι της παιδείας.

Όταν στο Πανεπιστήμιο ετελείωσε την Θεολογία, όπως επιθυμούσε, εγύρισε κατ' ευθεία προς την Εκκλησία. Προσελήφθη από το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας όπου έγινε Επίσκοπος μιας Μητροπόλεως, της λεγομένης Πενταπόλεως. Και η μεγάλη του δράσι ήταν ότι δεν υπεχώρησε ούτε στο παραμικρό, αλλά όλες του τις δυνάμεις τις διέθετε συνεχώς στο στήριγμα της Εκκλησίας. Εφρόντισε ακόμα και τους ναούς νακαλλωπίση, είτε με αγιογραφίες, είτε με τα υπόλοιπα τελετουργικά και λειτουργικά μέσα που τους εχρειάζοντο, ούτος ώστε με αυτό τον τρόπο να ελκύωνται περισσότερο οι πιστοί και να καταρτίζωνται.

Αλλά εδώ ακριβώς απεδείχθη ένα γεγονός· ότι μόνο η προσφορά της προσπάθειας και μόνο το εργαλείο της μαθήσεως, τα οποία διέθετε τότε, δεν ήταν ικανά να ολοκληρώσουν τον πόθο της φλεγόμενης προς το Θεό καρδίας του. Αναζητούσε συνεχώς να εύρη αυτό τον τρόπο, τον οποίο επίστευε μεν ότι υπάρχει, αλλά δεν τον κατείχε, ούτε στον ζήλο τον θερμό, ούτε στην μάθησι.Κάπου άλλου ήτο. Βλέποντας τις ατασθαλίες των ανθρώπων και την σύγκρουσι της εξουσίας και τον υπέρμετρο εναντίο του φθόνο που έφθασε μέχρι διωγμού, φεύγει από την επισκοπική του θέσι και επιδίδεται περισσότερο μέσα στην προσπάθεια του αυτή, την οποία συνεχίζει στο να οφελήση τον συνάνθρωπο του.

Διωκόμενοςήλθε στην Ελλάδα. Άρχισε ως ιεροκήρυξ από τον άμβωνα, συγγραφών και εκφωνών πύρινους λόγους περί μετανοίας. Ερμήνευε τα δόγματα και γενικά ολόκληρο την εκκλησιαστική μας παράδοσι. Και εις αυτό τον τομέα επέδειξε ολόκληρο τον ζήλο του, πιστεύοντας ότι μέσω αυτού του τρόπου θα εύρισκε αυτό το οποίο περιείχε μέσα στην δίψα της αναζητήσεως του.Εζητούσενα εύρη κάτι, που και αυτός ο ίδιος να ολοκληρωθή και μέσω εκείνου να επιτυχή ολόκληρο την αποστολή του.

Έπειτα υπηρέτησε μέσα στην εκκλησιαστική εκπαίδευσι και συγκεκριμένα στηνΡιζάρειοσχολή. Προσέφερε πολλούς καρπούς, όπως ήδη αναφέρουν και ζωντανά πρόσωπα, που υπήρξαν μαθηταί του.
Ο ζήλος του, η ευσέβεια του δεν εμειώθη ούτε εις αυτό το σημείο· όμως δεν συνήντησε το μυστικό εκείνο το οποίοαναζητούσεη ψυχή του. Ούτε ως ιεροκήρυξ, ούτε ως υπεύθυνος της Ριζαρείου Σχολής επλήρωσε αυτό τον πόθο. Και τότε άλλαξε πάλι, αναζητώντας συνεχώς τους καταλλήλους εκείνους τρόπους που θα ολοκληρωνόταν και αυτός ως προσωπικότης, αλλά και θα ημπορούσε να μεταδώση και στον πλησίο του εξ ολοκλήρου πλέον αυτό το οποίο εχρειάζετο.
Και τότε επίστευσε στις πατερικές γραμμές, ότι αυτό θα το επετύγχανε δια της απολύτου συνεργασίας της Χάριτος. Θα μου πήτε έως τότε δεν υπήρχε μαζί του η Χάρις; Ασφαλώς υπήρχε. Δεν υπάρχει χριστιανός πιστός που να μην έχη μαζί του την Θεία Χάρι. Όμως δεν είχε ακόμη εκείνη την Χάρι, την οποία οι Πατέρες μας ακριβώς επέτυχαν στο τέρμα της αγωνιστικής τους ζωής· εκείνη η οποία πηγάζει από την πράξι και οδηγεί τον άνθρωπο στην θεωρία, στον τέλειο βαθμό του αγιασμού, στο πλήρωμα της Θείας επαγγελίας που είναι η υιοθεσία.

