Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2013

Αθανάσιος Β. Στογιαννίδης,

Αθανάσιος Β. Στογιαννίδης, Η Διδασκαλία των λατρευτικών συμβόλων της Ορθόδοξης Καθολικής Εκκλησίας στο Μάθημα των Θρησκευτικών. Διδακτική-θεωρητική προσέγγιση με βάση την αναλυτική ψυχολογία, την ερμηνευτική και τη σημειωτική, εκδόσεις αδελφών Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2013 (δεύτερη έκδοση)

Από την εισαγωγή του βιβλίου
Η εποχή των συμβόλων είναι κυρίως μία μεγάλη πρόκληση για την Παιδαγωγική και μάλιστα την συνδεδεμένη με την ορθόδοξη πίστη και ζωή. Θα αποτολμήσουμε να πούμε ότι ίσως δεν θα υπήρχε καταλληλότερη εποχή να μιλήσουμε στα παιδιά για τα σύμβολα της Ορθόδοξης Καθολικής Εκκλησίας. Και τούτο, διότι σε αυτά αντανακλάται, όπως θα δούμε διεξοδικά στη συνέχεια, το όραμα της Καθολικότητας της Εκκλησίας: το πνεύμα και το σώμα συμμετέχουν από κοινού στο γεγονός της εν Χριστώ μεταμόρφωσης του ανθρώπου. Ο άνθρωπος ως ενιαία ψυχοσωματική οντότητα βαδίζει μέσα στην Εκκλησία το δρόμο της αγιοπνευματικής εμπειρίας. Δυστυχώς η αλήθεια αυτή πολλές φορές αγνοήθηκε και τη θέση της κατέλαβαν άλλες ευσεβιστικές ή ηθικιστικές αντιλήψεις δημιουργώντας την εικόνα ενός απάνθρωπου – αν όχι αναίσθητου – Χριστιανισμού. «Δεν μπορείς να πετάξεις τις «αισθήσεις» (δηλαδή τις πέντε αισθήσεις) έξω από τον Χριστιανισμό» θα τονίσει με έμφαση ο π. Αλέξανδρος Σμέμαν. Η σημασία της μετοχής των αισθήσεων στο θρησκευτικό γεγονός είναι κάτι που προσφάτως έχουν επισημάνει και ετερόδοξοι θεολόγοι αναφορικά με το περιεχόμενο της θείας Λατρείας. Το σύμβολο γενικότερα χρησιμοποιείται για να απεικονίσει την ορατή έκφραση μίας αόρατης αλλά υπαρκτής διάστασης. Και αυτό είναι που το καθιστά αναγκαίο μέσο της θείας Λατρείας.
Λαμβάνοντας όλα αυτά τα κοινωνικά και θεολογικά ερεθίσματα καθώς και τις απαιτήσεις των καιρών, εστιάσαμε την προσοχή μας στη διδακτική προσέγγιση των συμβόλων της Ορθόδοξης Καθολικής Εκκλησίας. Αν τα σύμβολα είναι τόσο σημαντικά εκφραστικά μέσα της χαρισματικής εμπειρίας του Σώματος του Χριστού, και αν το Μάθημα των Θρησκευτικών επικεντρώνεται στη μελέτη και στην παρουσίαση της εμπειρίας αυτής ως πρότασης ζωής, τότε τα σύμβολα θα ήταν εύλογο να αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του Μαθήματος των Θρησκευτικών.
Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να σκιαγραφήσουμε τους βασικούς άξονες, πάνω στους οποίους μπορεί να διεξάγεται η διδασκαλία των συμβόλων της Ορθόδοξης Καθολικής Εκκλησίας στο πλαίσιο του Μαθήματος των Θρησκευτικών, το οποίο διδάσκεται σήμερα στην Πρωτοβάθμια και στη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Βέβαια, όταν αναφερόμαστε στη διδασκαλία του συμβόλου ή των συμβόλων, θα εννοούμε εφ” εξής τη διδασκαλία εκείνη που χρησιμοποιεί τα σύμβολα ως μέσο παρουσίασης της αγιοπνευματικής εμπειρίας της Εκκλησίας. Η γενική «του συμβόλου» είναι, εν προκειμένω, προσδιοριστική και ταυτόχρονα αντικειμενική.

Πολύδωρος Γκοράνης

Πολύδωρος Γκοράνης, Παλαιοσλαβικές μεταφράσεις του έργου του Ιωάννη Χρυσοστόμου: Σερβικά χειρόγραφα. Φιλολογικές και θεολογικές προσεγγίσεις, Ελληνισμός και κόσμος των Σλάβων 11, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2013

Το βιβλίο με τίτλο Παλαιοσλαβικές μεταφράσεις του έργου του Ιωάννη Χρυσοστόμου: Σερβικά χειρόγραφα. Φιλολογικές και θεολογικές προσεγγίσεις αποτελεί το ενδέκατο της σειράς «Ελληνισμός και κόσμος των Σλάβων» που επιμελείται και διευθύνει ο Ομότιμος Καθηγητής Θεολογίας κ. Αντώνιος-Αιμίλιος Ταχιάος. Πραγματεύεται πρωτίστως τη μεταφραστική παραγωγή των έργων του Ιωάννη του Χρυσοστόμου που σώθηκαν στην παλαιοσλαβική γλώσσα σερβικής ορθογραφίας στην περιοχή της Δυτικής Βαλκανικής και του Αγίου Όρους. Εξετάζονται ζητήματα, όπως, το θέμα της γένεσης και εξέλιξης της λογοτεχνικής παραγωγής και γενικότερα του χαρακτήρα που διαμορφώνει στους Σλαβικούς λαούς με έμφαση στην περίπτωση της Σερβίας, αναλύοντας παράλληλα τον καθοριστικό και πρωταρχικό ρόλο των αντιγραφέων και των αντιγραφικών κέντρων. Η συστηματική καταλογογράφηση των παλαιοσλαβικών χειρογράφων σερβικής ορθογραφίας με χρονολογική ταξινόμηση και η ειδολογική κατηγοριοποίηση και περιγραφή του έργου του αποσκοπούν, επίσης, στη διερεύνηση της παρουσίας του Χρυσοστόμου στον συγκεκριμένο γεωγραφικό χώρο και ιστορικό χρόνο. Το βιβλίο απευθύνεται κυρίως σε ερευνητές των Σλαβικών Σπουδών και φιλολόγους που ασχολούνται συστηματικά με τις διακειμενικές σχέσεις και τη μεταφρασεολογία ειδικότερα, ιστορικούς και θεολόγους, καθώς και ένα ευρύτερο κοινό που ενδιαφέρεται για την πορεία και εξέλιξη της γλώσσας και της λογοτεχνίας.
Ο Πολύδωρος Γκοράνης είναι λέκτορας στο Τμήμα Νεοελληνικών Σπουδών της Φιλολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Βελιγραδίου.

Jοhn Fotopoulos, Τα Θυσιαστήρια Δείπνα στη Ρωμαϊκή Κόρινθο, (Mετάφραση Μ. Γκουτζιούδη), ΒΒ 37, Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2006

Jοhn Fotopoulos, Τα Θυσιαστήρια Δείπνα στη Ρωμαϊκή Κόρινθο, (Mετάφραση Μ. Γκουτζιούδη), ΒΒ 37, Εκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2006

Μετάφραση του Food Offered to Idols in Roman Corinth, WUNT 2/151, Mohr Siebeck, Tübingen 2003. Η μελέτη αυτή είναι το πρώτο μεταφρασμένο βιβλίο που φιλοξενείται στη μοναδική στη χώρα μας επιστημονική βιβλική σειρά: Βιβλική Βιβλιοθήκη. Η εργασία αποτελεί μια εκτεταμένη έρευνα γύρω από το ζήτημα των ειδωλοθύτων στην Α΄ Κορινθίους. Πέρα από τα πλέον πρόσφατα πορίσματα της αρχαιολογικής καταγραφής της αρχαίας Κορίνθου, τα οποία ο συγγραφέας έχει λάβει υπόψη του, υιοθετείται η κοινωνικο-ρητορική μέθοδος προσέγγισης στην ενότητα 8:1-11:1.
Από τον πρόλογο της ελληνικής μετάφρασης
Ως μέρος της WUNT II, το βιβλίο Food Offered to Idols in Roman Corinth κυκλοφόρησε στις μεγάλες πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες όλου του κόσμου και θεωρήθηκε επίσης κριτικά από τους μελετητές της Καινής Διαθήκης σε πολλά επιστημονικά περιοδικά. Δεδομένου ότι το βιβλίο έχει ευρύτατα κυκλοφορήσει στα αγγλικά και έχει λάβει μια τέτοια θετική αποδοχή, σκεφτήκαμε ότι ήταν αρμόζον για τους ελληνόφωνους μελετητές να έχουν επίσης την ευκαιρία να το διαβάσουν, ειδικά εφόσον εξετάζονται αρχαία ελληνικά, ρωμαϊκά και χριστιανικά ζητήματα.
Η συμμετοχή σε κάποιο δείπνο στον ελληνορωμαϊκό κόσμο ήταν ένας αρχικός τρόπος κοινωνικής αλληλεπίδρασης, θρησκευτικής έκφρασης και χαρούμενης ψυχαγωγίας. Σύμφωνα με ένα ρωμαϊκό ρητό που αναφέρεται από τον Πλούταρχο, το να δειπνεί κανείς μόνος δεν θεωρούνταν μάλιστα δείπνο, αλλά απλώς βρώση. Η πόλη της ρωμαϊκής Κορίνθου παρουσίαζε πολλές ευκαιρίες για επίσημη παράθεση δείπνων με φίλους, συγγενείς, και συναδέλφους, σε τέτοιο βαθμό που με τον ίδιο τρόπο σήμερα κάθε ελληνική πόλη προσφέρει στη σύγχρονη Ελλάδα. Ως μία δραστήρια ρωμαϊκή αποικία, η παράθεση δείπνων στην αρχαία Κόρινθο αποτελούσε σημαντική ευκαιρία για τους κατοίκους της πόλης να ανελιχθούν κοινωνικά, να γιορτάσουν κάποιες σημαντικές περιστάσεις και να εκφράσουν την υποταγή τους στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Η παράθεση δείπνων στη ρωμαϊκή Κόρινθο είχε επίσης θρησκευτική διάσταση δεδομένου ότι ένα μεγάλο μέρος των τροφίμων που καταναλώνονταν κατά τη διάρκεια των επίσημων γευμάτων είχαν προηγουμένως θυσιαστεί στις παγανιστικές θεότητες στους πολλούς ναούς που υπήρχαν σε όλη την πόλη. Όταν οι κάτοικοι της Κορίνθου άρχισαν να μεταστρέφονται από τον παγανισμό στο χριστιανισμό μετά το κήρυγμα του αποστόλου Παύλου περίπου το 51 μ.Χ., η επίσημη παράθεση δείπνου έγινε ένα περισσότερο περίπλοκο ζήτημα. Προέκυψαν ζητήματα ως προς την αποδοχή της κατανάλωσης τροφίμων που ήταν θυσιασμένα στις παγανιστικές θεότητες, την αγορά τροφίμων που πωλούνταν στην αγορά και τη συμμετοχή σε γεύματα που διοργανώνονταν από τους παγανιστές στα σπίτια τους. Αυτό το βιβλίο εξετάζει τέτοιου είδους ζητήματα, όπως αυτά μαρτυρούνται στην πρώτη επιστολή του Παύλου προς τους Κορινθίους μέσα στο κοινωνικο-ιστορικό πλαίσιο του πρώτου αιώνα μ.Χ. Η κοινωνική ιστορία και αρχαιολογία της ρωμαϊκής Κορίνθου και ο ελληνορωμαϊκός κόσμος έχουν προσεκτικά ερευνηθεί, όπως διαφαίνονται από τις οδηγίες του Παύλου σχετικά με την επίσημη παράθεση δείπνων και την κατανάλωση ειδωλοθύτων. Κατά συνέπεια, το παρόν βιβλίο επιχειρεί να εμπλουτίσει τη γνώση μας για την αρχαία Ελλάδα, τη ρωμαϊκή Κόρινθο, την καθημερινή ζωή κατά τον πρώτο αιώνα, τα επίσημα δείπνα και τις ελληνορωμαϊκές λατρείες προκειμένου να γίνει καλύτερα κατανοητή η σημασία των οδηγιών του Παύλου για τα θυσιαστήρια τρόφιμα εντός του Α΄ Κορ. 8:1-11:1.