Τότε εγκατέλειψε πλέον όλες τις προσπάθειες αυτές και αποσύρθηκε στην ησυχία. Ιδού πάλι ο θρίαμβος της πατερικής μας παραδόσεως. Ο φλογερός ρήτωρ, ο επιτυχής ιεράρχης, ο άριστος συγγραφεύς, διεπίστωσε ότι δια της ησυχίας θα έφθανε από την πράξι στην θεωρία, αλλά τον εμπόδιζε ο τρόπος εκείνος του κοινωνισμού. Έτσι απεσύρθη στην ησυχία και εκεί ίδρυσε μικρό μονήδριο, στο οποίο έγινε και πατήρ και προστάτης των μοναζουσών. Μαζί με αυτές, εξασκώντας την ησυχία και εφαρμόζοντας απόλυτα το πατερικό πνεύμα της μοναστικής μας ιδιότητος, επέτυχε το πλήρωμα και ολοκληρώθηκε σαν προσωπικότης.

Εδώ όμως χρειάζεται μια διευκρίνησι. Όπως είπα και πριν, δεν του έλειπε το εφόδιο της εισόδου προς τον αγιασμό και το ευρήκε τότε μόνο. Το κρατούσε, το συνέχιζε. Αλλά εκεί τοολοκλήρωσε.Μέσα λοιπόν στην ησυχία ολοκλήρωσε την προσωπικότητα του· επέτυχε τον θρίαμβο του αγιασμού· έγινε φωστήρας τέλειος· ετέθη επί την λυχνία και έκτοτε και μέχρι της συντέλειας θα είναι ο πραγματικός λύχνος της σημερινής μας Εκκλησίας, το παρήγορο σημείο όλων των πιστών, ο θρίαμβος της Ορθοδοξίας.Εκεί είναι το πλήρωμα της ολοκληρώσεως του.
Πέρασε όλα τα στάδια της κοινωνικότητας της Εκκλησίας. Εις όλα προσέφερε και επέτυχε. Το πλήρωμά του όμως, το επέτυχε μέσα στην πραγματική ησυχία, όπου η πατερική μας παράδοσι ευρίσκει το θρίαμβο της. Και ακριβώς εδώ ευρίσκομε τον Άγιο Νεκτάριο ωςμοναχό. Χωρίς να υστερηθή της Ιεραρχικής του αξίας και όλης της προσφοράς του, με το πλήρωμα της αγάπης του προς τους πιστούς, ολοκληρώθηκε μέσα στην ησυχία σαν ησυχαστής μοναχός. Βλέπετε λοιπόν την συνέχεια της πατερικής μας παραδόσεως;

Υπάρχουν πολλά περιστατικά που δεν εσχολίασα, τα οποία πραγματοποιήθηκαν κατά την διάρκεια της ησυχαστικής του ζωής, στους αγώνες που έκανε στο κελλί του, αγωνιζόμενος με τους λογισμούς, με τους δαίμονες, με τα πάθη και με την ευχή.
  Θα αναφέρω ένα ελάχιστο που ενθυμούμαι, από την επαφή του με τον αείμνηστο π. Ιωακείμ Σπετσιέρη, που τον πρόφθασε πολύ καλά και ήταν και φίλοι. Όταν ερωτούσε ο π. Ιωακείμ τον Άγιο Νεκτάριο για το θέμα της ευχής, του έλεγε: «π. Ιωακείμ, όταν λες την ευχή να συγκλονίζεσαι ολόκληρος. Να βγαίνη η ευχή μέσα από την καρδιά σου, να μην την λες μόνο με τα χείλη»· που αυτό ήταν το απαύγασμα της εσωτερικής του καταστάσεως στο πώς αυτός εβιούσε την εσωστρέφεια, τηννήψικαι την ευχή, την οποία ολοκλήρωσε μέσα στην ησυχαστική του περίοδο σαν Νεκτάριος μοναχός.

Βλέπετε πόσο χρήσιμος, πόσο τελεία και πόσο βεβαία είναι η ιδική μας αγωγή, και πώς την παρέδωσαν οιΠατέρεςεις εμάς τόσο εξονυχιστικά και λεπτομερώς οργανωμένη, καθορισμένη, εσφραγισμένη και επιτυχή; Λοιπόν τώρα με θάρρος περισσότερο στην ζωή μας αυτή, τίποτε να μην μας λείψη. Με τα παραδείγματα των παλαιοτέρων αλλά και των προσφάτων, οι οποίοι μέσα εις αυτή την ζωή επέτυχαν το πλήρωμα τους,θα συνεχίσωμε και εμείςμε πολύ θάρρος και ελπίδα στον Χριστό μας, έχοντες σαν άγκυρα βεβαιότητας την πρεσβεία του μεγάλου αυτού αγίου.
Αυτά θα σας ενθύμιζα, που είναι για μας καύχημα. Έχοντες παρρησία στην πρεσβεία των Αγίων μας και ατενίζοντες στην πατρική τους στοργή, πιστεύομε ότι θα συνδράμουν την ευτέλειά μας και θα μας βοηθήσουν να επιτύχωμε.
Γιατί ο Πανάγαθος Δεσπότης μας, που εκάλεσε και εμάς όπως και αυτούς, δεν έχει κάνει λάθος στην απόφασι της αγαθότητός Του. Οπωσδήποτε θα δώση και εις εμάς το βραβείο της επιτυχίας.
 
αμήν


Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον    www.egolpion.com



Read more:http://www.egolpion.net/oloklhrwsh_monaxismo.el.aspx#ixzz2RCG117ZF

Οι δύο πόλοι της πνευματικής ζωής


Οι δύο πόλοι της πνευματικής ζωής



Οιδύο πόλοι της πνευματικής ζωής
 (Μνήμη Αγίου Ιωάννου τον Ελεήμονος)
γέροντος ιωσήφ του ησυχαστή
 Εορτάζει η Εκκλησία μας σήμερα την μνήμη του Αγίου Ιωάννου του Ελεήμονος, Πατριάρχου Αλεξανδρείας.
Ο Άγιος Ιωάννης κατήγετο από την Κύπρο. Υπήρξε τέκνο ευσεβών και πλουσίων γονέων. Αν και ανετράφη μέσα στην άνεσι, έστρεψε όλη του την διάθεσι και προσοχή στην ευσέβεια.  Διαβλέποντας η Θεία Χάρις μέσα στην αγνή ψυχή του, ότι θα απέδιδε πολύ πνευματικό καρπό στο μέλλον, τον προώρισε και τον ανεβίβασε στον θρόνο του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, πού ήκμαζε τότε.
Στον βίο του αναφέρεται ένα σύμβολο, πού έδειξε η Χάρις για την μέλλουσα του διαγωγή. Είδε στον ύπνο του μια ωραία κόρη στεφανωμένη με κλάδο ελαίας, η οποία του είπε:«Εγώ είμαι η πρώτη θυγάτηρ του βασιλέως. Αν με αγαπήσης, έχω την δύναμι να σε οδηγήσω εις αυτόν».Ο Άγιος συνεπέρανε ότι αυτή ήτο η Χάρις της συμπαθείας και της ελεημοσύνης.
Πράγματι. Το κεντρικώτερο σημείο πού ευρίσκεται μέσα στην θεοπρεπή μεγαλωσύνη, είναι η συμπάθεια. Αυτή εκίνησε τρόπον τινά τον Θεό να δημιουργήση τον κόσμο εκ του μηδενός. Αλλα και όταν εχρεωκόπησε ο κόσμος με την ιδική του απροσεξία, και εγκατέλειψε την ισορροπία, πάλι από συμπάθεια και ελεημοσύνη έκανε την «κένωσί» Του ο Θεός Λόγος. Επεδήμησε στον κόσμο αυτό, εφόρεσε την ιδική μας «πτώχεια» και ενεκάλεσε στην ισορροπία την διασαλευθείσα κτίσι. Μονογενής θυγάτηρ του Θεού, η ελεημοσύνη. Αυτή, δια να επανέλθωμε στον βίο του Αγίου, προεκάλεσε τον νέο τότε και του είπε: «Εάν με αγαπήσης, εγώ θα σε οδηγήσω στον βασιλέα, διότι έχω πολλή παρρησία εις αυτόν».
Όταν προεχειρίσθη Πατριάρχης Αλεξανδρείας, η πόλι, αλλά και ολόκληρη η περιοχή της δικαιοδοσίας του είχε υποστεί πολλές δοκιμασίες, διότι ήταν η περίοδος πού άρχισε να εξαπλώνεται το Ισλάμ. Άρχισαν επιδρομές στα μέρη εκείνα, πού επίεζαν τον χριστιανικό κόσμο. Προστέθηκαν εις αυτά και διάφορες θεομηνίες, όπως ανομβρίες, πού προκαλούσαν φτώχεια, πείνα και δυστυχία. Η περιοχή ήταν καταδικασμένη, επειδή ο Νείλος ποταμός δεν επλημμύριζε, λόγω της ανομβρίας των χωρών όπου ευρίσκοντο οι πηγές του.
Και μέσα εις αυτές τις συμφορές, οι χριστιανοί εζητούσαν καταφύγιο, ελεημοσύνη, τροφή και συμπαράστασι στην μεγάλη πόλι της Αλεξανδρείας. Τότε ο Άγιος Ιωάννης, πού ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη στιγμή και θέσι, επέδειξε τις διαθέσεις της ψυχής του. Εφανέρωσε την πολλή συμπάθεια πού είχε.