ΟΣΙΟΣ ΙΩΑΣΑΦ - ΜΕΤΕΩΡΙΤΗΣ

Όσιος Ιωάσαφ ο Μετεωρίτης
20 Απριλίου 2013
Μοναχικός Βίος / Βατοπαιδινοί Άγιοι  
Ο άγιος Ιωάσαφ ήταν υιός τού ευσεβή ηγεμόνα της Ηπείρου και Θεσσαλίας Συμεών Ούρεση Παλαιολόγου (1359-1370), που καταγόταν από τον βασιλικό οίκο των Νεμάνια και ανακηρύχθηκε «τσάρος των Ελλήνων, των Σέρβων και των Αλβανών». Η μητέρα του Θωμαΐδα ήταν κόρη του δεσπότη της Ηπείρου Ιωάννη Β΄ Ορσίνη (1323-1335) και αδελφή του τελευταίου δεσπότη της Ηπείρου Νικηφόρου Β΄ Ορσίνη (1338-1340, 1356-1359).
Ο κατά κόσμον Ιωάννης γεννήθηκε κατά το 1349-50. Η καταγωγή της μητέρας του ήταν άπό τή βυζαντινή αυτοκρατορική οικογένεια των Παλαιολόγων…. Η μητέρα της μητέρας του, η γιαγιά του Μαρία Παλαιολογίνα, ήταν δισέγγονη τού βυζαντινού αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου (1259-1282) άπό τον πατέρα της Ιωάννη Παλαιολόγο και εγγονή από τή μητέρα της Ειρήνη τού Θεόδωρου Μετοχίτη, πού ήταν κτίτορας της περίφημης μονής της Χώρας στην Κωνσταντινούπολη, και είχε παντρευτεί τον Σέρβο βασιληά Στέφανο Γ΄ Ούρεση (1321-1331), πού ήταν παππούς τού Ιωάννη. Ο Ιωάννης είχε ένα νεώτερο ετεροθαλή αδελφό, τον Στέφανο, τη Μαρία Αγγελίνα Κομνηνή Δούκαινα Παλαιολογίνα, πού ήταν παντρεμένη με τον δεσπότη των Ιωαννίνων Θωμά (+1384).
Το 1359-60 ο Ιωάννης αναγορεύθηκε στην Καστοριά συναυτοκράτορας με τον πατέρα του σε ηλικία μόλις δέκα ετών. Μετά δέκα έτη περίπου, πέθανε ο πατέρας του και τον διαδέχθηκε στην εξουσία. Η ευσεβής οικογένειά του τον βοήθησε από μικρό να έχει ένα ιδιαίτερο ζήλο για την πνευματική ζωή και όχι για τα κοσμικά πράγματα. Επισκεπτόταν συχνά τις εκκλησίες και τα μοναστήρια και συμμετείχε στις ιερές ακολουθίες και τις θείες λειτουργίες, ιδιαίτερα στις μονές τού Αγίου Όρους και των Μετεώρων. Κατά τον θάνατο τού πατέρα του βρισκόταν στο Άγιον Όρος. Επέστρεψε στα Τρίκαλα και παραχώρησε την εξουσία και τη διοίκηση της Θεσσαλίας στον συγγενή του Καίσαρα Αλέξιο Άγγελο Φιλανθρωπινό το 1372. Το έτος αυτό, στην ηλικία των 22 ετών, ο Ιωάννης Ούρεσης Παλαιολόγος, ο τελευταίος γόνος της ένδοξης δυναστείας των Νεμανιδών, κατέφυγε στην ιερά μονή τού Πλατυλίθου, της Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος τού Μεγάλου Μετεώρου. Εκεί μετονομάσθηκε Ιωάσαφ από τον όσιο Αθανάσιο τον Μετεωρίτη (+1380), του οποίου υπήρξε πνευματικός πατέρας και καθοδηγός. Αυτός, προ της μακαρίας κοιμήσεώς του, του παραχώρησε «πάσαν την εξουσίαν και αρχήν» της μονής. Μετήλλαξε τή βασιλική πορφύρα με το μοναχικό τρίχινο ράσο.
Ο Ιωάσαφ, όταν εκοιμήθη ο Γέροντάς του όσιος Αθανάσιος ο Μετεωρίτης, απουσίαζε στη Θεσσαλονίκη και στο Άγιον Όρος. Μετά την εκδημία του, επέστρεψε στο Μεγάλο Μετέωρο και ανέλαβε τα καθήκοντά του ως διάδοχος, κατά τη διαθήκη τού οσίου πνευματικού του πατρός. Το 1381 υπογράφει «Ιωάννης Ούρεσης ο Παλαιολόγος ο δια του Θείου και αγγελικού σχήματος μετονομασθείς Ιωάσαφ μοναχός». Το 1384-85 ο Ιωάσαφ μεταβαίνει στα Ιωάννινα για να παρηγορήσει και ενισχύσει την πρόωρα χήρα αδελφή του Μαρία Αγγελίνα, πού ο σύζυγός της Θωμάς Πρελιούμποβιτς είχε δολοφονηθεί, και η δια είχε ανακηρυχθεί κυβερνήτρια τού δεσποτάτου της Ηπείρου. Ο κίνδυνος της απειλής των Αλβανών ανάγκασε τή Μαρία να έλθει σε δεύτερο γάμο με τον κόμη Ιζαού Μπουντελμόντι από την Κεφαλλονιά, κατόπιν συνδρομής του Ιωάσαφ και να ειρηνεύσει το δεσποτάτο και να επιστρέψει ήσυχος στα Μετέωρα με δώρα άπό την αδελφή του, πού τα χρησιμοποίησε για τη μονή του, μαζί με μεταγενέστερες πλούσιες δωρεές, οι όποιες μεγάλυναν το Μεγάλο Μετέωρο και τον κατέστησαν δεύτερο κτίτορα.
Το 1393-1394 οι Τούρκοι κατέλαβαν τή Θεσσαλία και ο άγιος αναγκάσθηκε να αναχωρήσει για το Άγιον Όρος.
Μαζί του είχε τον ιερομόναχο Σεραπίωνα και τους μοναχούς Φιλόθεο και Γεράσιμο. Εγκαταστάθηκαν στη μονή Βατοπαιδίου, στην οποία προσέφεραν δώρα, χρήματα και ένα χρυσό σταυρό. Σε αυτούς παραχωρήθηκαν δύο κελλιά, όπως φαίνεται σε έγγραφο πού υπογράφουν και οι Βατοπαιδινοί πατέρες Θεοδώρητος Καθηγούμενος και Ιγνάτιος Προηγούμενος. Το 1394 ο Πρώτος τού Αγίου Όρους ιερομόναχος Ιερεμίας Διονυσιάτης έδωσε Κελλί στις Καρυές, για να κατοικεί ο Ιωάσαφ με τη συνοδεία του. Ο Πρώτος τού Αγίου Όρους Νεόφυτος Διονυσιάτης σε έγγραφό του αναφέρει ότι «ο κατά κόσμον ευγενέστατος και εν μοναχοίς οσιώτατος κυρ Ιωάσαφ» το 1396 αναχώρησε για τα Μετέωρα.
Ο μητροπολίτης Λαρίσης Ιωάσαφ τον ονομάζει «αειθαλές δένδρον και υψίκομον, τον κυρ Ιωάσαφ, όπερ θάλπει πάντας· τον άγιον, τον γλυκύν, τον πράον, τον ήσυχον, τον αγχίνουν…» σε επιστολή του, όπου αναφέρει ότι έχει και μεγάλη συνοδεία μοναχών.
Ο όσιος Ιωάσαφ εκοιμήθη το 1422-23 ως απλός μοναχός σε ένα μικρό κελλί τού Μεγάλου Μετεώρου, το όποιο αγάπησε και λάμπρυνε με πολλά έργα, μεγαλώνοντας το μικρό Καθολικό, πού το αγιογράφησε, συμπλήρωσε με απαραίτητες οικοδομές και αφιέρωσε κτήματα και χειρόγραφα. Ήταν ολόψυχα αφιερωμένος στό ιδεώδες τού μοναχικού βίου, ταπεινόφρων, υπάκουος, κοινοβιάτης μοναχός, ακούραστος ασκητής και γι΄ αυτό σεβαστός και αγαπητός απ΄ όλους.
Στην ωραία και αιθέρια ιερά μονή τού Μεγάλου Μετεώρου φυλάγεται η τίμια κάρα τού οσίου Ιωάσαφ σε αργυρά λειψανοθήκη και αποτελεί μαζί με τού αγίου Γέροντά του Αθανασίου πολύτιμο και ανεκτίμητο θησαυρό και σεβάσμιο προσκύνημα. Στό σκευοφυλάκιο της μονής φυλάγονται προσωπικά σκεύη τού οσίου, καθώς και φορητές εικόνες. Στη μονή τοιχογραφείται μαζί με τον όσιο Αθανάσιο.
Η ιερά ακολουθία του υπάρχει στους κώδικες της μονής του: 209 τού 1551 και 128 τού 17ου αιώνος και είναι ποίημα τού Ιουστίνου Δεκαδύο. Συνυμνείται με τον όσιο Αθανάσιο. Η ακολουθία δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά το 1788 στη Βενετία. Παρακλητικό Κανόνα και Χαιρετιστήριους Οίκους συνέθεσε πρόσφατα η μοναχή Θεοτέκνη.
Η μνήμη του τιμάται στις 20 Απριλίου.
πηγή: Μοναχού Μωϋσέως Αγιορείτου, Άγιοι Αγίου Όρους, Εκδόσεις Μυγδονία, Θεσσαλονίκη, 2007
- See more at: http://www.vatopedi.gr/2013/04/%cf%8c%cf%83%ce%b9%ce%bf%cf%82-%ce%b9%cf%89%ce%ac%cf%83%ce%b1%cf%86-%ce%bf-%ce%bc%ce%b5%cf%84%ce%b5%cf%89%cf%81%ce%af%cf%84%ce%b7%cf%82/#sthash.T4jjsVxb.dpuf

Βίος Αγίου Μαξίμου του Γραικού (9 – Θαύματα Αγίου Μαξίμου)

Βίος Αγίου Μαξίμου του Γραικού (9 – Θαύματα Αγίου Μαξίμου)
17 Ιουλίου 2012
Μοναχικός Βίος / Βατοπαιδινοί Άγιοι  
Θαύματα του Αγίου Μαξίμου
Ο άγιος Μάξιμος, όταν κοιμήθηκε, ενταφιάσθηκε στην βορειοδυτική γωνία του ιερού ναού του Αγίου Πνεύματος, τον οποίο «ανήγειρε ο τσάρος Ιβάν Δ΄ Βασίλιεβιτς εις ανάμνησιν της καταλήψεως του Καζάν»[1] μέσα στην Λαύρα του Αγίου Σεργίου.
Μετά τον θάνατο του αγίου Μαξίμου πολλοί έδειξαν τον σεβασμό τους στο ιερό λείψανό του. Όπως αφηγείται παλαιός χρονογράφος τον ονόμαζαν μεγάλο δάσκαλο και προφήτη. Ο λαός της Ρωσίας τον θεώρησε «νέο ομολογητή και μάρτυρα της αληθείας» και τον τίμησε ως άγιο, περιφρονώντας τις καταδίκες των Συνόδων 1525 και 1531. Ο μητροπολίτης Μόσχας Πλάτων τιμώντας τον άγιο Μάξιμο γράφει ότι «στά βαθιά γεράματα πέθανε και ενταφιάστηκε με πολλή ευσέβεια και θεωρείται μεγάλη εκκλησιαστική προσωπικότητα, η οποία δοξάστηκε με αγιότητα»[2]. Κατασκεύασε λάρνακα και κουβούκλιο, ενώ το 1833 ο τοποτηρητής της Λαύρας του Αγίου Σεργίου αρχιμανδρίτης Αντώνιος ίδρυσε πάνω στον τάφο του παρεκκλήσιο[3].
Από τα μέσα του 16ου αιώνα άρχισαν να γράφονται σύντομοι Βίοι του οσίου Μαξίμου του Γραικού. Με την συγκέντρωση πληροφοριών για την ζωή του διαμορφώθηκαν δύο κατηγορίες Διηγήσεων, σύντομες και λεπτομερείς. Την ίδια εποχή εμφανίζονται οι διάφορες διηγήσεις των θαυμάτων του, αρχίζει η κατασκευή εικόνων και η σύνταξη τροπαρίων και ύμνων, οι οποίοι εξυμνούν τις αρετές του τονίζοντας την άφιξή του στην Ρωσία από την Ελλάδα, «εξ ανατολών εις τον βορράν»[4], για να καταυγάσει την ομίχλη και να φωτίσει το πυκνό σκοτάδι.
Στις πρώτες εικόνες (16ος-17ος αιώνας) αγιογραφείται ως σοφός, αργότερα (17ος-18ος αιώνας) με φωτοστέφανο ως «άγιος Πατέρας» των Ρώσων. Παριστάνεται με μεγάλα γένια, ασπρομάλλης, κρατώντας ή βιβλίο ή ειλητάριο με γραμμένη την φράση, «Πίστις χωρίς των έργων νεκρά εστιν»[5], η οποία «ερμηνεύτηκε ως αιχμή κατά της τυπολατρίας του κλήρου και της συγκέντρωσης μεγάλης περιουσίας των μοναστηριών, αλλά και κατά της κακοδιοικήσεως του ηγεμόνα της Ρωσίας»[6].
Το 1564, λίγα χρόνια μετά τον θάνατό του, ο άγιος απεικονίζεται στους τοίχους του πρόναου του Ναού του Μπλαγοβένσκι του Κρεμλίνου της Μόσχας ανάμεσα σε φιλοσόφους της αρχαίας Ελλάδας. Αυτή η τιμή δεν έγινε ποτέ στην ιστορία των Ρώσων, ούτε πριν ούτε μετά από τον Μάξιμο μέχρι σήμερα[7].
Ο άγιος, μετά την κοίμησή του, εμφανίζεται στον ύπνο αγαπητών του προσώπων, τα οποία δεν πρόλαβαν να πάρουν την ευλογία του πριν κοιμηθεί, ή τους αναγγέλλει ότι βρίσκεται στην βασιλεία του Θεού. Σε άλλους προαναγγέλλει την αποδημία τους από τον κόσμο, όπως στον μοναχό Νικόδημο.
Μερικοί προσκυνητές του τάφου του αφηγήθηκαν την θαυματουργική διάσωσή τους από εχθρούς, οι οποίοι τους επιτέθηκαν. «Στον δρόμο μας επιτέθηκαν οι Τούρκοι στρατιώτες και ήθελαν να μας κτυπήσουν. Καλέσαμε σε βοήθεια τον Θεό και τους οσίους πατέρες Σέργιο, Νίκωνα και αυτόν τον νεώτερο όσιο πατέρα μας Μάξιμο Γραικό. Και ξαφνικά διώχθηκαν οι εχθροί μας». Περιγράφουν τον άγιο Μάξιμο ότι «ήταν μεγάλης ηλικίας, με μεγάλη στρογγυλή γενειάδα».
Αναφέρονται πολλές θαυματουργικές ιάσεις προσώπων, τα οποία έπασχαν από διάφορες ασθένειες. Ο άρχοντας Αλέξιος Ιβάνοφ Βοροντίσκι, που ήταν πολύ άρρωστος, δεκαέξι χρόνια μετά την κοίμηση του αγίου Μαξίμου θεραπεύτηκε με τις ευχές του, τρώγοντας τα κόλλυβα μετά την τέλεση της μνήμης του αγίου.
Το 1561 επί πατριάρχου Νίκωνος κάποιος ήλθε να εκπληρώσει ένα τάμα στην Λαύρα του Αγίου Σεργίου. Μετά την παράκληση που έψαλε στο παρεκκλήσι κουρασμένος κάθησε πάνω στην πλάκα ενός τάφου. Ξαφνικά κάποια δύναμη τον έρριξε κάτω και κτύπησε πάρα πολύ. Αφού με δυσκολία πλησίασε, ρωτούσε τους ανθρώπους σε ποιόν ανήκε ο τάφος. Του απάντησαν: «Του μοναχού Μαξίμου του Γραικού». Τότε ζήτησε συγχώρηση από τον άγιο, έκανε παννυχίδα προς αυτόν και έγινε τελείως καλά.
Ο διακονητής Ιωάννης δεν πίστεψε στο θαύμα και με υπερηφάνεια κάθησε πάνω στον τάφο. Τρεις φορές έπεσε κάτω και τραυματίστηκε πολύ σοβαρά στο πρόσωπο. Συναισθάνθηκε το σφάλμα του και παρακάλεσε τον Κύριο στρεφόμενος στην εικόνα του να τον συγχωρήσει. Κοιμήθηκε και είδε κάποιον άγνωστο μοναχό να προσεύχεται προς τον Χριστό. Τον ρώτησε ποιός είναι, και του απάντησε: «Εγώ είμαι ο Μάξιμος ο Γραικός». Τότε ο Ιωάννης του ζήτησε συγχώρηση. Ο άγιος Μάξιμος του είπε με οργή: «Γιατί με ατιμάζεις; Ακουσες ότι την ίδια ημέρα κτύπησε ο άνθρωπος που κάθησε πάνω στον τάφο μου. Ιδού, για την απιστία σου τιμωρήθηκες όπως έπρεπε».
Το 1574 ο άγιος Μάξιμος εμφανίστηκε σε όραμα στον ιερέα Θεόδωρο και τον θεράπευσε από θανάσιμη ασθένεια ευλογώντας με τον Τίμιο Σταυρό. Την ίδια χρονολογία θεράπευσε τον Ιβάν Μιχαήλοφ Καλίτιν, ο οποίος πονούσε στο αριστερό του μάτι επί 7 χρόνια και 2 μήνες. Συγχρόνως θεράπευσε και την απιστία του προς το πρόσωπό του.
Ο χωρικός Βασίλειος Μιχαήλοφ από το χωριό Σέρτσιν τραυματίστηκε σοβαρά από το αφηνιασμένο άλογό του, ενώ έκανε εργασίες. Μεταφέρθηκε μισοπεθαμένος στο σπίτι του. Ακουσε για τον θαυματουργό άγιο Μάξιμο και παρακάλεσε να τον μεταφέρουν στον τάφο του. Εκεί έγινε καλά και επέστρεψε στο σπίτι του χαρούμενος δοξάζοντας τον Θεό.
Το 1581 ο ευγενής Μιχαήλ Ιβάνοφ Σούστοφ, από το χωριό Νταμασκόφ της πόλης Γιαροσλάβ, θεραπεύθηκε από φοβερό πονόδοντο, όταν πήγε να προσκυνήσει τον τάφο του αγίου Μαξίμου.
Το 1584 ο άγιος Μάξιμος θεράπευσε από δαιμόνιο τον Βασίλειο Ιβάνοφ Ζαμόσιν από το χωριό Γκολοβίν που υπέφερε επί δύο χρόνια. Ο ίδιος διηγήθηκε την εμφάνιση του οσίου. «Ήρθε ένας άνδρας με ωραίο πρόσωπο, μεγάλης ηλικίας, με στρογγύλα μεγάλα γένια και έβγαλε τον δαίμονα από μένα και άρχισε να τον κτυπά πολύ με σιδερένια βέργα και του είπε: “Γιατί παιδεύεις τον δούλο του Θεού; Από δώ και πέρα να μην τον αγγίξεις”«.
Ανάμεσα στα θαύματα του αγίου αναφέρονται θεραπείες ανθρώπων από δάγκωμα φιδιού ή από φοβερούς πονοκεφάλους, θεραπείες παραλύτων, τυφλών, κωφών, λεπρών, κωφαλάλων εκ γενετής, γυναικών που έπασχαν από ατεκνία, δαιμονισμένων, αλκοολικών, και πολλών που έπασχαν σε διάφορα μέρη του σώματος.
Το 1593 εμφανίσθηκε στον ύπνο του τσάρου Θεόδωρου Ιβάνοβιτς, που ξεκουραζόταν στην σκηνή του κατά τον πόλεμο με τους Γερμανούς, και τον προειδοποίησε να την εγκαταλείψει, γιατί κινδύνευε η ζωή του. Πράγματι ένα βλήμα πέτυχε το κρεβάτι του, όταν έφυγε μακριά από αυτό. Ο τσάρος από ευγνωμοσύνη φιλοτέχνησε την εικόνα του αγίου, την διακόσμησε με χρυσάφι, ασήμι και πολύτιμες πέτρες και την μετεφέρε στον καθεδρικό ναό της Κοιμήσεως της Παναγίας. Όταν έγινε η Θεία Λειτουργία και ο Αγιασμός, πέντε άτομα, τυφλοί, κουτσοί και λεπροί, που προσκύνησαν την εικόνα, έγιναν καλά[8].
 