Τότε η Εκκλησία ήταν ανεξάρτητη οικονομικά. Είχε πόρους ιδικούς της και δεν είχε ανάγκη συμπαραστάσεως της πολιτείας. Σε δύσκολες μέρες ημπορούσε να κυβέρνηση τον λαό. Δημιουργούσε νοσοκομεία, θεραπευτήρια, εκπαιδευτήρια και πρακτικά εβοηθούσε τους ανθρώπους. Σ' εκείνες τις ημέρες έδειξε τόσο πολύ την αμίμητη ελεημοσύνη του ο Άγιος, ώστε δικαίως ωνομάσθη «Ελεήμων». Τον μεν βίο του ημπορεί να μελετήοη ο καθένας μας· εκείνο όμως πού θέλομε να τονίσωμε και πού είναι ωφέλιμο για μας» είναι ο ακριβής τρόπος της συμπάθειας προς τον πλησίον, πού είναι ο ένας πόλος του προορισμού του ανθρώπου.
Δύο είναι οι πόλοι στους οποίους κινείται ο άνθρωπος σαν ένα τέλειο και λογικό όν. Ο μεν ένας είναι το να αγαπήση τον Θεό «εξ όλης ψυχής, εξ όλης ισχύος, εξ όλης καρδίας» και ο δεύτερος να αγαπήση «τον πλησίον ως εαυτόν». Εάν επιτύχη το πρώτο, οπωσδήποτε θα επιτύχη και το δεύτερο.
Πώς θα κινηθή ο άνθρωπος για να αγαπήση «Κύριον τον Θεόν του;
Για να αγαπήση κανείς τον Θεό και να Τον λατρεύση, πρέπει να Τον πιστεύση σωστά. Για να Τον πιστεύση σωστά, πρέπει να Τον γνωρίση. Προηγείται εδώ η εισαγωγική γνώσι. Η εισαγωγική γνώσι, γεννά την εισαγωγική πίστι. Αν η εισαγωγική γνώσι δεν διαφθαρή από επιδράσεις ξένων θεωριών, αυτομάτως
γεννά την πίστι. Διότι η πίστι είναι υπόστασι ψυχική. Δεν είναι επινόησι, όπως προσπαθούν να μας αποπλανήσουν οι διάφοροι υλιστές σήμερα. Η πίστι είναι υπόστασι του πνευματικού κόσμου. Είναι συμφυής της πνευματικότητος των λογικών όντων.
Όταν ο νους είναι υγιής, ο άνθρωπος δεν ημπορεί παρά να πιστεύση, να παραδεχθή, ότι δεν είναι δυνατό να υπάρχει αυτή η αρμονία στο σύμπαν, χωρίς να υπάρχει κάποια δύναμι, κάποια εξουσία, η οποία έχει βάλει στην γραμμή όλα αυτά και τα προνοεί. Σύμφωνα με τους κανόνες της φυσικής, τίποτε δεν είναι αυθύπαρκτο. Παρά τις τόσες έρευνες και παρά το πείσμα της απιστίας, δεν απεδείχθη το αντίθετο.
Με την εισαγωγική πίστι αρχίζει κανείς να πιστεύη, ότι πραγματικά υπάρχει Θεός. Το θέμα της πραγματικής πίστεως λύνεται με την αποκάλυψι. Εμείς σήμερα, δεν έχομε ανάγκη να ψηλαφίσωμε, να ανακαλύψωμε τον Θεό. Με την «κένωσι» του Θεού Λόγου, με την παρουσία του ενός προσώπου της Μακαριάς Τριάδος, εισερχόμεθα μέσα στην πίστι αυτή πού παραδίδει η Εκκλησία μας, το κέντρο της Αποκαλύψεως. Διότι εμείς δεν ενδιαφερόμεθα να μάθωμε εάν υπάρχη Θεός, αλλά αποβλέπομε στο να ρυθμίσωμε τίς σχέσεις μας μαζί Του.
Εμείς, ως μεταπτωτικοί άνθρωποι, δεν ημπορούμε να υπάρξωμε χωρίς την παρουσία του Θεού. Υποκείμενοι τώρα μέσα στον θάνατο, τη φθορά, την ροή, τον πόνο και τόν όλεθρο, πρέπει να ελευθερωθούμε από αυτά. Καμμία δύναμι δεν ημπορεί να μας ελευθέρωση εκτός από τον Θεό. Χωρίς την μυστηριώδη παρουσία της προνοίας Του, δεν ημπορούμε να υπάρξωμε, ούτε εμείς, ούτε κανένα στοιχείο. Έχομε ανάγκη της προσωπικής μας σωτηρίας, διότι το φάσμα του θανάτου επικρεμμάται επάνω μας. Δεν ημπορούμε να απαλλαγούμε από αυτό. Αγόμεθα μέσα στον μύλο του θανάτου προς καταστροφή και απώλεια.
Πρέπει οπωσδήποτε να απαλλαγούμε. Για να γίνη αυτό, πρέπει να έχωμε σχέσεις με Αυτόν, πού είναι η απόλυτη Αυτοζωία. Μόνο η απόλυτη αυτοζωία ημπορεί να καταργή τον θάνατο και να ελευθερώνη δυναμικά όσους καταφεύγουν εις Αυτόν. Τότε, μεταφερόμεθα από την εισαγωγική πίστι στην πίστι της θεωρίας. Στην πραγματική πίστι πού σημαίνει υποταγή στο Θείο θέλημα. Εμείς είμεθα έτοιμοι να προσφέρωμε ό,τι θέλει ο Θεός. Αυτή η υποταγή στο Θείο θέλημα, είναι αυτό πού περικλείεται στην εντολή «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης ψυχής, εξ όλης καρδίας, εξ όλης διανοίας».
Με την υποταγή στον Θεό, εφαρμόζομε την αγάπη μας πρακτικά. Η υποταγή είναι το όργανο της αγάπης. Αγάπη αφηρημένη δεν είναι δυνατό να υπάρξη. Η αγάπη είναι συγκεκριμένη. Πώς θα μεταδώσης πρακτική αγάπη εάν δεν κινηθής να υπηρέτησης αυτόν πού λέγεις ότι αγαπάς; Αφού λοιπόν πιστεύσης στον Θεό θα εφαρμόσης και αυτά πού ζητά από σένα, με όλη σου την ψυχή. Όχι «κατ' οφθαλμό-δουλεία» αλλά εκ προθέσεως ολοκλήρου.
Αποδεικνύοντας ότι εξ ολοκλήρου αγαπάμε τον Θεό και προτιμούμε Αυτόν και το θέλημα Του, περισσότερο και από την ιδική μας ζωή, πείθομε τον Θεό και έρχεται και ενώνεται μαζί μας. Γίνεται η πραγματική ένωσι Θεού και ανθρώπου, αυτό πού ονομάζομε «Θεανθρωπισμό», που με την παρουσία Του ο Θεός Λόγος μας εδίδαξε πρακτικά.
Και όταν εμείς δώσωμε στον Θεό ότι υπάρχει μέσα στο περιθώριο της αγάπης μας, τότε και Αυτός δίδει ότι έχει προς εμάς. Την ιδική Του αγάπη, τις ιδικές Του υποσχέσεις. Εφαρμόζεται αυτό που λέγει ο Ιησούς μας. «Εκείνος εστίν ο αγαπών με, ο έχων τας εντολάς μου και τηρών αυτάς» και τότε «ο αγαπών με αγαπηθήσεται υπό του Πατρός μου και εγώ και ο Πατήρ ελευσόμεθα και μονήν παρ' αυτώ ποιήσομεν». Ο άνθρωπος
μετέχει, όταν φθάση εις αυτή την θέσι, στις Θείες ιδιότητες. Συμβαίνει ότι και με το σίδερο πού το βάζομε μέσα στην φωτιά. Γίνεται και αυτό φωτιά. Κοκκινίζει και παίρνει όλες τις ιδιότητες της φωτιάς, χωρίς να αλλάζη. Μένει σίδερο, αλλά καίει και φωτίζει όπως η φωτιά. Το ίδιο συμβαίνει με τον άνθρωπο πού επήρε τις Θείες ιδιότητες. Γίνεται όλος αγάπη και τότε αγαπά «τον πλησίον ως εαυτόν». Δεν ζή για τον εαυτό του.
Γίνεται ακριβώς αυτό πού λέγει ο Απόστολος Παύλος. «Έκαστος τω πλησίω αρεσκέτω εις το αγαθόν προς οικοδομήν». Και ο Ιωάννης λέγει ένα τολμηρότερο. «Τας ψυχάς ημών οφείλομεν υπέρ των αδελφών ημών τιθέναι».
Εις αύτη την θέσι, εις αυτή την κληρονομιά έφθασαν οι Πατέρες μας και αφού κατά μονάς κατόρθωσαν να αγαπήσουν τον Θεό, εξ όλης ψυχής, εξ όλης καρδίας, εξ όλης διανοίας και εδέχθησαν τις Θείες ενέργειες, εστράφησαν ύστερα σε μας τους ασθενείς και αδυνάτους, μεταδίδοντας όλη την συμπάθεια και αγάπη πού τους έδωσε ο Θεός. Ο Άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων είναι ένας εξ αυτών των τόσων πολλών πού η Εκκλησία μας πλουτεί. Με τις πρεσβείες του εύχομαι να ξεκινήσωμε με καλή πρόθεσι, αγαπώντες πρώτα τον Θεό και μετά τον πλησίον μας.
Αμήν