Κατάταξη του Αγίου Μαξίμου στο Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως κατέταξε στο Αγιολόγιό της τον άγιο Μάξιμο το 1988. Το ίδιο έτος το Πατριαρχείο της Ρωσίας, κατά τον εορτασμό της Χιλιετίας του εκχριστιανισμού της Ρωσίας, τον αναγνώρισε επίσημα και τον κατέταξε στην χορεία των αγίων της. Η Εκκλησία της Ρωσίας με απόφαση της Συνόδου του 1988 κατέταξε εννέα αγίους στο Αγιολόγιό της μεταξύ των οποίων και τον άγιο Μάξιμο[9].
Στην Ελλάδα αναγνωρίστηκε από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας ο άγιος Μάξιμος το 1988, πριν γίνει η επίσημη αναγνώρισή του από την Εκκλησία της Ρωσίας. Πρέπει να αναφερθεί ότι αυτή έγινε χάρις στις «ευλαβείς και αξιεπαίνους πρωτοβουλίας» του Κωνσταν­τίνου Τσιλιγιάννη, δικηγόρου και ιστορικού συγγραφέα[10].
Η πρώτη προσπάθεια ανακομιδής των λειψάνων του αγίου Μαξίμου έγινε το 1591 επί πατριαρχείας Ιώβ. Ο άγιος Ιώβ αναγ­κάστηκε να προβεί σε αυτήν την ενέργεια μετά από τα πολλά θαύματα που συνέβαιναν στον τάφο του αγίου. Παρόλο όμως που ανοίχτηκε ο τάφος και ευωδίασε ο τόπος από το λείψανο του αγίου και αφού ο άγιος Μάξιμος θεράπευσε έναν παραλυτικό και έναν τυφλό, σε αποκάλυψη που έκανε στον παρόντα μητροπολίτη Ιωσήφ δεν επέτρεψε να γίνει η ανακομιδή, και τα λείψανα παρέμειναν στον τάφο[11]. Τελικά η ανακομιδή των λειψάνων του έγινε ύστερα από 405 χρόνια, στις 21 Ιουνίου του 1996 (π.ημ.). Ο αρχαιολόγος Σέργιος Μπελιάεφ, υπεύθυνος της ομάδας για την ανακομιδή των λειψάνων του αγίου Μαξίμου, αναφέρει ότι μόλις εμφανίστηκε η κάρα του οσίου γέμιζε ο τόπος με άρρητη ευωδία που έγινε αισθητή απ’ όλους τους παρόντες και διήρκεσε για αρκετές ημέρες[12].
Η παράδοση μέρους των λειψάνων του για την Μονή της μετανοίας του, την Μονή Βατοπαιδίου, έγινε στις 8 Ιουλίου του 1997 (π.ημ.) στον ιερό ναό της Παναγίας του Καζάν από τον πατριάρχη Μόσχας και πασών των Ρωσιών κ.κ. Αλέξιο στον καθηγούμενο της Μονής αρχιμανδρίτη Εφραίμ. Οι εορτασμοί μετακομιδής του λειψάνου του αγίου Μαξίμου στην Μονή Βατοπαιδίου έγιναν στις 14 Ιουλίου του 1997 (π.ημ.). Τον Μάιο του 2006 άρχισαν οι εργασίες για την ανέγερση μεγαλοπρεπούς ιερού ναού προς τιμήν του στην γενέτειρα του αγίου, στην Αρτα.
Η πνευματική τροφός του αγίου Μαξίμου, η Μονή του Βατοπαιδίου, θεωρεί τον Μάξιμο ως ένα από τα πιο περιφανή και αγαπητά τέκνα της, γι’ αυτό και καθιέρωσε παρεκκλήσιο εντός της Μονής στο όνομά του[13]. Επίσης τον μνημονεύει και ζητά την πρεσβεία του στην Απόλυση κάθε Ακολουθίας[14].
Πανηγυρικές Ακολουθίες στον άγιο Μάξιμο συνέταξαν ο αρχιμανδρίτης Φιλάρετος Βιτάλης και οι μακαριστοί γέροντες Ιωσήφ ο Βατοπαιδινός και ο Γεράσιμος ο Μικραγιαννανίτης.
Ο άγιος Μάξιμος υπήρξε τέλειος μιμητής του Χριστού, φίλος και αδελφός Του[15], ακολούθησε τα ίχνη του Χριστού[16], έζησε την εσταυρωμένη ζωή, βάσταζε τα στίγματα του Χριστού στο σώμα του[17]. Η θεία Πρόνοια ευδόκησε να δεχθεί ο Μάξιμος υπερφυσικούς πειρασμούς, και ίσως πολλοί να διερωτώνται, γιατί ο Θεός επέτρεψε τέτοιου είδους θλίψεις. Ο μακαριστός Γέρον­τας Ιωσήφ ο Βατοπαιδινός ομιλεί με πολλή διάκριση για τα είδη των πειρασμών: «Αλλοι είναι οι πειρασμοί των αγωνιστών, για να προσθέσουν κέρδος και πρόοδο στον αγώνα τους· άλλοι είναι οι πειρασμοί των ραθύμων και απροθύμων, για να προφυλάσσον­ται από τα βλαβερά και επικίνδυνα· άλλοι είναι οι πειρασμοί αυτών που νυστάζουν και κοιμούνται, για να τους ξυπνήσουν. Διαφορετικοί είναι οι πειρασμοί αυτών που απομακρύνονται και πλανώνται, για να πλησιάσουν κοντά στον Θεό· διαφορετικοί τέλος είναι οι πειρασμοί των δικαίων και φίλων του Θεού, για να κληρονομήσουν την επαγγελία. Υπάρχουν και πειρασμοί των τελείων, που επιτρέπει ο Θεός, για να τους προβάλλει στην Εκκλησία ως στήριγμα των πιστών και ως παράδειγμα προς μίμηση. Υπάρχει και άλλο είδος πειρασμών των τελείων, όπως του Κυρίου και των αποστόλων, που πλήρωσαν τον νόμο της (επι)κοινωνίας με τον κόσμο σηκώνοντας τους δικούς μας πειρασμούς»[18]. Αυτό το τελευταίο είδος των πειρασμών των τελείων ήταν ετοιμασμένο από την θεία Πρόνοια για να υπομείνει και ο άγιος Μάξιμος και με την Χάρη του Χριστού αναδείχθηκε νικητής.
Ταπείνωσε, κένωσε τον εαυτό του, και γι’ αυτό και δοξάσθηκε μετά θάνατον με την άκτιστη άφθαρτη δόξα του Θεού. Αφησε ένα υπόδειγμα βίου, πολύ υψηλό και ανέφικτο προς μίμηση, που μαρτυρεί ότι «Ιησούς Χριστός, χθές και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας»[19]. Ήταν ο σοφός, ο λόγιος, ο επιστήμονας της εποχής του, αλλά και ο φίλος του Νυμφίου Χριστού, ο αληθινός μοναχός, ο χαρισματικός ποιμένας, που αγάπησε τον άνθρωπο και έδωσε όλο το είναι του στην ανιδιοτελή και υψηλή αυτή διακονία του.


Πηγή: Άπαντα Αγίου Μαξίμου Γραικού, Αγίου Μαξίμου Γραικού Λόγοι, Τόμος Α΄, Μετάφραση: Μάξιμος Τσυμπένκο – Τιμόθεος Γκίμον, Έκδοσις Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 2011.
——————————————————————————–
[1]. Γρηγορίου Παπαμιχαήλ, ό.π., σ. 508.
[2]. Κωνσταντίνου Τσιλιγιάννη, Περί τού τάφου τού αγίου Μαξίμου τού Γραικού, Άγιον Όρος 1994, σσ. 11-12.
[3]. Λεπτομέρειες γιά τίς ανασκαφές μέ σκοπό τήν ανεύρεση τού τάφου τού αγίου Μαξίμου βλ. στό Κωνσταντίνου Τσιλιγιάννη, Περί τού τάφου τού αγίου Μαξίμου τού Γραικού, Άγιον Όρος 1994.
[4]. Γρηγορίου Παπαμιχαήλ, ό.π., σ. 508.
[5]. Ιακ. 2,20.
[6]. Κωνσταντίνου Τσιλιγιάννη, ό.π., σ. 13.
[7]. Κωνσταντίνου Τσιλιγιάννη, ό.π., σ. 13.
[8]. Τά παραπάνω θαύματα έχουν ληφθεί από τήν Συλλογή τού Β. Μ. Ουντόλσκι, Rossijskaja Gosudarstvennaja Biblioteka (Κρατική Ρωσική Βιβλιοθήκη), τμ. 310, κώδ. 338 (18ος αι.), φ. 83 κ.ε.
[9]. Βλ. Ειρήνης Κασάπη, Οι ανακηρύξεις αγίων στήν Ρωσική Εκκλησία, Αθήνα 2009, σσ. 59-66. Πρβλ. Παντελή Πάσχου, Άγιοι, οι φίλοι τού Θεού, εκδ. Αρμός, Αθήνα χ.χρ., σ. 137.
[10]. Βλ. Αρχιμ. Γεωργίου Χρυσοστόμου, «Η αναγνώριση τού Μαξίμου τού Γραικού ως Αγίου καί ο καθορισμός κοινής εκκλησιαστικής πράξης αναγνώρισης Αγίων από τήν Ορθόδοξη Εκκλησία», Σκουφάς, τόμ. 8, τχ. 72-73, Αρτα 1989, σσ. 8-9. Ο οικουμενικός πατριάρχης εξέφρασε μέ γράμμα του «τήν ευαρέσκειαν τής Μητρός Εκκλησίας» αναγνωρίζοντας τίς ανωτέρω πρωτοβουλίες τού κ. Τσιλιγιάννη. Βλ. Κωνσταντίνου Τσιλιγιάννη, ό.π., σ. 17.
[11]. Βλ. Sergej Belokurov, O biblioteke moskovskikh gosudarej v XVI stoletii (Η βιβλιοθήκη τών ηγεμόνων τής Μόσχας κατά τόν 16ον αιώνα), Παράρτημα, σσ. LΧΧΧ-LXXXII, Μόσχα 1898.
[12]. Ο Μπελιάεφ ήταν υπεύθυνος γιά ανακομιδές λειψάνων τριάντα αγίων, πού έγιναν στήν Ρωσία τά τελευταία χρόνια. Η μαρτυρία του γιά τήν ευωδία τού λειψάνου τού αγίου Μαξίμου είναι πολύ σημαντική. Βλ. Sergej Beljaev, Otchet o obretenii svjatyh moschej prepodobnogo Maxima Greka (Έκθεση γιά τήν ανακομιδή τών ιερών λειψάνων τού οσίου Μαξίμου Γραικού), εκδ. Axion Estin, Αγία Πετρούπολη 2007, σ. 29 (ψηφιακή έκδοση).
[13]. Τό παρεκκλήσιο τού Αγίου Μαξίμου έγινε τό 1998 στήν βορειοανατολική πλευρά τής Μονής, στό λεγόμενο Νοσοκομείο, ακριβώς κάτω από τό παρεκκλήσιο τού Αγίου Παντελεήμονος. Βλ. Πρακτικό ΙΗ΄ 18-9/1-10-1998 τής Ιεράς Συνάξεως τής Μονής.
[14]. Αυτό έγινε μέ απόφαση τής Γεροντίας τής Μονής τό 1997.
[15]. Βλ. Ιω. 15,14 καί Ματθ. 28,10.
[16]. Βλ. Α΄ Πέτρ. 2,21.
[17]. Βλ. Γαλ. 6,17.
[18]. Γέροντος Ιωσηφ Βατοπαιδινού, Ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής, έκδ. Ι.Μ.Μ. Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 82008, σσ. 194-195.
[19]. Εβρ. 13,8.
- See more at: http://www.vatopedi.gr/2012/07/%ce%b2%ce%af%ce%bf%cf%82-%ce%b1%ce%b3%ce%af%ce%bf%cf%85-%ce%bc%ce%b1%ce%be%ce%af%ce%bc%ce%bf%cf%85-%cf%84%ce%bf%cf%85-%ce%b3%cf%81%ce%b1%ce%b9%ce%ba%ce%bf%cf%8d-9-%ce%b8%ce%b1%cf%8d%ce%bc%ce%b1/#sthash.r6Hb8B7b.dpuf