Read more:http://www.egolpion.net/2poloi_pnevmatikhszwhs.el.aspx#ixzz2RCEvYhQz

Ο καθαρισμός της καρδιάς



Ο καθαρισμός της καρδιάς


 
καθαρισμός της καρδίας
γέροντος ιωσήφ του ησυχαστή

   Τοκέντροτης ζωής μας είναι η απασχόλησί μας με τον πνευματικό νόμο. Αυτός είναι και ο λόγος πού αρνηθήκαμε τον κόσμο και εγκαταλείψαμε τον οικογενειακό βίο, ο οποίοςδενείναι αμαρτωλός. Τον εγκαταλείψαμε, επειδή θελήσαμε να εκφράσωμε με ένα ιδιαίτερο τρόπο την αγάπη μας προς τον Θεό, τηρούντες έτσι με ακρίβεια την πρώτη εντολή.
Κληθέντες από τον Θεό, ακολουθήσαμε την φωνή Του για να εφαρμόσωμε αυτή την εντολή. Και για να εύρωμε τον κατάλληλο χρόνο, τοναπερίσπαστομάλλον, εβγήκαμε έξω από την κοινωνία και αρνηθήκαμε τους οικογενείς μας, ασχολούμενοι λεπτομερώς με την εσωστρέφεια, ελέγχοντες τα νοήματα των πραγμάτων. Και αυτό τον τρόπο, να ημπορέσωμε να νικήσωμε όχι μόνο την πρακτική μορφή της αμαρτίας, αλλά να τηναφανίσωμεαπό την γέννησί της. Όχι μόνο να μην αμαρτάνωμε πρακτικά, αλλά ούτε κατάδιάνοιανα έχωμε συνεργασία με το κακό. Και με αυτό τον τρόπο φθάναμε στον μακαρισμό του Κυρίου: «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται». Ο Ιησούς μας ανέφερε ότι: «Τα έξωθεν εισερχόμενα ου κοινούσι τον άνθρωπο», δηλαδή δεν τον μολύνουν.
Εκείνα πού εξέρχονται από μέσα τον κάνουν ακάθαρτο. «Εκ γαρ της καρδίας εξέρχονται διαλογισμοί πονηροί, φόνοι, μοιχείαι, πορνείαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι». (Ματθ. 15,18). Αυτά είναι ταπερισσεύματατης ακαθάρτου καρδίας τα όποια κινούμενα από μέσα προς το έξω, δημιουργούν το σώμα της περιεκτικής κακοηθείας.
Και τότε καταρακώνεται η ελευθερία της προσωπικότητας του ανθρώπου, και από ευγενής και «κατ' εικόνα και ομοίωσιν» πλασμένος πού είναι, γίνεται πονηρός και διεφθαρμένος. Επειδή μετέχομε και εμείς αυτής της αρρωστημένης καταστάσεως, εξήλθαμε από τον κόσμο ακριβώς γι' αυτό τον λόγο.Κόσμοόταν λέμε δεν εννοούμε τους ανθρώπους.Κόσμος είναι το σύστημα του παλαιού ανθρώπου, πού κατά τον Παύλο είναι ταπάθηκαι οιεπιθυμίες. Και κατά τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, η «επιθυμία των οφθαλμών και η αλαζονεία του βίου», ηαφροσύνηκαι γενικά ηματαιοφροσύνη.
Ευρισκόμενοι τώρα εδώ, προσέχαμε ακριβώς στο να γίνωμε «καθαροί τη καρδία», γιατί μονό έτσι θα ίδωμε τον Θεό,όσοεπιτρέπεται βέβαια στην ανθρώπινη φύσι να έχη εμπειρία της οράσεως του Θεού.Το θέμα της παλιγγενεσίας δεν είναι η μεταφορά των ανθρώπων εις ένα ευδαιμονισμό. Αυτά τα παραδέχονται οι ξένες ομολογίες:Ο άνθρωπος μετά την παρουσία του Θεού Λόγου, δεν μεταφέρεται εις ένα ευδαιμονισμό, ούτε επανέρχεται από μία εξορία σε μια καλύτερη ζωή.  Αυτά δεν είναι της Εκκλησίας μας γεννήματα, αλλά πεπλανημένες ιδέες.
Η κένωσι του Θεού Λόγου, μετέφερε στην ανθρώπινη φύσι τηνθέωσι. Έτσι ο άνθρωπος μεταφέρεται δια της Χάριτος - εάν αρχίσει από εδώ να πειθαρχή στο Θείο θέλημα- υποστατικά στην ένωσί του με τον Θεό. Όπως μετέχει το θετό παιδί στην περιουσία, στο όνομα και στην προσωπικότητα του πατέρα του, ενώ δεν είναι φυσικό παιδί, έτσι και εμείς.
Αν και δεν γεννηθήκαμε τρόπον τινά, από τον Θεό, με τηνυιοθεσίαόμως απεκτήσαμε την ίδια θέσι, πού έχει ένα φυσικό παιδί. Αυτό για μας λέγεται θεανθρωπισμός.
Αυτό μας έφερε στη γη ο Θεός Λόγος. Όπως είπε ο ίδιος: «Εγώ πάτερ, εν αυτοίς και συ εν εμοί» και «την δόξαν ην δέδωκας μοι δέδωκα αυτοίς», και άλλου «Θέλω ίνα όπου ειμί εγώ κακείνοι ώσι μετ' εμού,ίνα θεωρώσι την δόξαν την εμήν», και πάλι «υμείς φίλοι μου έστε, εάν ποιήτε όσα εγώ εντέλλομαι υμίν ουκέτι υμάς λέγω δούλους». Και όταν του εζήτησαν να τους μάθη να προσεύχονται, κατ' ευθείαν τους είπε: «Πάτερ, ημών ο εν τοις ουρανοίς».