Δευτέρα 22 Απριλίου 2013

Απόγνωση, αποθάρρυνση και θάρρος (Μνήμη Αγίου Νήφωνος)

Απόγνωση, αποθάρρυνση και θάρρος (Μνήμη Αγίου Νήφωνος) γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστή

Απόγνωση, αποθάρρυνση και θάρρος (Μνήμη Αγίου Νήφωνος)


Απόγνωση, αποθάρρυνση και θάρρος
(Μνήμη Αγίου Νήφωνος)
γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστή


  Στην πνευματική μας πορεία, υπάρχει κάτι που είναι ο μεγαλύτερος σκόπελος. Και είναι τόσο πολύ σημαντικό, γιατί αυτό, εάν το προσέξη ο άνθρωπος, πολλά κερδίζει. Εάν όμως δεν το προσέξη, πολύ ζημιώνεται. Ο σκόπελος αυτός λέγεταιαποθάρρυνσι, απογοήτευσικαι ευρίσκεται μέσα στην πρακτική υφή της ζωής μας. Όπως και άλλες φορές είπαμε, οι αρχές και οι γραμμές βάσει των οποίων γίνεται το ξεκίνημά μας, είναι ηορθήπίστικαι ηαγαθήπροαίρεσι. Η πρακτική όμως, η κατ’ ενέργεια, ηενεργοποιός μερίςτου ανθρώπου, είναι εκείνη η οποία τον αποδεικνύει πιστό, δηλαδή επισφραγίζει την ομολογία του.Μέσα σε αυτήτην πρακτική, οάνθρωπος είτε προβιβάζεται και επιτυγχάνει, είτε υποβιβάζεται και χάνει. Το σημείο εκείνο το οποίο είναι τόσο επωφελές για μας, έγκειται σε τούτο, στονα μην χάνωμε το θάρρος μας, αλλάνα συνεχίζωμε, παρόλες τις δυσχέρειες και τις επιπλοκές που υπάρχουν μέσα στην ενεργητικότητα της πρακτικής. 
Η αμαρτία επιδιώκει να απατήση τον άνθρωπο, διότι η φύσι της, αν την ερευνήσωμε, είναιαπάτη. Στην ουσία δεν υπάρχει κακό, αλλά το νόημα είναι που το μεταβάλλει. Επειδή ακριβώς μεταβαλλόμενη δια του νοήματος μία πράξι γίνεται ένοχη, εάν δεν καλυφθή από την πρόφασι της απάτης, δεν πλανάται ο νους του ανθρώπου. Όπως δεν είναι δυνατό να βαδίση κανείς στην καταστροφή του και στην απώλειά του, βλέποντας τον προκείμενο κίνδυνο.Για να αψηφάτον κίνδυνο, πρέπει αυτός να συγκαλυφθήμε κάποιο τρόπο, ούτωςώστε να απατήση τονάνθρωπο και να πέση στην παγίδα.Αυτός είναι ο απατηλός τρόπος της προβολής της αμαρτίας, του κακού και με αυτό τον τρόπο συλλαμβάνεται ο άνθρωπος, ελέγχεται ως άπιστος και ότι οι υποσχέσεις του προς τον Θεό, πως θα τον αγαπά εξ όλης της ψυχής, είναι ψευδείς.
Ένας μεγάλος ισχυρός παράγων, ο οποίος είναι ο συντελεστής της επιτυχίας μας, είναι ακριβώς τονα κρατήση οάνθρωπος το θάρρος του. Μου εδόθη αφορμή από την βιογραφία του μεγάλου Πατρός μαςΝήφωνος, Επισκόπου Κωνσταντιανής, που σήμερα εορτάζομε, ο οποίος πολλά έχει να μας διδάξη στο θέμα του θάρρους. Σε αυτό έχει ιδιαίτερη επίδοσι.
Καθένας από τους μεγάλους και κορυφαίους Πατέρας, έχει μία επίδοσι ιδιαίτερη, παρ’ όλο που όλοι έχουν φθάσει στο τέρμα της κατά άνθρωπο τελειότητας. Εν τούτοις κατά ένα ιδιαίτερο φυσικά τρόπο επέτυχαν περισσότερο σε ένα τομέα, τον οποίο και εκφράζουν. Ειδικά στο πρόσωπο αυτού του μεγάλου φωστήρος, ευρίσκεται ακριβώς αυτός ο παράγων του θάρρους.
Στην πραγματικότητα αποθάρρυνσι δεν υπάρχει, για τον εξής λόγο. Το εάν είμεθα πιστοί και ιδίως αν ακολουθούμε αυτό τον ιδιαίτερο δρόμο που οδηγεί -ανθρωπίνως - στην τελειότητα, δεν είναι αυτό τυχαίο, ούτε εξ ιδιαιτέρας μόνο προθέσεως. Οι περισσότεροι από μας ευρεθήκαμε στην ζωή αυτή καθαρώς από ένα θαυματουργικό τρόπο της επεμβάσεως της Χάριτος του Θεού. Αυτός μας οδήγησε, γιατί ακριβώς μας είχε προορίσει. Έχοντας επίγνωσι ότι είμεθα προσκεκλημένοι, προορισμένοι και δεδικαιωμένοι ήδη, δεν τίθεται πλέον θέμα αποθαρρύνσεως, δεν τίθεται θέμα ερεύνης και αμφιβολίας. Τώρα γεννάται το δεύτερο θέμα, το πρακτικότατο. Στην ώρα της ενεργείας της μάχης, ενδέχεται ο άνθρωπος να πέση.
Αλάνθαστοςάνθρωπος δεν υπάρχει, και ιδίως όταν είναι ακόμα ατελής και εμπαθής. Πολλά πράγματα δεν τα γνωρίζει, πολλά πράγματα δεν δύναται. Αλλά και απειρία έχει και άνισο πόλεμο διεξάγει, διότι οι εχθροί μας είναι πνεύματα, δεν είναι όπως εμείς, σώματα, τα οποία υφίστανται, τρόπο τινά, διάφορες τροπές και αλλοιώσεις. Όλα αυτά και τα τόσα αλλά τα οποία άλλες φορές ερμηνεύσαμε, είναι εκείνα που μας προκαλούν ολισθήματα, αποτυχίες και γενικά λάθη.
Ο διάβολος, ο οποίος είναι πονηρός και γνωρίζει την σημασία της αποθαρρύνσεως πόσο είναι ισχυρά, δίδει το μεγαλύτερο βάρος εδώ, κατά την γνώμη των Πατέρων, στονα προκαλέση αποθάρρυνσι, μετά το λάθος του αγωνιστή. Να του κόψη το θάρρος, γιατί το θάρρος είναι όπως στο σώμα το κεφάλι, που είναι το κεντρικώτερο μέρος από το οποίο και εξαρτάται ολόκληρο το σώμα. ‘Ετσι και στην ενεργητικότητα του ανθρώπου- το μεγαλύτερο μέρος είναι ακριβώς το θάρρος, ο ζήλος, η ορμή, από όπου πηγάζει η ενέργεια.
Το θέμα της μετανοίας και της πρακτικής πίστεως δεν είναι αφηρημένο, είναι συγκεκριμένο. Πιστεύει κανείς και βαδίζει και όχι μόνο βαδίζει, αλλά εντατικά αγωνίζεται, επιμένει και κρούει, περιμένοντας ότι θα του ανοίξουν.Ότανόμως χάση τοθάρρος; Τότε σταματά, δεν βαδίζει πλέον, ούτε κρούει, ούτε ζητεί, ούτε αιτείκαι τρόπον τινάπαραδίδεταιάνευόρων. Είναι πάρα πολύ μεγάλης σημασίας το θέμα του θάρρους, στο να το κρατή κανείς και να το ανακτά, όταν το βλέπη να κινδυνεύη και ποτέ να μην το προδίδη.
Η αμαρτία ποτέ δεν εμφανίζεται όπως είναι, γυμνή, αφηρημένη, γιατί εάν εμφανισθή έτσι, δεν απατά εύκολα τον νου του ανθρώπου, ώστε να αμαρτήση. Έρχεται κεκαλυμμένη από μια πρόφασι και με τον δόλο αυτό απατά τον άνθρωπο. Ξέροντάς το λοιπόν αυτό, ποτέ δεν προδίδομε το θάρρος μας υπό οποιανδήποτε μορφή και αν γλιστρήσωμε. Ακόμη, να πη κανείς, και στην πιο πρόδηλη αφορμή, που νομίζει ότι είναι απόλυτα υπαίτιος -αν ήθελα, δεν το πάθαινα-, και στην πιο προφανή ακόμα πρόφασι που εξ υπαιτιότητάς του ο άνθρωπος αμαρτάνει, δεν πρέπει να χάνη το θάρρος του, δηλαδή και εκεί που αμαρτάνει από ιδική του απροσεξία.
Στη βιογραφία αυτού του μεγάλου φωστήρας, είναι τόσο καταφανές αυτό το οποίο ακούσαμε στην ανάγνωσι, ώστε πράγματι προκαλεί σε όλους κατάπληξι. Στο πως, όχι απλώς σε παρεμπίπτουσες και λανθάνουσες καταστάσεις που του προκαλούσαν, τρόπο τινά, ήττα, αλλά και στις προφανέστερες, να μην υποχωρή και χάνη το θάρρος του. Ευρίσκαμε αυτό τον φωστήρα να μεγαλουργή και βλέπομε την ανταπόκρισι της Χάριτος του Θεού,στο πόσο εναγκαλίζεται και θεωρείαθλητήαυτόν, ο οποίος, αν και ημαγμένος, δεν παραδίδεται. 
Και έτσι πρέπει. Διότι στην πραγματικότητα το γεγονός είναι ένα. Κάνει κάποιος μια έρευνα στον εαυτό του την ώρα που εγλίστρησε και έπεσε και συνετρίβη σταματά μια στιγμή και λέει· -Καλά, τώρα εγώαρνήθηκα τον Θεό;Μέσα μου αλλοιώθηκε κάτι και απεφάσισα ότι θα παύσω να είμαι χριστιανός; Τώρα μέσα μου εγεννήθη κάτι, που με έπεισε ότι δεν πρέπει να πιστεύω στο Θεό, ούτε πρέπει να τον ακολουθώ; Μη γένοιτο κάτι τέτοιο. Ούτε ως σκέψι δεν είναι δυνατό να ευρέθη μέσα μου αυτό. Μάλλον καραδοκώ και αναμένω να με αξίωση η Χάρις Του, ακόμα και να αποθάνω. Όχι μόνο να αγωνίζομαι, αλλά, εάν δοθή αφορμή, να αποθάνω μόνο για την ιδική Του ομολογία. Αυτό δεν αλλοιώθηκε μέσα μου ποτέ, δεν άλλαξε πως λοιπόν τώρα, επειδή εγλίστρησα, αποθαρρύνομαι και προδίδω την αγάπη του Θεού; Απάτη είναι. Ήταν μεγάλο το τραύμα, ήταν μεγάλο το γλίστρημα. Μέσα στα μυστήρια του τρόπου της ενεργείας της Χάριτος έγινε, τρόπον τινά, αυτός ο πρακτικός τρόπος, που αυτή την ώρα δεν ερευνώ. Φυσικά λαμβάνοντας τη μομφή επάνω μου και ξέροντας ότι εξ υπαιτιότητός μουαπεσύρθη η Χάριςπαιδαγωγούσα με στο να με κάνη συνετότερο, ευλαβέστερο, θερμότερο και προσεκτικότερο. Με παρέδωσε η Θεία Χάρις σε αυτή την πτώσι - δεν αποθαρρύνομαι γι’ αυτό το πράγμα - δεν τρομάζω, διότι αν και ξέρω την ευτέλειά μου και ελεεινολογώ τον εαυτό μου ότι δεν είμαι τίποτε, πιστεύω ότι εκείνο που με κρατεί είναι η Χάρις του Θεού.Έτσι δεν χάνω το θάρρος μου. Όχι ότι αισθάνομαι στον εαυτό μου καμμιά ικανότητα - ποτέ αυτό δεν το εσκέφθηκα ούτε και θα το σκεφθώ - αλλά έχοντας αποδείξεις της ελεημοσύνης του Θεού απέναντί μου μέχρι σήμερα, στέκομαι ακίνητος και λέω ότι ο χθες Θεός και σήμερα και αύριο είναι ο ίδιος. Δεν έκανε λάθος ο Θεός, όταν με εκάλεσε όχι βέβαια για την ικανότητά μου, αλλά για την υπερβολή της αγάπης Του προς εμέ τον αμαρτωλό και ωρκίσθη στον εαυτό Του ότι «ζω εγώ, ου μη θελήσει θέλω τον θάνατον του αμαρτωλού ως το επιστρέψαι και ζην αυτόν» (Ιεζεκ. 18,23). Αυτός ο Πανάγαθος Θεός και Πατήρ, εσύναξε και μένα, το μη ον, το ασθενές, το μωρό, το εξουθενημένο και με βαστάζει από τότε που με εκάλεσε μέχρι σήμερα, χωρίς να έχει βαρεθή, και αύριο ο ίδιος είναι, και μεθαύριο ο ίδιος είναι, αφού μένω και εγώ ο ίδιος.Μένω πιστός στην ομολογία μου. Δεν πρόκειται να υποχωρήσω.Δεν με απασχολεί το πως εγλίστρησα, άλλωστε έχω και πείρα της ευτέλειάς μου ποίος είμαι. Βλέπετε λογικά πως τοποθετείται το πράγμα;
Άρα λοιπόν ο γιος αυτός, ο οποίος και κατά αυτό τον τρόπο αγωνίστηκε, δεν είναι γιατί ήταν εξαίρεσι. Ακριβώς την θέσι των πραγμάτων ετόνισε . Ότι ποτέ κανείς δεν πρέπει να αποθαρρύνεται, γιατίη αποθάρρυνσι,όπως είπα, είναι η μεγαλυτέρα χαράτου σατανά,διότι βλέποντας αυτός την αποθάρρυνσι λαμβάνει προσωπικότητα, ενώδενέχει ούτε θέσι, ούτε τόπο, ούτε προσωπικότητα. Ως οντότης υπάρχει, δεν εννοώ αύτη την προσωπικότητα. Προσωπικότητα εννοώ, ότι δεν έχει θέσι, δεν έχει μέτρο να σταθή αντίκρυ από μας. Ναι, διότι «νυν ο άρχων του κόσμου τούτου έρχεται και εν ημίν ευρήσει ουδέν» (Ιωάν. 14,30) και «νυν ο άρχων του κόσμου τούτου εκβληθήσεται έξω» (Ιωάν. 12,31).Ότανόμως βλέπει τονάνθρωποότι αποθαρρύνεται και υποχωρεί, τότε αυτός παίρνει θέσι. Τότε αρχίζει να πιστεύηότιόντως τον υπελόγισε οάνθρωπος, τον εφοβήθη και παρέδωσε ταόπλα του.Αυτόείναι ψεύδος. Βλέπετε πόση μεγάλη σημασίαέχει;
Πάντως όμως το γεγονός είναι ένα. Ότι το θέμα της αποθαρρύνσεως έχει πάρα πολύ μεγάλη βαρύτητα, ιδίως για μας τους μοναχούς. Επειδή εμείς οι μοναχοί έχοντες περισσοτέρα ευχέρεια και πολεμούντες λεπτομερέστερα, ακριβώς ευρισκόμεθα σε αυτά τα περιθώρια, στο να ελέγχωμε ακόμα και τις σκέψεις και τα νοήματα από τα οποία προέρχονται οι διάφορες ενέργειες· και ευρισκόμενοι συνεχώς στην γραμμή του πυρός, είμεθα υποχρεωμένοι να κάνωμε αυτές τις ανασκοπήσεις και έρευνες για να ξέρωμε πόθεν ερχόμεθα και που υπάγαμε. Επομένως χρειάζεται μεγάλη προσοχή, γιατίοι τρόποι της αποθαρρύνσεως είναι πάρα πολλοίκαι οάνθρωπος χάνει το θάρρος του, χάνει τον ζήλο του και μειώνει την μαχητικότητάτου. Το ότι σκυθρωπάζει και αλλοιώνεται, όλα αυτά είναι είδος αποθαρρύνσεως, είναι είδοςηττοπαθείας.Όλα αυτάο σατανάς τα εκμεταλλεύεται. Κανένα από όλα αυτά δεν πρέπει να έχη θέσι. Δεν συμβαίνει απολύτως τίποτε.Στη γραμμήτου πυρός, εκείπου υπάρχει συνεχής μάχη, δεν είναι παράδοξονα υπάρχουν πληγές.
Όπως μας παρέδωσαν οι Πατέρες, πολλές φορές και η δια ακόμη η Χάρις αφήνει τον άνθρωπο -θέλοντας να τον διδάξη και να τον ανεβάση σε υψηλότερα επίπεδα πρακτικής εμπειρίας - τον αφήνει επίτηδες να κινδυνεύση από την αμαρτία, -για να ερεθίση έτσι περισσότερο τον θυμό του εναντίον της. Και λαμβάνοντας πληγές ο άνθρωπος, μανθάνει τους τρόπους από που συνέβησαν αυτά και τότε τον μεν Θεό  αγαπά γνησίως, διότι βλέπει την στοργή Του, τον δε διάβολο βδελύσσεται αξίως, βλέποντας την κακότητά του και την πονηριά του και το αδίστακτό του στο να μας καταστρέψη.
Εκείνο το οποίο κατέχομε και είναι για μας άγκυρα πάσης ελπίδος, αναμφισβήτητης και χειροπιαστής, είναι ότι παραμένει μαζί μας η Θεία Χάρις. Ο καθένας μας από την ημέρα της ευσέβειάς μας, από τότε δηλαδή που εισήλθαμε εκουσίως μέσα στους όρους της μετανοίας μέχρι σήμερα, ποτέ δεν ημπορέσαμε, καμία ημέρα, να φυλάξωμε το θέλημα του Κυρίου. Και όμως δεν απέστη! Παραμένει μαζί μας, μας δικαιώνει εκ της αγαθότητάς Του και μόνο. Τα αμεταμέλητα χαρίσματα του Θεού σε μας είναι χειροπιαστά, δεν υπάρχει αμφιβολία. Δεν δικαιώνω τηναμαρτωλότητα, ούτε συνιστώ τηνραθυμία.Αυτάείναι προδοσία. Τέτοιο πράγμα δεν υφίσταται μέσα στην προαίρεση των χριστιανών και ο,τιδήποτε και αν συμβαίνη είναι εξ αιτίας της ατέλειάς τους.
Ο άνθρωπος ευρισκόμενος στο γίγνεσθαι, είναι ατελής. Βαδίζει προς την τελειότητα ζητώντας περισσοτέραν επίδρασι της Χάριτος και μόνιμη ενοίκησι μέσα του. Την αποκτά σιγά-σιγά δια της ελεημοσύνης του Θεού, αγωνιζόμενος κατά των παθών του, ούτως ώστε να τα αποβάλη, για να εύρη περισσότερη θέσι μέσα του η Θεία Χάρις. Μέχρι που να γίνη αυτό, υφίσταται όλες τις αλλοιώσεις και τις τροπές.
Επιμένω στο θέμα της αποθαρρύνσεως, δια να προσεχθή πάρα πολύ. Εκείνος ο οποίος επεσήμανε αυτό τον τομέα και τον αξιολόγησε, επιτυγχάνει πάρα πολλά. Εκείνος ο οποίος δεν προσέχει και αφήνει ακάλυπτη την πλευρά αυτή και με το παραμικρό αποθαρρύνεται, οπισθοχωρεί και αφήνει τον ζήλο του, αδικείται κατάφωρα, χάνει χωρίς να υπάρχει λόγος και μπορώ να πω φεύγει «χωρίς διώκοντος».
Γι’ αυτό με παράδειγμα την βιογραφία και την παιδεία του μεγάλου αυτού Πατρός, όλοι μαςνα γίνωμε περισσότερο ζηλωταί, περισσότερο μαχηταί. Δεν υπάρχει μέσα στην μερίδα μας απογοήτευσι και αποθάρρυνσι. Και δεν υπάρχει, γιατί απλούστατα εμείς οι ίδιοι και τον χαρακτήρα και την προσωπικότητά μας γνωρίζομε. Γνωρίζομε ότι ομολογούμε την πίστι και την αγάπη μας προς τον Θεό και ότι ουδέποτε την αρνούμεθα και ακόμα ξέρουμε την σύμπραξι και συμπαράστασι του Θεού προς ημάς, η οποία είναι αμετάβλητη, αμεταμέλητη και αναλλοίωτη.
Δι’ ευχών του Αγίου Πατρός ημώνΝήφωνοςκαι της Κυρίας μαςΘεοτόκουείθε να επιτύχωμε αισίως το σκοπό της ζωής μας.
Αμήν


Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον    www.egolpion.com

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ:


Read more:http://www.egolpion.net/apognosi_apo8arinsi_8arros.el.aspx#ixzz2RCI62gma

Έλεγχος λογισμών και φυλακή αισθήσεων



Έλεγχος λογισμών και φυλακή αισθήσεων


Έλεγχος λογισμών και φυλακή αισθήσεων
(Μνήμη Αγίου Σάββα του Ηγιασμένου)
γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστή


   Σήμερα πανηγυρίζει ένας εκ των γιγάντων της μοναστικής μας πολιτείας, ο Μέγας Σάββας, που εδώ στο Άγιο Όρος δεν είναι και τόσο πολύ γνωστός. Αυτός ο μεγάλος φωστήρας, είναι για μας η μεγαλύτερη παρηγοριά. Στο πρόσωπό του ευρίσκαμε τους κεντρικότερους παράγοντες της μοναχικής μας ιδιότητας. Μερικούς από αυτούς θα αναφέρωμε.
Εξεκίνησε μικρό παιδί αγαπήσας εξ ολοκλήρου τον Θεό. Εφήρμοσε το προφητικό,Μακάριος ος αίρει ζυγόν εκ νεότητας αυτού. Οι γονείς του παρόλο που ήταν ευκατάστατοι, δεν τον εμπόδισαν να ακολουθήση τον μοναχισμό. Ήλθε στα μέρη της ανατολής ως μοναχός. Εκράτησε την παιδαγωγία της νεαράς δοκιμαστικής ζωής άριστα, έως ότου κατέληξε στην Παλαιστίνη και προσελήφθη στην Λαύρα του Αγίου Ευθυμίου και υπό την πρόνοια των μεγάλων Πατέρων που ήκμαζαν τότε στην ανατολή, ανεδείχθη όχι μόνο τέλειος μοναχός, αλλά και ένας μεγάλος αναμορφωτής του μοναχισμού.
Μέχρι των ημερών του, το οργανωμένο σύστημα του μοναχισμού ήταν άγνωστο στην Παλαιστίνη. Ήτο γνωστό στα μέρη της Αιγύπτου, στους Ταβεννησιώτας, όπως ελέγοντο οι μοναχοί του Αγίου Παχωμίου. Σε αυτόν παρεδόθη, εξ αποκαλύψεως δια παρουσίας Αγγέλου, ο οργανωμένος μοναχισμός. Στα κοινόβια αυτά που ωνομάζοντο Λαύραι, είχαν κοινό ταμείο, κοινή ακολουθία και εξάρτησι από τους πνευματικούς πατέρες υπήρχε μόνο ελευθερία και ιδιαιτερότητα στην ασκητικότητα. Είχαν ευλογία οι μοναχοί από τους πνευματικούς ηγέτες να αγωνίζονται κάθε ένας όσο ημπορούσε.
Επειδή ήτο νεαρός ο Όσιος Σάββας, τον έβαλε ο Μ. Ευθύμιος μεταξύ των νέων. Είχε δε ως παιδαγωγό των νέων, ένα σεβάσμιο γέροντα, τον Αββά Θεόκτιστο. Στο πρόσωπο του νεαρού Σάββα απεδείχθη το γνήσιο της φιλοθείας. Πόσο θαυμάσιο είναι το να ξεκινά κάποιος από τα σπάργανά του, από την νεαρωτάτη ηλικία, αγαπώντας τον Θεό και αφιερώνοντας τον εαυτό του εις Αυτόν. Βλέπομε στον άγιο Σάββα το απόλυτο της υποταγής και εξαρτήσεως και ιδιαίτερα την αγάπη και την φιλαλληλία του.
Μέσα στην βιογραφία του αναφέρεται, ότι εκινδύνευσε ο ίδιος από την αγάπη προς τον πλησίον. Κάποτε ο αρτοποιός του μοναστηριού σε καιρό χειμώνας, άπλωσε τα βρεγμένα ενδύματά του στο βάθος του ζεστού φούρνου για να στεγνώσουν, διότι δεν φαινόταν καθόλου ήλιος. Εκεί τα εξέχασε. Μετά από μία ημέρα που έλειψε το ψωμί, μερικοί Πατέρες επήραν ευλογία και άρχισαν να εργάζονται στο φούρνο. Μαζί με αυτούς ήταν και ο άγιος Σάββας. Ο αρτοποιός πήρε είδησι από τον καπνό και ενεθυμήθη τα ρούχα του. Εταράχθη τότε και ανησύχησε και εθλίβετο, διότι η φλόγα ήταν μεγάλη και είχε αρκετά ζεσταθή ο φούρνος, και κανείς από τους μεγάλους δεν ετόλμησε να μπη μέσα διότι θα εκαίετο. Βλέποντας ο νεαρώτατος Σάββας την θλίψι του αδελφού, ώρμησε μέσα στην φλόγα, για την φιλαδελφεία που είχε, και άρπαξε τα φορέματα χωρίς να καή ούτε αυτός, ούτε εκείνα. Ενίκησε η πυρά της πραγματικής αγάπης, την αισθητή πυρά.
Πριν όμως από αυτό το κατόρθωμα, έκανε ένα άλλο μεγαλύτερο άθλο. Παρά το νεαρό της ηλικίας του, είχε μπει στο νόημα του πνευματικού νόμου. Εγνώριζε ότι προτού γίνει μια πράξι, προηγείται η διανοητική της συγκατάθεσι. Εάν αυτή δεν προηγηθή, είναι αδύνατο να γίνη η πράξι. Κάποτε ευρίσκετο στον κήπο του μοναστηρίου και ηργάζετο. Του ήλθε η επιθυμία να φάγη ένα ωραίο μήλο. Η επιθυμία τον ωδήγησε να το κόψη. Είπε αμέσως η εύλογη πρόφασι "Δεν είναι κακό να το φάγω αφού εργάζομαι εδώ". Το εσκούπισε και το έφερε στο στόμα του. Τότε εξύπνησε ο αθλητής, ενεθυμήθη - όπως είχε συνήθεια να ελέγχη τις πράξεις του - και εσταμάτησε και είπε· Πως θα το φάγω τώρα αυτό; Εάν το φάγω δεν είναι λαθροφαγία; Πως μου ξέφυγε και έφθασα σε τέτοια συγκατάθεσι; Πως δεν το εκατάλαβα από την πρώτη προσβολή του λογισμού της επιθυμίας, που μου είπε κόψε το και φάγε; Γιατί δεν αντέδρασα από τότε; Αυτό είναι ήττα για μένα. Δεν πρέπει να επαναληφθή, διότι αν γίνη και δεύτερη και τρίτη φορά να νικώμαι από τις ευλογοφανείς προφάσεις, εγώ δεν θα γίνω μοναχός. Και για κανόνα μήπως και εξαπατηθώ, δεν θα φάω μήλο στον αιώνα. Το έρριψε κάτω, και το επάτησε και μαζί με αυτό, επάτησε και τον δράκοντα της επιθυμίας και δεν ηττήθη από την φιλαυτία και την φιληδονία. Και όπως η παράδοσι αναφέρει, δεν έφαγε ξανά μήλο, ενθυμούμενος την μικρή αυτή υποχώρησι έναντι της επιθυμίας.
Παρ' όλο το νεαρό της ηλικίας του, εμπήκε στο σωστό νόημα του τι σημαίνει μοναχός, τι σημαίνει πνευματικός άνθρωπος, και πως ημπορή να γίνη πνευματικός εάν ελέγχη τις προφάσεις μέσω των οποίων προσβάλλει ο λογισμός και απατά τον άνθρωπο. Διότι ποτέ η αμαρτία δεν παρουσιάζεται γυμνή, να πη στον άνθρωπο, "αμάρτησε". Τέτοιο πράγμα δεν γίνεται.
Ο διάβολος είναι πονηρός. Ενεργεί σαν τον ψαρά, ο οποίος κρύβει το αγκίστρι κάτω από το δόλωμα. Το ψάρι αγνοώντας ότι είναι αγκίστρι, βλέποντας μόνο την τροφή, απατάται, το καταπίνει και έρχεται ο θάνατος. Μας εδίδαξε με αυτό ο Μέγας φωστήρ, ότι δεν πρέπει ο μοναχός να κινήται σε πράξι, εάν προηγουμένως δεν την ελέγξη. Κάθε πρόφασι, η οποία μας παρακινεί σε κάτι, πρέπει να ελέγχεται. Στην Παλαιά Διαθήκη, ο Ιησούς του Ναυή, όταν συνήντησε κάποιο άγνωστο τον ερώτησε Ημέτερος ει η των υπεναντίων; Ακριβώς έτσι θα κάνωμε και εμείς. Όταν ο μοναχός δέχεται λογισμό, να συμπεριφερθή κατά τον ίδιο τρόπο ,ημέτερος ει η των υπεναντίων; και τότε αποκαλύπτεται.  θα δραπετεύση αμέσως να κρυβή, ή θα εξαναγκασθή να πη ότι ξεκινά εν ονόματι αυτού του πάθους, ή εκείνης της επιθυμίας.
Ευρίσκομε και δεύτερο παράδειγμα ακριβείας του ελέγχου των λογισμών. Κάποτε περιπατούσε με ένα μαθητή του στον δρόμο από την Ιεριχώ προς τον Ιορδάνη. Ο άγιος τον παρακολουθούσε για να ιδή σε ποιο επίπεδο ευρίσκεται της φυλακής των αισθήσεων.
Στον δρόμο συνήντησαν μια ομάδα κοσμικών, μεταξύ των οποίων ήτο και μια νέα γυναίκα. Ο νέος μοναχός κοίταζε με περιέργεια. Τότε για να τον ελέγξη και να τον αναγκάση να πη την αλήθεια - διότι πολλές φορές από εντροπή κρύβει κανείς την αλήθεια και λέγει ψέμματα - έκανε το εξής μεθόδευμα. Του είπε· Ποια είναι αυτή η νέα κόρη, που πέρασε και είναι μονόφθαλμη; Και ο αδελφός του είπε· Όχι, Γέροντα, έχει και τα δυο της μάτια. Ο Γέροντας απάντησε· Απατήθηκες, παιδί μου, μονόφθαλμη είναι. Εκείνος τον διαβεβαίωνε ότι γνωρίζει πολύ καλά, ότι όχι μόνο δεν είναι μονόφθαλμη αλλά αντίθετα ότι έχει και τα δύο της μάτια. Και είπε ο Γέροντας· Από που το γνωρίζεις τόσο καλά; Και αυτός απεκρίθη· Εγώ Γέροντα, την πρόσεξα καλά και το είδα. Τότε ο Γέροντας του είπε· Και που έβαλες μέσα σου το παράγγελμα που λέγει να μην αφήσης το βλέμμα σου να την περιεργασθή, και να μην συναρπασθούν τα μάτια σου; Ώστε λοιπόν, η έγνοια σου είναι να κοιτάς καινα περιγράφης τα πρόσωπα και ιδίως των γυναικών; Άλλη φορά μαζί μου δεν θα έλθης, μέχρι να μάθης να συστέλλης τις αισθήσεις σου. Και τον έστειλε στο Καστέλλιο. Αυτό ήταν ένα άλλο μοναστήρι που το είχαν για σωφρονιστήριο των μοναχών, μέχρις ότου μάθουν να μαζεύουν την γλώσσα τους, να μαζεύουν τα μάτια τους και ότι άλλο, είναι και λέγεται περιέργεια και απροσεξία.
Βλέπετε πόση προσοχή είχαν οι Πατέρες σε αυτά; Από αυτά εξαρτάται η προκοπή ή η πτώσι. πως δεν γίνεται κάποια πράξι αν δεν προηγηθή νόημα, δεν υπάρχει και μεγάλη πτώσι αν δεν προηγηθή μικρή. Αν αρχίση ο άνθρωπος να μην κρατάη το στόμα του και συνεχώς ομιλή, ύστερα ξεκινά να λέγη αστεία και μετά αρχίζει να αντιλέγη, δήθεν από μια καλή πρόφασι. Τότε σκληρύνεται και επικρατείο θυμός, οπότε αρχίζουν τα πείσματα, οι έριδες και οι συγκρούσεις.
Απομένει σε μας να στρέψωμε την προσοχήμας σε αυτά τα οποία οι Πατέρες μας, με τόση ακρίβεια μας παρέδωσαν. Στην μονή του Αγίου Σάββα, ετέθησαν τα θεμέλια όχι μόνο της μοναστικής ζωής και ιδέας, αλλά ολοκλήρου της εκκλησιαστικής παραδόσεως. Το τυπικό και τελετουργικό της Εκκλησίας, ξεκινά από αυτή την μονή. Σε αυτή ασκήθηκε και ετελειοποιήθη ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ο οποίος εδημιούργησε την Οκτώηχο, τα μέλη και τους ύμνους της Εκκλησίας μας. Σε αυτή ήκμασε ο Άγιος Κοσμάς, Επίσκοπος Μαϊουμά, αυτός ο μεγάλος μελωδός. Σε αυτή έζησαν οι κατά σάρκα αδελφοί άγιοι, Θεοφάνης και Θεόδωρος οι Γραπτοί. Από αυτή την μονή μετεφέρθη η παράδοσι και το τυπικό στην Κωνσταντινούπολι και το ετελειοποίησαν οι Στουδίται μοναχοί. Αυτό κατέχει σήμερα το Άγιο Όρος, όπως το μετέφερε ο άγιος Αθανάσιος, ο ιδρυτής της Μεγίστης Λαύρας.
Αυτά ήθελα να σας υπενθυμίσω και έτσι όλοι μας με προθυμία, να παρακαλέσωμε τον όσιο Πατέρα μας Σάββα, με τις πρεσβείες και την παρρησία που έχει, να μας ενίσχυση και να μεταφέρη μέσα μας το Πατερικό πνεύμα. Πνεύμα αυταπαρνήσεως, πνεύμα ακριβείας, πνεύμα εσωστρεφείας και φόβου Θεού. Ας επικαλεσθούμε τις ευχές του Μεγάλου αυτού φωστήρας, για να επιτύχωμε και εμείς ανάλογα με το προορισμό μας.
Αμήν


Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον    www.egolpion.com


Read more:http://www.egolpion.net/elegxos_logismwn.el.aspx#ixzz2RCHlK9Ha

Οσίου Εφραίμ του Σύρου: Περί Ορθού Βίου



Οσίου Εφραίμ του Σύρου: Περί Ορθού Βίου


Α Σ Κ Η Τ Ι Κ Α
Οσίου Εφραίμ του Σύρου
ΠΕΡΙ  ΟΡΘΟΥ  ΒΙΟΥ
ΚΕΦΑΛΑΙΑ   ΕΝΝΕΝΗΝΤΑ

Ευλόγησον Πάτερ.
α. Ορέγεσαι ορθόν βίον; Επιμελού την ταπεινοφροσύνην, διότι χωρίς αυτής ορθός βίος δεν δύναται να υπάρξη.
β. Οδοιπόρος ανήρ όστις απώλεσε την αρχήν της οδού, εν τη αλλοδοπή χώρα ο τοιούτος πλανάται˙ και ο απομακρύνας εαυτόν εκ της οδού των τα­πεινών, δεν θέλει στήσει την σκηνήν αυτού εις τας κατοικίας των οσίων.
γ. Εργάζου εν ταπεινοφροσύνη πάν­τα τα έργα σου, εν ονόματι του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού˙ και τοιουτο­τρόπως θέλει υψωθή ο καρπός σου εις τον ουρανόν˙ διότι η υπερηφάνεια ομοιά­ζει με υψηλόν δένδρον σεσηπός, το οποίον πανταχόθεν έχει τους κλάδους εύθραυστους˙ και όστις αναβή ταχέως κατακρημνίζεται εκ του ύψους.
δ. Αρχή της εγκαταλείψεως του αν­θρώπου είναι το ν' απομακρύνηται από της ταπεινοφροσύνης· και ο εγκαταλει­φθείς υπό του Θεού θέλει πνίγη ως ο Σαούλ, υπό πονηρού πνεύματος.
ε. Πνιγμόν φοβερόν νόμιζε την συμπλοκήν των αμαρτιών, και το να αναβαίνη εκ της πλημμύρας αυτών έως της ώρας του θανάτου.
ς. Εάν κατανοήσης ακριβώς, θέλεις εύρει τας παγίδας του εχθρού κεχρισμένας δια μέλιτος και γλυκύτητος, και εάν τις θέλη να γευθή το μέλι, υπό παγίδος θέλει συλληφθή.
ζ. Μη επιθυμής το τοιούτον μέλι, και δεν θέλεις συλληφθή υπό παγίδος˙ διότι η γλυκύτης αυτού επί τέλους γεμί­ζει από χολήν και πικρίαν τους επιθυμούντας αυτό.
η. Αγάπα ταπεινοφροσύνην, και υπό παγίδος διαβολικής δεν θέλεις συλλη­φθή ποτέ˙ διότι θέλεις γίνει ανώτερος των παγίδων του Έχθρου˙ διότι ανα­κουφίζεσαι πάντοτε από το οξύτατον πτερόν της ταπεινοφροσύνης.
θ. Εάν ίδης τινά νεανιευόμενον, ωραίον την όψιν, και λαμπρόν κατά το φόρεμα, παρακολουθούμενον υπό πλή­θους ανθρώπων, μη ζηλότυπης, μηδέ θορύβου άλλ' έχε εις τον νουν σου, ότι μετ' ολίγον θέλεις ιδή αυτόν σβεννύμενον διότι εξήνθησαν και διέλαμψαν οι πολιτευθέντες κατά το θέλημα του Θεού.
ι. Οι φρόνιμοι και ευαρεστήσαντες εις τον Κύριον, δεν προσείχον εις τας λαμπρότητας του βίου˙ γινώσκοντες κα­λώς, ότι ως άνθος χόρτου ταχέως θέλουσι ξηρανθή˙ ημείς δε οι αμελείς, εάν ίδωμεν πολυσαρκίαν ανθρώπου, ερυ­θρού˙ κατά τας παρειάς, τον άνθρωπον τούτον μακαρίζομεν, αν και ήναι ασε­βέστατος˙ μακράν ημών ρίψαντες τον επίπονον βίον, δεν γινώσκομεν οποίον αξίωμα έχει ο βίος των ασκητών τού­του χάριν η σωφροσύνη εμισήθη παρ' ημών, και η αγιοσύνη εβδελύχθη.
ια. Ας μη προσέχωμεν αδελφοί εις παιδικά παιγνίδια, άλλ' ας αναλάβωμεν πάντοτε τέλειον βίον, ίνα μη στερηθώμεν της χαράς των ασκητών, και παραδοθώμεν εις αιωνίαν κόλασιν.
ιβ. Μακάριος ο λιπανθείς δια των α­γαθών ελπίδων, και λαμπρυνθείς εις αγα­θούς συλλογισμούς˙ διότι η δόξα τούτου είναι μεγάλη και αθάνατος.
ιγ. Ας επιδιώξωμεν την ησυχίαν ώστε θεωρούντες τα αμαρτήματα ημών, να ταπεινωθώμεν πάντοτε, και ουχί να θρέψωμεν τον λογισμόν δι' οιήσεως ή πονηρίας, καθώς τα ιοβόλα ζώα.
ιδ. Ας αγαπήσωμεν την ησυχίαν, δια ν' αποκτήσωμεν καθαράν καρδίαν, και φυλαχθή άσπιλος ο ναός, τον οποίον ενεπιστεύθησαν εις ημάς, από της φθο­ράς των αμαρτιών.
ιε. Καλή είναι η προσευχή μετά στε­ναγμών και δακρύων, ταύτα όμως να χύνωνται ησύχως˙ το δε να κράζωμεν δια ν' ακουώμεθα είναι σημείον ανθρωπαρεσκείας· ο δε εν γνώσει και πίστει προσευχόμενος, τον Κύριον ενώπιον αυ­τού βλέπει, καθότι εν αυτώ ζώμεν, και κινούμεθα και εσμέν.
ιστ. Εάν επωρώθη η καρδία σου, κλαίε ενώπιον του Θεού, δια να επιστάζη εις σε φωτισμόν γνώσεως, και μη σκόπτε τους μετά θερμότητος καρδίας βοώντας προς τον ουρανόν.
ιζ. Όστις σκώπτει τους φιλόπονους, κατέστησεν εαυτόν δούλον εις τον Δό­λιον, εκτελών τα μυσαρά θελήματα εκεί­νου˙ ο τοιούτος δεν θέλει εύρει χαράν την ητοιμασμένην εις τους δούλους του Κυρίου.
ιη. Συ δε ασκητά εν γνώσει εκτελεί τα έργα σου πάντοτε, και ας μη δώσωμεν αφορμήν εις τους ζητούντας αφορμήν.
ιθ. Ουαί εις τον ανελεήμονα, και ουαί εις τον δόλιον, και ουαί εις τον τρυφηλόν διότι θέλει συναντήσει αυτόν ο πικρός άδης˙ διότι υπόδουλον καθι­στά εαυτόν χάριν γαστριμαργίας, και τον Θεόν καταφρονεί, ίνα αρχήν και εξουσίαν ευρη εν τω ματαίω τούτω βίω. Ήλθεν εξαίφνης ο θάνατος, εξήρανε τον λαιμόν, όστις τα λαμπρά φαγητά εδέχετο συχνά˙ κατήργησε την εξουσίαν, δια της οποίας περιεφρόνει τον ποιήσαντα αυτόν ερρίφθη λοιπόν εις την γην, ως κοπρία, του αθλίου το σώμα, και η ψυχή πορεύεται εις τον ίδιον αυ­τής τόπον.
κ. Τα τερπνά του βίου θεωρών, πρό­σεχε μη ελκυσθής˙ διότι εις αυτά είναι κεκρυμμένη η παγίς του θανάτου. Διότι ο αλιεύς δεν ρίπτει γυμνόν το άγκιστρον.
κα. Την επιθυμίαν ο Εχθρός, ως δό­λωμα εν αγκίστρω μεταχειρίζεται, ίνα ολόκληρον την ψυχήν επισύρη εις σεαυτόν υπόδουλον ο Μιαρός.
κβ. Η πρώτη συλληφθείσα ψυχή, είναι παγίς εις άλλας προς το θέλημα εκείνου, εγγκλυκαίνουσα τας αδοκιμάστους ψυχάς εις την πικρίαν του Δρά­κοντος. Διότι και η πέρδιξ συλληφθείσα θέλει γίνει ως δόλωμα εις τας μη συλληφθείσας υπό των βρόχων διότι ο κυ­νηγός στήνει τους βρόχους ολόγυρα αυ­τής, και θηρεύει τας καλώς πετώσας.
κγ. Κοπίαζε εις την αρετήν, και μη βαρύνεσαι εις τους κόπους διότι χωρίς κόπων η αρετή δεν γνωρίζεται.
κδ. Εις τους κόπους έχε άνω το όμ­μα της ψυχής, και θεωρών την χαράν εκείνην δεν θέλεις παραιτήσει τους κό­πους.
κε. Κοπιάζων κοπίαζε μετά κόπου, δια ν' αποφυγής των ματαίων κόπων τους κόπους· διότι οι κόποι των δικαίων καρπούς ζωής βλαστάνουσιν οι δε των αμαρτωλών είσι πλήρεις αγχόνης.
κς. Κατά το θέλημα του Θεού υπόμεινον τας θλίψεις του παρόντος βίου, και δεν θέλει ματαιωθή η ελπίς σου προς τους αγίους διότι ο ζυγός του Εχθρού, έχει εν εαυτώ την λύπην, ήτις γεννά τον θάνατον.
κζ. Οι ζώντες μάτοιον βίον, τους εν γνώσει κοπιάζοντας θέλουσι να υποσκελίσωσιν, ίνα μη έχωσι πλησίον τον έλεγχον η δε κατάπτωσις εκείνων αναδει­κνύει εστεφανωμένους τους αθλητάς της ευσεβείας.
κη. Γένου ταπεινόφρων, δια να μη ζημιωθής κανέν εκ των όσων καλώς ειργάσθης εάν δε αποβάλης την ταπεινοφροσύνην, μετά των ματαιοπόνων θέ­λεις καταταχθή.
κθ. Θέλεις να χειραγωγής ψυχήν, α­σφάλιζε σεαυτόν πάντοτε ως συνετός, ίνα μη καταποντισθής υπό ηδονικών λογισμών, και το ναυάγιον γίνη εντός του λιμένος.
λ. Εάν θέλης να ήσαι λιμήν ασφα­λής, στερέωσον τα σίδηρα και τας άγκυ­ρας, δια να μη σαλευθώσιν ευκόλως υπό του λαίλαπος των ηδονών, και γίνης ναυάγιον αντί λιμένος.
λα. Μη έμπλεκε άγκυραν μετά αγκύ­ρας, εάν απέμεινεν ελαφρόν τι εν σοι δια να μη παρασυρθής υπό των παθών ευ­κόλως˙ διότι όστις θέλει να ανασύρη τον πεσόντα εις τον λάκκον, οφείλει να έχη ανδρείον λογισμόν, δια να μη παρασυρθή υπό της αγκύρας εκείνου εις τον αυ­τόν βόθρον διότι οι εμπαθείς λόγοι ό­ταν εύρωσι τόπον, ως άγκιστρον έλκουσι την ψυχήν.
λβ. Φεύγε πάντοτε τας επιβλαβείς συνομιλίας, και θέλει είσθαι πάντοτε η ψυχή σου εν ησυχία μεγάλη.
λγ. Βλαβερός γίνεται ο μοναχός, όταν δεν πράττη εν συνέσει πνευματική πάν­τα τα έργα αυτού διότι ο Υιός και Λό­γος θέλει να ώμεν πάντες ακέραιοι και σοφοί.
λδ. Εάν δεν εθερμάνθης πολύ υπό του Αγίου Πνεύματος, μη θέλης ν' α­κούσης ξένους λογισμούς διότι θέλεις εύρει εν αυτοίς διττόν πόλεμον πρώτον μεν δια της ενθυμήσεως των ακουσθέντων μολύνεις την ψυχήν σου δεύτερον δε θέλεις γίνει εχθρός εις τον εξομολογούμενον, όταν γενναίως δεν αποδιώξη μετά πάθη δια της σταυροφόρου δυνά­μεως, αλλά περιπέση και πάλιν εις αυτά εξ αμελείας. Εκείνος δε ο πνευματικός, εάν ήναι συνετός, προσποιείται ότι ελησμόνησε τα αμαρτήματα του εξομολογηθέντος.
λε. Καθώς όταν τις έχη περιστεράν εις τον οίκον, και εύρου σα εκείνη θηρίδα ανεωγμένην ήθελεν εκπετάξει εκτός της οικίας, ουχί μετά ράβδου ή λίθου κράζει αυτήν να επανέλθη, αλλά ρίπτων σίτον, μετά φρονήσεως ζητεί να συλλα­βή αυτήν. Ούτω λοιπόν και όστις θέλει να καθαρίση τον ρύπον των λογισμών, έχει ανάγκην πολλής συνέσεως και εμ­πειρίας.