Για να επιτευχθή όμως αυτό και να εισέλθωμε στους κόλπους της υιοθεσίας, πρέπει να προσέξωμε, όχι μόνο να μην αμαρτάνωμε, αλλά νακτυπήσωμετηνρίζατης αμαρτωλότητος, ώστε και μέσα στην διάνοια μας να μην έχη θέσι.Όταν καθαρίση η καρδιά από τις ενέργειες των παθών, πού είναι ο παλαιός άνθρωπος, έρχεται τότε το Άγιο Πνεύμα και κατοικεί. Προσέξετε πώς ο Ιησούς μας το αναφέρει. «Εάν τις αγαπά με, τον λόγον μου τηρήσει, και ο πατήρ μου αγαπήσει αυτόν, και προς αυτόν ελευσόμεθα και μονήν παρ' Αυτώ ποιήσομεν».
Κοιτάξετε τι λέει, «μονήν»·δεν λέει ότι θα έλθωμε να σας επισκεφθούμε, όπως κάνομε εμείς μια επίσκεψι,αλλά λέει ότι θά κάνωμε διαμονή. Αυτός είναι οΘεανθρωπισμός.
 Η απαλλαγή μας όμως από την αμαρτία δεν γίνεται αυτομάτως αλλάσταδιακά, όπως γίνεται η σωματική αύξησι. Με τηνεμμονήμας, σιγά-σιγά επιτελείται δια της Χάριτος μυστηριωδώς ηκάθαρσιτηςκαρδιάς.Καθαρίζη πρώτα ο νους και φωτίζεται, και έτσι συλλαμβάνει καλά τα νοήματα και δεν πλανάται.Μετά την σωστή χρήσι των νοημάτων και την τήρησι της ακριβείας των εντολών, καθαρίζεται και η καρδιά.Τότε εισέρχεται η Θεία Χάρις μόνιμα και κάνει τον άνθρωπο αληθινά θεοφόρο.Και ο άνθρωπος αυτός ενώ είναι ζωντανός, μεταφέρθη «εκ του θανάτου εις την ζωή».Αυτό είναι ο αγιασμός. Τότε εις αυτόν δεν λειτουργούν οι φυσικοί νόμοι. Κοινωνεί μόνιμα με την θεία Χάρι και εισέρχεται στουπέρ φύσι, ούτως ώστε να έχη το διορατικό ή το προφητικό χάρισμα. Δεν φοβάται τις ασθένειες, τους κινδύνους, διότι μεταφερόμενος στη θέσι της υιοθεσίας τον σκεπάζει η θεία Χάρις· και όταν κάποτε θα φύγη από τον κόσμο αυτό, θα κερδίση τις άξιες των επαγγελιών, πού μας υπεσχέθη ο Χριστός μας.
Και αυτές τις ήμερες, αν είστε λίγο προσεκτικοί, θα αισθανθήτε περισσότερο την επίδρασι της Χάριτος, διότι όπως έλεγε ο αείμνηστος Γέροντας μας, ο Χριστός χαρίζει πλουσιότερα τα δώρα Του στις μεγάλες εορτές, σαν μια ιδιαίτερη ευλογία. Αλλά υπάρχει λόγος στο να μην είμεθα και να μην γίνωμε προσεκτικοί; Αφού αυτό είναι το κέντρο του στόχου μας! Πώς να μην γίνωμε ευλαβείς, ζηλωταί, προσεκτικοί, πραγματικοί λάτρεις του Χριστού μας, ο οποίος πιστεύομε ότι μας εκάλεσε αφού μας προώρισε και μας εδικαίωσε και απομένει μόνο η ελεημοσύνη Του να μας δοξάση στην εσχάτη εκείνη ώρα, όταν θα φύγωμε από τον κόσμο αυτό;
Και να τώρα θα εισέλθωμε στα «ταμεία» μας, και αποκλείομε την θύρα μας και προσευχόμεθα και εξομολογούμεθα και προσπίπτομε στον Χριστό μας και με όλη την ψυχή και την καρδία και διάνοια και θέλησι και πρόθεσι και δράσι αποδίδαμε τάς ευχάς μας ενώπιόν Του, πού έχει υποσχεθεί στους αμαρτωλούς. Με πραότητα, με ταπείνωσι και καλοσύνη να προσπίπτετε με τον τρόπο αυτό. Είναι ομυστικότεροςτρόπος της μεταβολής του χαρακτήρας, πού προκαλεί τις πνευματικές εξάρσεις και αλλοιώσεις: «Αύτη η αλλοίωσις της δεξιάς του Υψίστου».Αλλοίωσιπού μεταβάλλει τον πήλινο άνθρωπο, τον αμαρτωλό, τον περικείμενο τους δερμάτινους χιτώνας. Τονμεταβάλλεισε πνευματικό όν, πού το περιτριγυρίζουν και επιθυμούν οι Άγγελοι να παρακύψουν. Βλέπουν τις καλές αυτές διάνοιες, πού προσπαθούν να ξεπεράσουν τον νόμο της βαρύτητας και να μεταφερθούν στο υπερουράνιο θυσιαστήριο, εκεί όπου «πρόδρομος υπέρ ημών εισήλθεν Χριστός, εις τα Αγια αιωνίαν λύτρωσιν ευράμενος» (Έβρ. 9,12).
Όσα δεν αφορούν τον ουρανό, ξεχάστε τα.Εκείείναι το πολίτευμα μας. Εκεί μας αναμένει ο Ιησούς μας. «Εάν πορευθώ και ετοιμάσω υμίν τόπον, πάλιν έρχομαι και παραλήψομαι υμάς προς εμαυτόν,ίνα οπού ειμί εγώ και υμείς ήτε». Ποιά καρδιά, αισθανόμενη αυτά τα ρήματα, δεν θάραγίση, ακόμη και αν είναι από γρανίτη κατασκευασμένη;Η ανερμήνευτοςπαναγάπηΤουδεν ετελείωσε με την θεία Του κένωσι και την παραμονή Του μαζί μας στην γη αυτή, όπου ενεδύθη την ιδική μας ταπείνωσι και πτώχεια. Αλλά και στους πατρώους κόλπους αναπαυόμενος «εν πάση τη δόξη Αυτού»,πάλι μας ενθυμείταικαι «ουκ εάσει ημάς ορφανούς πώποτε, αλλά, μεθ' ημών εστί πάσας τάς ημέρας».
Όλοι πρόθυμοι τώρα ξεκινείστε με άμιλλα πνευματική,να φιλοδοξήτε να πέραση ο ένας τον άλλο. Και αυτό ακριβώς είναι το αξιέπαινο. «Αύτη η γενεά ζητούντων τον Κύριον».

ΕΡΩΤΗΣΗ - ΑΠΑΝΤΗΣΗ
Ερ.:Γέροντα, πρέπει να προσευχώμαστε για όποιον μας ζήτα ή για τους αδελφούς της συνοδείας μας, πού λείπουν έξω στον κόσμο;
Απ.:Για τα μέλη της συνοδείας μας έχομε χρέος να προσευχόμαστε, διότι ανήκομε όλοι στο ίδιο σώμα. Όταν δε ευρίσκεται κανείς έξω από το περιβάλλο του, δεν ημπορεί να έχη την ίδια προσοχή και αίσθησι Χάριτος και κατάστασι πού έχει όταν είναι στην φωλιά του. Εις αυτές τις περιστάσεις, πού ευρίσκεται κάποιος έξω από την μάνδρα, δεν ξέρομε τι ημπορεί ο διάβολος να επινόηση εις βάρος του, διότι είμεθα άνθρωποι και ποιος έχει εμπιστοσύνη στον εαυτό του; Με μια στροφή του νου προς τον Χριστό μας, να επικαλήσθε την θεία βοήθεια, την θεία Χάρι για την επιτυχία του σκοπού για τον οποίο εξήλθε ο αδελφός· και με μια μικρή προσευχή, να γίνεται αφορμή να σκεπάζεται οποιοσδήποτε απουσιάζη από τη συνοδεία, διότι ευρίσκεται σε ανοικτό μέτωπο και δεν γνωρίζομε από πού θα δεχθή την κρούσι.
Για τους άλλους τώρα σύμφωνα με την Πατερική παράδοσι,οι νέοι, οι αρχάριοι, δεν ωφελούνται όταν εύχονται για άλλα πρόσωπα, διότι είναι και αυτή μια πρόφασι από τα δεξιά για να δημιουργή σκορπισμό.
Φυσικά όπως και άλλοτε σας ερμήνευσα,δεν φιλοδοξούμε να ευχόμεθα για τον καθένα, όχι διότι μισούμε τον πλησίο μας, μη γένοιτο, αλλά γνωρίζοντες ότι είμεθα αδύνατοι και δεν έχομε παρρησία είμεθα λίγο συνεσταλμένοι και ο Θεός βλέποντας το ταπεινό φρόνημα, ότι δηλαδή απέχομε γι' αυτό τον σκοπό, συμπληρώνει η αγαθότης Του την πρόθεσι της καρδίας και την πρόθεσι της αγάπης πού αισθανόμεθα απέναντι του καθενός.



Read more:http://www.egolpion.net/katharismos_kardias.el.aspx#ixzz2RCEYmRDm