λς. Εάν αναγινώσκης, μη επιδίωκε μόνον το ρητορικόν και γοργόν, μηδέ περί τούτου μόνον να φροντίζης δια να μη πληγώση την καρδίαν σου ο δαίμων της αυταρέσκειας· αλλά κιχρείζου εκ των όσων ανέγνωσας τά ιάματα της ψυ­χής, καθώς η φρόνιμη μέλισσα επισυνάγει εκ των ανθέων το μέλι.
λζ. Καθώς κενόδοξος ανήρ, ενώ εί­ναι πένης, ονομάζει εαυτόν βασιλέα· ού­τω και μοναχός τρώγων κρυφίως, και εις την τράπεζαν των αδελφών υποκρινόμενος ολιγοφαγίαν και εγκράτειαν, δεν είναι ασκητής· ο τοιούτος υφαίνει ιστόν αράχνης˙ διότι δεν βαδίζει την οδόν των αγίων, αλλά την των ανθρωπαρέσκων.
λη. Εάν απηρνήθης τον κόσμον, επιμελού το έργον σου, δια να επιτυχής τον ζητούμενοι μαργαρίτην διότι τινές απαρνηθέντες τον κόσμον, ανεχώρησαν εκ του βίου, άλλοι μεν και εκστρατείαν αφήσαντες, άλλοι δε και πλούτον διαμοιράσαντες· τελευταίον όμως υπό του ιδίου θελήματος παρασυρθέντες, κατέπεσον διότι ουδέν πράγμα είναι ταλαιπωρότερον, από το να κυριεύηται τις υπό του ιδίου θελήματος, και να μη πολιτεύηται κατά το θέλημα του Θεού˙ διότι ούτοι μεν υπεκρίθησαν, Οτι απεμακρύνθησαν εκ της καθολικής πύλης των πραγμάτων του βίου, δια του πα­ραθύρου όμως ευρίσκονται εις τα ενδό­τερα.
λθ. Τα αυτά πάσχουσιν οι τοιούτοι με τους υιούς Ισραήλ, οίτινες αφού εξήλθον της σιδηράς καμίνου, και διε­σώθησαν της Ερυθράς θαλάσσης, και έλαβον τόσας χάριτας, έπειτα παρασυρ­θέντες υπό του ιδίου θελήματος εναυάγησαν εις την ξηράν και εκ τοσούτου πλήθους των ηριθμησμένων, δύο εσώθησαν, οι φυλάξαντες οσίως τον λόγον του Κυρίου, και τον Ύψιστον μη πικράναντες.
μ. Οι απαρνηθέντες τον κόσμον, ου­δέν κοινόν έχουσι μετά του κόσμου˙ ού­τοι και εις εξουσίαν αν τεθώσιν, ως μη άρχοντες είσιν˙ εάν δε εκβληθώσι της α­ξίας, οι αυτοί είσι κατά τον λογισμόν. Οι δε απομακρυθέντες του ευσεβούς λογισμού προς μεν τας γλυκύτητας του κόσμου ευ­ρίσκονται έτοιμοι, και ο αγών αυτόν δεν είναι πλέον περί αρετής˙ αλλά τον ζυγόν απόρριψαντες επιμελεστέρως οικοδόμουσιν όσα προ πολλού καλώς κατέστρεψαν καθώς παρθένος σεμνότατη και πεφυλαγμένη εις θάλαμον, η οποία διέφθει­ρε τας αισθήσεις αυτής, και αποβάλουσα την αιδώ αναισχύντως, πράττει τα ασυγ­χώρητα, και μήτε Θεόν φοβείται, μήτε ανθρώπους εντρέπεται˙ αλλά δεν θέλει διαφύγει τας χείρας του Θεού διότι η ημέρα θέλει φανερώσει το έργον εκά­στου, διότι θέλει δοκιμασθή εις το πυρ.
μα. Μακάριος ο δι έργου κηρύσσων την αρετήν διότι το να λέγη τις τα της αρετής, και να πράττη τα εναντία, δεν σώζεται˙ καθώς και ο διαλεγόμενος περί σωφροσύνης, και πράττων τα αισχρά, δεν θέλει επιτύχει το βραβείον.
μβ. Μη ταράττησαι όταν βλέπης τους φιλήδονους πράττοντας αφόβως τας α­σωτίας· διότι το άνθος αυτών είναι γεμάτον από δυσωδίαν το δε άνθος των φιλαρέτων διαλάμπον εις το φως, είναι πεπληρωμένον ευωδίας. Επίμενε λοιπόν εις την αρετήν, ίνα θαυμασθής και παρ αυτών των σαρκικών, και φιλήδονων ανθρώπων διότι αν και προφανώς δεν θέλουσι να ποιώσι τούτο, άλλ' εντός ε­αυτών μακαρίζουσι τους εργάτας των αρετών.
μγ. Όταν ίδης σώματα, τα οποία λάμπουσι δια της επιμελείας προς αισχρόν έρωτα, μη θαυμάζης δια ταύτα, μηδέ ας σε εξαπατά του δέρματος το χρώμα, όπερ μετ' ολίγον εις κόνιν θέλει μεταβληθή, αλλά ψάλλε μετά στεναγ­μού έν σεαυτώ, λέγων «Μνήσθητι, Κύ­ριε, ότι χους εσμέν άνθρωπος, ωσεί χόρτος αι ημέραι αυτού, ωσεί άνθος του αγρού, ούτως εξανθήσεί ότι πνεύμα διήλθεν εν αυτώ και ούχ υπάρξει, και ουκ επιγνώσεται έτι τον τόπον αυτού το δε έλεος του Κυρίου από του αιώνος και έως του αιώνος επί τους φοβούμε­νους αυτόν»· και τοιουτοτρόπως δια της χάριτος του Θεού, δεν θέλεις αιχμαλωτισθή υπό του Πονηρού.
μδ. Παρακαλεί τον Κύριον μετά πό­νου, όπως σοι χαρίση πνεύμα τελείας σωφροσύνης, ίνα και εις τας νυκτερινός φαντασίας διαφυγής τας επιβουλάς του Πονηρού, ως όταν τις διώκηται υπό θηρίου ή υπό πυρός, και πηδά από δώ­ματος εις δώμα, δια να φλογισθή υπό του πυρός.
με. Καθώς δεν είναι δυνατόν άνευ κόπου ν' αγοράση τις γράμματα ή τεχνην δια χρημάτων, ούτω δεν είναι δυ­νατόν να γίνη τις μοναχός άνευ επιμε­λείας και μεγάλης υπομονής.
μστ. Καθώς έχεις την κεφαλήν προτιμοτέραν παρά πάντα τα λοιπά μέλη του σώματος σου, και είτε λίθος κατέλθη επάνω σου, είτε ρόπαλον, είτε ξίφος, τα λοιπά μέλη του σώματος προτείνεις, θέλων να προφύλαξης την κεφαλήν από την πληγήν, διότι γινώσκεις, ότι εκτός αυτής δεν είναι δυνατόν να ζήση τις· τοιουτοτρόπως ας ήναι προτιμότερα πάντων η πίστις της αγίας και ομοου­σίου Τριάδος, διότι χωρίς αυτής να ζη τις την πραγματικήν ζωήν, είναι των αδυνάτων.
μζ. Εν όλη καρδία σου έλπιζε εις τον Κύριον, και θέλεις διαφύγει επιβουλάς κακούργων διότι δεν θέλει παρα­βλέψει ο Κύριος τους δουλεύοντας αυτόν.
μη. Επεθύμει η Αιγύπτια ν' απατήση τον φιλόθεον Ιωσήφ, και δια της βίας έσυρεν αυτόν προς τον διεστραμμένον σκοπόν ο δε νέος εδρόσιζε την ιδίαν ψυχήν δια της μνήμης του Παντοκράτορος, διό να μη καταφλεχθή υπό πυρός άνεμου· προεφύλαττε δε τας αι­σθήσεις, δια να μη δώση χώραν εις αλ­λότριους συλλογισμούς, και γίνη αιχμά­λωτος υπό ασέμνου γυναικός· διότι εθεώρει πάντοτε αυτήν, ως παγίδα θανά­του˙ και υπομείνας τον πειρασμόν, έλαβε τον στέφανον, και έγεινε βασιλεύς της Αιγύπτου.
μθ. Εφαντάσθησαν οι παράνομοι της Βαβυλώνος να εξεγερθώσι κατά ψυ­χής οσίας, δια να μιάνωσιν αυτήν αισχρώς αυτή δε έχουσα βοηθόν τον Θεόν τον Ύψιστον, τούτους κατέβαλεν ευ­κόλως˙ συστήσαντες δε συνέδριον οι πα­ράνομοι κατά της μακάριας, δια να την βλάψωσι, καθώς αυτοί ενόμιζον, δεν εγνώρισαν οι ανόητοι, ότι εν αυτώ έμελλον να δεχθώσιν απόφασιν θανάτου˙ διότι δεν θέλει εμπαιχθή ο ακοίμητος Οφθαλμός.
ν. Εν τη στενή και τεθλιμμένη οδώ ας βαδίσωμεν αδελφοί, ίνα γενόμενοι τίμιοι, φρουρόν εχομεν τον Θεόν.
να. Οι μαργαρίται πάντοτε φυλάττονται εις τα ενδότερα δωμάτια˙ τα δε άχρηστα σκεύη ρίπτονται εις τας πλα­τείας, ως κοπρία.
νβ. Εάν τις σε υβρίζη, και σοι είπη όσα κακά έπραξας, σεαυτόν μάλλον μέμφου, και ούχι εκείνον˙ διότι συ κατήσχυνας σεαυτόν δια των έργων, τα οποία δεν ηνέχθης ν' ακούσης δια του λόγου μόνον μη ζητής να σιωπήση ο άλλος δια της απειλής του θυμού˙ αλλά σεαυτόν διόρθωσον ίνα μη πράττης τα κακά˙ διότι η δυσωδία του έργου σε εφανέρωσε, διότι υπάρχεις επίβουλος της ψυχής σου.
νγ. Διάζευξον σεαυτόν από των αθεμίτων πράξεων δια της μετανοίας, και υβριστού κατηγορία ας μη σε φοβίση.
νδ. Ανθίστασε κατά της αμαρτίας, ω της ζωής εργάτα, και μη φοβού την παρουσίαν του πειρασμού˙ διότι δεν θέ­λει βλάψει η δοκιμή τον γενναίον αθλητήν.
νε. Πρέπει λοιπόν ημείς δια του θείου πυρός, ν' αντιστεκόμεθα εις το πυρ της αμαρτίας˙ καθώς η πλίνθος ενώ είναι ωμή, είναι αδύνατος και εύθρυπτος, όταν δε τεθή εις το πυρ και ψηθή, γίνεται πρόσκομμα του πυρός, και φραγμός του ύδατος˙ και καθώς εις πήλινον αγγείον είναι το ύδωρ, ούτω και η κάμινος κρατεί έσωθέν της την εξαφθείσαν φλόγα˙ αυτή δε η κάμινος εκ πλίν­θων είναι κτισμένη.
νστ. Γενού και συ στιβαρός εις τους πειρασμούς, και εις τας θλίψεις, και ενάντιου εις εκκαιούσας ηδονάς, ίνα μη διαλυθής ως η ωμή πλίνθος υπό στα­γόνων βροχής.
νζ. Μη νόμιζε αγαθόν, ό,τι συ ποιείς ως καλόν, αλλά το μαρτυρούμενον υπό ανδρών ευσεβών.
νη. Άκουε την φωνήν του Κυρίου, ίνα σε βοηθήση και τας χείρας του επιβάλη εις τους θλίβοντας σε, και τους εχθρούς σου ταπείνωση˙ δια να μη ακού­σης ως παρήκοος. «Εξαπέστειλεν αυ­τούς κατά τας επιθυμίας των καρδιών αυτών, και θέλοισι πορευθή εις τας ιδίας αυτών βουλάς.
νθ. Αγωνίζου να μη δουλεύης εις το ίδιόν σου θέλημα˙ άλλ υπήκοος γε­νού εις τους φοβούμενους τον Κύριον˙ και δια του ελέους του Θεού, θέλουσι συντρίψει την κεφαλήν του Δράκοντος. Ενόσω δε υποτάσσεσαι ευκόλως εις τα ίδια σου θελήματα, γίνωσκε, ότι μακράν απέχεις της τελειότητος, και όσον απέ­χεις της τελειότητος, τοσούτον ανάγκην έχεις παιδείας και διδασκαλίας.
ξ. Υπόμεινον την θλίψιν εν Κυρίω, δια να σε περιλάβη χαρά˙ υπόμεινον τον κόπον δια να εύρης τον πλούσιον μισθόν.
ξα. Όστις φεύγει τον πόλεμον, ουδέ λάφυρα θέλει κρατήσει˙ και όστις φεύ­γει παιδείαν, δεν θέλει λάβει κληρονομίαν μετά των φρονίμων.
ξβ. Ανάβα εις ύψος και θέλεις Ιδεί τα γήινα πάντα ταπεινά και ευτελή˙ αφού δε καταβής εκ του ύψους, οικίσκον ασβεστωμένον θέλεις θαυμάσει.
ξγ. Ανάβα εις την γνώσιν, ω εργάτα της ευσέβειας, και ως όχημα θέλει σε βαστάξει, και εκ πολλών προσκομμάτων θέλει σε διαφυλάξει˙ διότι δεν θέλει αφήσει τον αγαπητόν αυτής να λέγη ή να πράττη προς καταστροφήν των ακουόντων.
ξδ. Οσμή γνώσεως εις άνδρα είναι το να αιτιάται εαυτόν πάντοτε˙ και ενώ αιτιάται εαυτόν, να μη κατακρίνη τον έτερον δια τα αυτά εγκλήματα.
ξε. Δια τούτο λοιπόν είναι αγνώμων ο ονειδίζων τον σύνδουλόν του˙ τον περιπεσόντα εις πειρασμόν μη κατακρίνης γελών, αλλά προσεύχου συνεχώς, να μη εισέλθης εις πειρασμόν διότι ο σκοτισθείς την καρδίαν υπό λαίλαπος λογι­σμών, και κατανικηθείς υπό παθών, άνθρωπον δεν εντρέπεται και Θεόν δεν φοβείται˙ και αν μεν ήναι δυνάστης, ευκόλως πράττει τα κακά˙ εάν δε ήναι α­σθενής και πτωχός, θαρρών εις την δυστροπίαν του, αναισχύντως και αυτός πράττει τα κακά.
ξζ. Μη γίνου φιλήδονος και καταφρονητής˙ άκουε δε του Ιεροψάλτου βοώντος˙ « Αναστήτω ο Θεός, και διασκορπισθήτωσαν οι εχθροί αυτού, και φυγέτωσαν από προσώπου αυτού οι μισούντες αυτόν, ως εκλείπει καπνός, εκλιπέτωσαν, ως τήκεται κηρός από προσώ­που πυρός, ούτως απολούνται οι αμαρ­τωλοί από προσώπου Θεού˙ και οι δί­καιοι ευφρανθήτωσαν.»
ξη. Έλαβες κελλίον, ω μοναχέ, προ­σεύχου συνεχώς εν ταπεινή καρδία, κα­θώς οι τρεις παίδες εν τη καμίνω του πυρός, και μη ποίησης σεαυτόν σπήλαιον ληστών, πράττων τα ασυγχώρη­τα, δια να μη αισχυνθής κατά την ημέραν της κρίσεως, ότε αποκαλύπτωνται τα κρυπτά των ανθρώπων.
ξθ. Οαμελής κατά την ώραν του θερισμού, δεν θέλει έχει εις τον οίκον αυτού αφθονίαν σίτου˙ και ο καταφρονών εν τη παρούση ζωή, ευρίσκεται εκ­τός της παρηγοριάς των δικαίων εν και­ρώ των αμοιβών.
ο. Έρχεται εις ημάς καιρός, αδελφοί, πλήρης φόβου και τρόμου οπότε αποκαλύπτονται όσα επράξαμεν εν κρύπτω και σκοτία˙ και ουαί εις την ψυχήν την μη έχουσαν τον Κύριον βοηθόν.
οα. Έλθετε, ας σκεφθώμεν φιλόχριστοι, αδελφοί, δια το τέλος εκάστου εξ ημών, πως διακείμενα εν τω ματαίω τούτω βίω˙ διότι είναι μάταιος ο διάγων μετά των ματαίως ζώντων, μακάριοι δε είσιν όσοι εμπορεύθησαν καλώς εις τού­τον τον βίον.
οβ. Καθώς πλούσιος ανήρ όστις πλέει με ούριον άνεμον, και κείτεται εις στρώ­μα, και έχει τα όμματα προς τα άνω, και ελπίζει χαράν, και ίστανται μάγειροι ετοιμάζοντες τα φαγητά, και παρακολου­θεί στίφος στρατιωτών, και επήλθεν ε­ξαίφνης λαίλαψ, και συνετάραξε την θά­λασσαν˙ και συνέτριψε το πλοίον, και αυτός μονώτατος απορριφθείς από κυ­μάτων εις νήσους ακατοίκητους γεμούσας θηρίων, κράζει και οδύρεται, και ουδείς ακούει αυτόν τύπτει το πρόσω­πον, όλον το σώμα του ταράττεται, και καθ' εκάστην ώραν προσμένει τον θά­νατον ο προ ολίγου σοβαρός τήκεται υπό του λιμού και του φόβου, και ξη­ραίνεται υπό της δίψης, και ουδείς τον παρηγορεί˙ ούτω και ημείς οι αμελείς πάσχομεν επί της ξηράς διότι ενώ τρυφώμεν εις τον μάταιον τούτον βίον, έρ­χεται αίφνης ο θάνατος, αρπάζει τον α­μελή, τον ρίπτει εις φοβερούς τόπους, όπου θέλουσι κολασθή πάντες οι αμαρ­τωλοί, οι καταθρυνήσαντες πάντοτε τον ίδιον Δεσπότην.
ογ. Ας συλλογισθώμεν καλώς εις ποιον φόβον ευρίσκεται ο ύπό κυμάτων τιναχθείς εις τόπους ακατοίκητους, και μη έχων εντελώς παρηγορίαν τινός˙ λοι­πόν ας συλλογισθώμεν εις ποίον φόβον ευρίσκεται ο ρηθείς αμαρτωλός εις τον τόπον της κολάσεως.
οδ. Η καρδία μου στενάζει, και οι οφθαλμοί μου επιθυμούσι δάκρυα, και η αμαρτία μου αιχμαλωτίζει τον νουν μου, δια να μη έλθω εις κατάνυξιν, και δεηθώ εις τον Κύριον μετά πικρών δα­κρύων, ίνα μη ριφθώ εις το σκότος το εξώτερον.
οε. Ο ελευθερώσας τον λαόν σου εκ χειρός του Φαραώ, και εκ καμίνου σιδη­ράς, και διασώσας αυτούς δια της Ερυ­θράς θαλάσσης, ελευθέρωσον και ημάς εκ των ανομιών ημών, όπως εύρωμεν χάριν ενώπιον σου, όταν μέλλης να κρίνης ζώντας και νεκρούς.
οστ. Ενόσω εις ημάς υπάρχει δύναμις ας δουλεύσωμεν τον Κύριον εν ευθύτητι καρδίας, ίνα εν καιρώ θλίψεως εύρω­μεν αυτόν βοηθόν, ώστε να μας λύτρω­ση εκ μεγάλων κινδύνων.
οζ. Τους δουλεύοντας αυτόν εν καθαρώ καρδία θέλει δοξάσει δια δόξης απεριγράπτου˙ διότι η δόξα των αγίων δεν έχει τέλος.
οη. Κατέπιε το κήτος τον προφήτην Ιωννάν, δια προσταγής Θεού, και ως εις οίκον τινά εφυλάττετο εν τη κοιλία του κήτους˙ εβυθίσθη η κεφαλή του εις σχισμάς ορέων, και περιεκύκλωσεν αυτόν άβυσος βαθύτατη κατέβη εις γην, της οποίας οι μόχλοι είναι δυνατώτατοι˙ και εκεί προσευχόμενος εβόα, λέγων ούτω. «Ας αναβή εκ φθοράς η ζωή μου, Κύ­ριε ο Θεός μου» ανέσχισεν η προσευχή τον βυθόν, έκοψε τον αέρα, ανέβη εις τους ουρανούς, και εισήλθεν εις τα ώτα του Κυρίου˙ μάλλον δε αυτός ο Κύριος ο πληρών τα σύμπαντα, δεν απείχε μα­κράν του γνησίου δούλου.
οθ. Προσέταξεν ο Θεός το κήτος, και εξέμεσε τον προφήτην Ιωνάν, και ως αν απέβη από πλοίον ήρχισε το κή­ρυγμα.
π. Τρίζουσιν οι αμαρτωλοί τους ο­δόντας των κατά των δικαίων πειρα­σμοί εφορμώσι˙ στεφανούνται οι όσιοι˙ αισχύνονται οι ασεβείς, οίτινες εβουλεύθησαν κακά κατά των αγίων του Θεού.
πα. Εδιώκετο ποτε από πονηράν γυ­ναίκα Ηλιού ο Θεσβίτης, ο δε Κύριος δι ορνέου έτρεφε τον προφήτην. Εις δε τους αμαρτωλούς ήλθε πείνα μεγάλη.
πβ. Με άρμα πύρινον ανελήφθη ο προφήτης Ηλιού ˙ η δε άνομος Ιεζάβελ πεσούσα εκ του ύψους της οικίας της κατά γης κατεσυντρίφθη, και κατεβρώθη εις τας πλατείας της πόλεως.
πγ. Έβαλον οι παράνομοι τον προ­φήτην Ιερεμίαν εις τον λάκκον του βορβόρου, διότι δεν ανείχοντο να ακούσωσι λόγον θεοσέβειας. Ήκουσε την τόλμην αυτών ο Αβδεμέλεχ ο αιθίοψ, και επει­δή ήτο καθαρός κατά την ψυχήν, και λαμπρός κατά την πίστιν, ήλεγξε τον βα­σιλέα Σεδεκίαν επί παρανομία˙ έλαβεν εξουσίαν, ανέσυρε τον προφήτην εκ του βορβόρου και έτυχεν ευλογίας.
πδ. Επήλθον οι Εχθροί εναντίον του λαού των Εβραίων, όστις εβασάνιζε πάντοτε τους προφήτας του Θεού, και παρεδόθη υπό του Θεού εις χείρας των εχθρών. Είδον οι εχθροί τον προφήτην του Θεού, τον έλυσαν εκ των δεσμών, και προσέφερον εις αυτόν δώρα˙ διότι εθεώρουν αυτόν ευσεβέστατον. Διό α καθώς ο βαστάζων τον λύχνον φωτίζει τους παρόντας, τοιουτοτρόπως και η α­ρετή λάμπει, βαστάζουσα πάντοτε την δόξαν.
πε. Έβαλον τον προφήτην Δανιήλ οι ασεβείς, διότι ήτο θεοσεβής, εις τον λάκκον των λεόντων, δια να καταφαγωθή παρ αυτών˙ και δεν εγνώρισαν οι ά­νομοι, ότι τούτο ήθελε τους καταισχύ­νει˙ ο δε Κύριος δια χειρός Αββακούμ, και δι αγίου αγγέλου εις τον πιστόν δούλον του απέστειλε φαγητόν. Τα δε άγρια θηρία αφού είδον τον προφήτην εις το μέσον των, έσκυψαν και προσεκύνησαν αυτόν διότι δύναμις ουράνιος έ­φραξε τα στόματα των λεόντων, δια να μη βλάψωσι τον δίκαιον.
πς. Ανέσυραν τον προφήτην από του μέσου των θηρίων, και εξηλέγχετο εκ τούτου η ασέβεια αυτών, διότι είδον αυ­τόν ως νυμφίον εξελθόντα του νυμφι­κού θαλάμου, ακτινοβολούν τα κατά το πρόσωπον, και λάμποντα εκ δόξης.
πζ. Δικαίως εδίσταζον οι Βαβυλώ­νιοι μήπως τάχα ησθένησαν τα άγρια θηρία, ώστε δεν ηδύναντο να τρώγωσι σώματα ανθρώπων διότι ενώ έμεινεν ε­πτά ημέρας ο εκλεκτός του Θεού μεταξύ των επτά λεόντων, ουδεμία βλάβη ευρέ­θη εις αυτόν. Την δε εβδόμην ημέραν ήλθεν ο βασιλεύς να πενθήση τον δίκαι­ον κύψας δε εις τον λάκκον, βλέπει αυ­τόν καθήμενον ως ποιμένα μεταξύ των προβάτων του. Δια τούτο δικαίως αμφέβαλλον οι άπιστοι δια την σωτηρίαν του. Ότε όμως ερρίφθησαν εις τον λάκκον οι εχθροί του δικαίου, και είδον αυτούς, ότι εσπαράχθησαν μεληδόν, και τα ο­στά των ελεπτύνθησαν, εθαύμασαν καθ'υπερβολήν και εβόησαν. «Ισχυρός και μέγας είσαι, Κύριε, ο Θεός του Δανιήλ!»
πη. Οι τρεις παίδες Ανανίας, Αζαρίας και Μισαήλ, επειδή δεν επροσκύνησαν την χρυσήν εικόνα του Ναβουχοδονόσορος, αφού εδέθησαν δυνατά, ερρί­φθησαν εις την ανημμένην κάμινον˙ το δε πυρ δεν ετόλμησε να εγγίση τας τρί­χας των˙ άλλ' εξελθούσα η φλόξ κατέκαυσεν εκείνους, οίτινες ήναψαν και επύρωσαν την κάμινον.
πθ. Ταύτα λοιπόν συλλογιζόμενοι, ω γνήσιοι αδελφοί, ας μη ευρεθώμεν αδό­κιμοι εις τον καιρόν των πειρασμών δι­ότι μεγαλύνονται οι θεοφιλείς.
Υ. Ενόσω εχομεν δύναμιν ας δουλεύωμεν τον Κύριον μετά φόβου, και ευ­θείας καρδίας, και καλής προαιρέσεως˙ ίνα βοηθήση την ασθένειαν ημών, και αναδείξη ημάς στεφανηφόρους εις την βασιλείαν αυτού.
Αμήν



Read more:http://www.egolpion.net/efraim-or8os-bios.el.aspx#ixzz2RCGiDxxw